Του Ανδρέα Λιούμπα*
Η κατάσταση
Το ξημέρωμα της Τρίτης, 29 Αυγούστου η Βόρεια Κορέα προχώρησε στις 05:57 τοπική ώρα (στην Ελλάδα Δευτέρα 23:57) σε εκτόξευση πυραύλου ο οποίος πέταξε πάνω από το Χοκάιντο, το δεύτερο μεγαλύτερο νησί της Ιαπωνίας. Ο πύραυλος, ο οποίος κατά τις αρχικές εκτιμήσεις ήταν ένας Hwasong-12, μετά από πτήση περίπου 2800 χλμ. κατέπεσε σε περιοχή του Ειρηνικού ωκεανού περίπου 1200 χλμ. ανατολικά από τις ιαπωνικές ακτές. Ήταν η πρώτη φορά που βαλλιστικός πύραυλος πέρασε πάνω από το έδαφος της Ιαπωνίας. Στο Χοκάιντο οι σειρήνες ήχησαν στις 0600 ενώ ταυτόχρονα η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας απέστειλε γραπτά μηνύματα μέσω των δικτύων κινητής τηλεφωνίας καλώντας τους πολίτες να μεταβούν σε υπόγεια ή σε σκεπασμένους χώρους. Η Ιαπωνία εξέδωσε ανακοίνωση χαρακτηρίζοντας την εκτόξευση ως «μια πρωτοφανή και σοβαρή απειλή» ενώ ακολούθησε η αντίδραση του Προέδρου των ΗΠΑ ο οποίος τόνισε ότι τέτοιες ενέργειες «αφήνουν ανοικτές όλες τις επιλογές».
Εξέταση της κατάστασης
1o ερώτημα: είναι ο Kim παρανοϊκός;
Όπως υποστηρίξαμε στο προηγούμενο άρθρο μας εκτιμούμε ότι η Βόρεια Κορέα είναι ένας ορθολογικός δρώντας. Κάθε ενέργεια του καθεστώτος, παρά την περί του αντιθέτου εντύπωση, είναι αποτέλεσμα υπολογισμών. Η εξέταση της τελευταίας ενέργειας θεωρούμε ότι ενισχύει το αρχικό επιχείρημα.
2ο ερώτημα: γιατί τώρα και γιατί την Ιαπωνία;
Για να ξεκινήσουμε από το γιατί τώρα πρέπει να εξετάσουμε τα πρόσφατα γεγονότα. Η τελευταία εκτόξευση της Βόρειας Κορέας ήταν, πρακτικά, μια δοκιμή ενός υπό ανάπτυξη βαλλιστικού συστήματος μέσου βεληνεκούς το οποίο, όπως γνωρίζουμε από τα τεχνικά χαρακτηριστικά, έχει την δυνατότητα να φέρει πυρηνική κεφαλή και έχει βεληνεκές που αρκεί για να πλήξει το νησί Γκουάμ στον Ειρηνικό Ωκεανό. Από τις εκτοξεύσεις που έχουν προηγηθεί, γνωρίζουμε επίσης ότι το ποσοστό αποτυχίας των μέχρι σήμερα δοκιμών αγγίζει το 75%. Η παραπάνω πληροφορία αν συνδυαστεί καταρχήν με τα υπόλοιπα δεδομένα που είναι γνωστά για το πυρηνικό και βαλλιστικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας και αν ενταχθεί στο πλαίσιο των γεγονότων των προηγούμενων ημέρων εκτιμούμε ότι απαντά στο γιατί τώρα.
Ας το εξηγήσουμε: τις προηγούμενες ημέρες, μετά τις εκατέρωθεν απειλές, είχε επικρατήσει μια ανήσυχη ηρεμία την οποία διέκοπταν οι εναλλασσόμενές απειλητικές και επαινετικές δηλώσεις εκ μέρους των ΗΠΑ. Ταυτόχρονα οι ΗΠΑ και η Νότια Κορέα ξεκίνησαν τις ετήσιες στρατιωτικές ασκήσεις τους τις οποίες η Πιονγιανγκ παγίως θεωρεί εχθρική ενέργεια και στις οποίες απάντησε με εκτοξεύσεις τριών πυραύλων μέσου βεληνεκούς. Όπως αναφέρει ανακοίνωση της Διοίκησης Ειρηνικού των ΗΠΑ εκ των τριών ένας καταστράφηκε κατά την εκτόξευση ενώ οι υπόλοιποι δυο κατά την διάρκεια της πτήσης τους. Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι οι πύραυλοι δεν αποτέλεσαν απειλή για τις ΗΠΑ.
Γνωρίζοντας τα παραπάνω και έχοντας υπόψη μας τις βασικές αρχές της στρατηγικής της Βόρειας Κορέας όπως την είχαμε αναλύσει γίνεται κατανοητό γιατί το καθεστώς επέλεξε τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Με την δοκιμή επιτυγχάνει ταυτόχρονα τους εξής στόχους: συνεχίζει την εξέλιξη του όπλου, επιδεικνύει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί, ξεκαθαρίζει στις ΗΠΑ ότι έχει την δυνατότητα να υλοποιήσει τις απειλές του και διατηρεί τον χαρακτηρισμό του απρόβλεπτου, ανορθολογικού δρώντα.
Η πιθανή απάντηση στο ερώτημα γιατί την Ιαπωνία είναι εξίσου σύνθετη και έχει δυο σκέλη. Ξεκινάμε από το πολιτικό - γεωγραφικό. Γνωρίζοντας ότι η Βόρεια Κορέα είχε σκοπό να προχωρήσει σε αυτή την συγκεκριμένη επίδειξη δυνατοτήτων καθίσταται σαφές ότι, σε κάθε περίπτωση, ο πύραυλος έπρεπε να πετάξει πάνω από κάποια χώρα της περιοχής. Οι διαθέσιμες επιλογές είναι η Κίνα, η Ρωσία και η Ιαπωνία. Γνωρίζοντας επίσης ότι η Βόρεια Κορέα και η Ιαπωνία έχουν μηδαμινό επίπεδο διμερών σχέσεων με ελάχιστες προοπτικές βελτίωσης, καθώς και το γεγονός ότι είναι ο μείζον σύμμαχος των ΗΠΑ στην περιοχή γίνεται κατανοητό ότι η επιλογή της Ιαπωνίας ήταν η πιο λογική καθώς δεν διαταράσσει υφιστάμενες σχέσεις.
Το δεύτερο σκέλος είναι στρατιωτικό και εμπεριέχει ένα μήνυμα. Όπως είναι γνωστό η Ιαπωνία ήταν εντός βεληνεκούς των οπλικών συστημάτων της Βόρειας Κορέας πολύ πριν την ανάπτυξη διηπειρωτικών πυραύλων. Εξαιτίας αυτής της απειλής η Ιαπωνία ανέπτυξε μια αντιβαλλιστική άμυνα δύο επιπέδων. Το πρώτο επίπεδο στηρίζεται στο σύστημα Aegis, τοποθετημένο σε μονάδες επιφάνειας του Στόλου της Εθνικής Δύναμης Άμυνας. Το δεύτερο επίπεδο στηρίζεται στο χερσαίο σύστημα Patriot. Τα συστήματα αυτά εντάσσονται σε μια ζώνη αναχαίτισης την οποία οι ΗΠΑ θέλουν να ορθώσουν γύρω από την Βόρεια Κορέα και η οποία περιλαμβάνει επιπλέον το σύστημα THAAD το οποίο μετέφεραν οι ΗΠΑ στην Νότια Κορέα και το οποίο έγινε αιτία διενέξεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Στις πολεμικές επιχειρήσεις ένας συνηθισμένος τρόπος προσβολής στόχων που προστατεύονται από αντιβαλλιστικά συστήματα είναι ο λεγόμενος κορεσμός, δηλαδή, η προσβολή με μεγάλο αριθμό βλημάτων προκειμένου να υπερβαίνει τις δυνατότητες εντοπισμού, εγκλωβισμού και αναχαίτισης των αμυντικών συστημάτων.
Το μήνυμα της Πιονγιανγκ είναι σαφές: έχει την δυνατότητα μαζικής παραγωγής πυραύλων συνεπώς θα καθίσταται όλο και πιο δύσκολο να λειτουργήσει η ζώνη αναχαίτισης.
3ο ερώτημα: είναι πιθανή η στρατιωτική επιλογή ενάντια στη Βόρεια Κορέα;
Στο ερώτημα αυτό υποστηρίζουμε ότι η ορθότερη απάντηση είναι όχι κυρίως για δύο λόγους: επειδή η Βόρεια Κορέα έχει διαπιστωμένη πυρηνική δυνατότητα και επειδή η Κίνα έχει αποκλείσει αυτό το ενδεχόμενο. Εφόσον το Πεκίνο δήλωσε ότι θα τηρήσει τη Συνθήκη του 1961 παρέχοντας την συνδρομή του στην Βόρεια Κορέα η στρατιωτική επιλογή πρακτικά σημαίνει επανάληψη του πολέμου της Κορέας σε ασύγκριτα μεγαλύτερη κλίμακα, με ενδεχόμενη χρήση χημικών, βιολογικών και πυρηνικών όπλων.
Οι ΗΠΑ, παρά την σκληρή ανακοίνωση, φαίνεται πως διατηρούν ως πρώτη προτεραιότητα την αυστηρή αλλά ευέλικτη διπλωματική προσέγγιση. Προχώρησαν σε διμερείς επαφές στήριξης της Ιαπωνίας και Νότιας Κορέας και κατόπιν επέλεξαν συμβολικά το Πεντάγωνο προκειμένου να διατυπώσει την θέση ότι η «διπλωματία παραμένει η προτιμητέα επιλογή της Ουάσιγκτον». Η θέση αυτή φαίνεται πως ενσωματώνει στο σχεδιασμό της Ουάσιγκτον τόσο την αναγνώριση των δυνατοτήτων της Βόρειας Κορέας όσο και την θέση του Πεκίνου την οποία προαναφέραμε.
Η τελευταία ανακοίνωση της Κίνας είναι άμεση συνέχεια της προηγούμενης πολιτικής απόφασης. Συγκεκριμένα, το Πεκίνο καταδίκασε μεν την ενέργεια της Πιονγιανγκ, επέρριψε όμως έμμεσα την ευθύνη στις ΗΠΑ τις οποίες κάλεσε, μέσω του εκπροσώπου του κινέζικου Υπουργείου Εξωτερικών, «να μην προκαλούν την Βόρεια Κορέα». Το Πεκίνο, προβαίνοντας σε μια ενέργεια τυπική μείζονων μεσολαβητών, φρόντισε να λειάνει την ανακοίνωση καλώντας όλα τα εμπλεκόμενα μέρη «να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση».
Εκτίμηση
Όλα τα παραπάνω συνηγορούν στην εκτίμηση ότι το καθεστώς της εύθραυστης ισορροπίας στην περιοχή θα διατηρηθεί για άγνωστο χρονικό διάστημα. Μόνο η Κίνα φαίνεται να έχει τη δυνατότητα άσκησης αποτελεσματικής πίεσης. Ταυτόχρονα όμως διαπιστώνεται μια αμφιταλάντευση του Πεκίνου το οποίο, ενδεχομένως, γνωρίζει περισσότερα από όσα θα ήθελε να κοινοποιήσει. Μακροπρόθεσμα εκτιμάται ότι η ορθολογικότερη επιλογή για την Βόρεια Κορέα θα είναι να προσέλθει σε συνομιλίες.
Φυσικά σε περίοδο αυξημένης έντασης η περίπτωση ατυχήματος, μολονότι εξαιρετικά απίθανη, πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη.
*Ο Ανδρέας Λιούμπας είναι Υποψήφιος διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ειδικευόμενος στην κινέζικη στρατηγική και Ερευνητής στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων και Αρωγό Μέλος της Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων.