Τι δεν μάθαμε για την Σμύρνη και η «γαργάρα» της κυβέρνησης

Τι δεν μάθαμε για την Σμύρνη και η «γαργάρα» της κυβέρνησης

Την αποκάλυψη ότι Ελλάδα και η Τουρκία είναι πολύ κοντά στην επίλυση των «προβλημάτων του Αιγαίου», όπως και του Κυπριακού, έκανε ο Τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου κατά την διάρκεια των κοινών δηλώσεών του στην Σμύρνη με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος συγχρόνως όμως δήλωσε κατηγορηματικά ότι η Τουρκία παραμένει στις θέσεις της.

Ο κ. Νταβούτογλου παρουσία του Έλληνα πρωθυπουργού, έκανε λόγο για αμφισβητούμενο εναέριο χώρο, για το πως αντιλαμβάνεται η Τουρκία την διατήρηση σε ισχύ του casus belli, επανέλαβε την απαίτηση για αλλαγή των σχολικών βιβλίων ώστε να διαγραφεί το ιστορικό βάρος από τις σχέσεις των δυο χωρών, και κάλεσε τον Έλληνα πρωθυπουργό να δώσουν εντολές στα Επιτελεία των δυο χωρών, ώστε να αποφεύγονται οι εντάσεις στο Αιγαίο. Με απλά λόγια να μην αναχαιτίζοντα ούτε να αναγνωρίζονται τα τουρκικά αεροσκάφη όταν παραβιάζουν τον ελληνικό εναέριο χώρο ή κάνουν υπερπτήσεις στα ελληνικά νησιά, ή επίσης να μην υπάρχει ελληνική αντίδραση όταν Τούρκοι λιμενικοί αποβιβάζονται στα Ίμια. Ο κ. Νταβούτογλου δήλωσε χαρακτηριστικά:

«Συζητήσαμε το ζήτημα του Αιγαίου και το Κυπριακό με πολύ ειλικρινή και φιλικό τρόπο. Το ίδιο ανοικτά συζητήσαμε και το θέμα των αμοιβαίων δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Ευχαριστώ τον κ. Τσίπρα για την διάθεση συνεργασίας που επέδειξε σε όλες τις διαβουλεύσεις. Είμαστε πολύ κοντά στην επίλυση τόσο των προβλημάτων του Αιγαίου, όσο και της Κύπρου. Επιδεικνύοντας κοινή ισχυρή βούληση μπορούμε να υπερβούμε τα συσσωρευμένα επί δεκαετίες προβλήματα και να καταστήσουμε ελκυστική την Μεσόγειο και το Αιγαίο…».

Ο Τούρκος πρωθυπουργός ζήτησε να μπουν σε «παρένθεση» οι «διαφορές απόψεων» ώστε να μην αποτελούν εμπόδιο στην συνεργασία των δυο χωρών και έφερε σαν παράδειγμα την περίπτωση της συνεργασίας των δυο χωρών στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης. Αναφέρθηκε μάλιστα συγκεκριμένα στις «διαφορές στον εναέριο χώρο και στα χωρικά ύδατα».

Ο κ. Νταβούτογλου μάλιστα επισημαίνοντας ότι «δεν ξεχνάμε τα συγκεκριμένα προβλήματα» τόνισε ότι «χρησιμοποιούμε τις Διερευνητικές Συνομιλίες για να τα επιλύσουμε».

Η αναφορά αυτή δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα, καθώς και ο Ν. Κοτζιάς στην συνάντησή του με τον ομόλογό του, Μ. Τσαβούσογλου, στην Αθήνα, είχε παραπέμψει στις διερευνητικές για τα θέματα κυριαρχίας των νησιών που είχε εγείρει -με πρόσχημα την Έρευνα και Διάσωση- ο Τούρκος ομόλογός του.

Οι διερευνητικές συνομιλίες επισήμως για την ελληνική πλευρά αφορούν την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και όχι την συζήτηση όλου του πακέτου των μονομερών διεκδικήσεων της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδας.

Όμως ο Τούρκος πρωθυπουργός απέρριψε και τις καταγγελίες του Έλληνα πρωθυπουργού περί παραβιάσεων, λέγοντας ότι «αυτό που σε εσάς φαίνεται ως παραβίαση του εναέριου χώρου, είναι περιοχές τις οποίες θεωρούμε για τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δικό τους εναέριο χώρο. Κατά συνέπεια τα θέματα αυτά θα τα επιλύσουμε».

Κάνοντας λόγο ενώπιων του κ. Τσίπρα για «αμφισβητούμενες περιοχές», ανακοίνωσε ότι οι δυο κυβερνήσεις «δίνουν κατευθύνσεις στις ένοπλες δυνάμεις προκειμένου να μην υπάρξει ρίσκο στην Θάλασσα η στον αέρα, να γίνονται όσο το δυνατόν λιγότερες εναέριες προσεγγίσεις, λιγότερα περιστατικά κλειδώματος από τα ραντάρ και λιγότερες δυνατές πτήσεις».

Αυτή είναι η πάγια επιδίωξη της Τουρκίας από την δεκαετία του ΄90 για την διατήρηση και έμπρακτη αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων από τουρκικά μαχητικά ή πλοία, με την υποχρέωση όμως της Ελλάδας να μην αντιδρά προκειμένου να αποφευχθεί ένα θερμό επεισόδιο.

Στο casus belli για το οποίο ρωτήθηκε ο κ. Νταβούτογλου, απλώς επιβεβαίωσε ότι παραμένει πλήρως και απολύτως σε ισχύ, μιας και έθεσε ως προϋπόθεση για την άρση του, την κατάργηση του νόμου που ψήφισε η ελληνική βουλή το 1995 για την επικύρωση του Δικαίου της Θάλασσας που προβλέπει το δικαίωμα της χώρας μας για επέκταση των χωρικών υδάτων της στα 12 ν.μ. και δικαιώνει τις ελληνικές θέσεις σε ό,τι αφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.

«Ελάτε να άρουμε άμεσα αμφότερες τις αποφάσεις. Αν αρθούν ταυτόχρονα, δεν μένει καμία απόφαση» τόνισε ο κ. Νταβούτογλου.

Ο Αλέξης Τσίπρας βρέθηκε στην Σμύρνη πιεσμένος και σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση, καθώς δεν είναι δυνατόν οι συνεργάτες του να μην τον έχουν ενημερώσει ότι τα ευχολόγια των ευρωπαίων δεν έχουν καμιά αξία εάν δεν αποφασίσει η Τουρκία να κλείσει την στρόφιγγα των μεταναστευτικών ροών.

Έτσι έσπευσε καλόπιστα να αφήσει να χαθούν στον αέρα τα όσα είπε ο κ. Νταβούτογλου και ειδικά για το casus belli. Απλώς αρκέσθηκε να δηλώσει ότι «είναι κατάλοιπο μιας άλλης εποχής, της δεκαετίας του 1960, και σε καμία περίπτωση δε συνάδει με τις προσπάθειές μας να οικοδομήσουμε ένα κλίμα φιλίας και συνεργασίας. Πόσω δε μάλλον, όταν αφορά στην άσκηση ενός νόμιμου δικαιώματος…».

Όμως το μεγαλύτερο πλήγμα ηταν σε επίπεδο συμβολισμού. Οι Τούρκοι δεν επέλεξαν τυχαία για την συνάντηση των δυο πρωθυπουργών την Σμύρνη και όχι π.χ. το Ερζερούμ (όπου ο Ερντογάν είχε υποδεχθεί τον Γ. Παπανδρέου, ο οποίος οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι είχε εγείρει και εκείνος θέμα παραβιάσεων, όπως προηγουμένως είχε πράξει και για το casus belli).

Η Τουρκία ήθελε -με τον γνωστό τρόπο με τον οποίο σκέφτεται και μεθοδεύει τα πάντα το τουρκικό διπλωματικοστρατιωτικό κατεστημένο- να διαγράψει και επισήμως πλέον το ιστορικό βάρος της Σμύρνης και του ξεριζωμού του μικρασιατικού ελληνισμού, από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Δυστυχώς η ελληνική κυβέρνηση στην καλύτερη των περιπτώσεων δεν αντιλήφθηκε την τουρκική στόχευση. Γιατί η έτερη εκδοχή είναι ότι κατάλαβε πολύ καλά και συνέπραξε σε αυτή την τουρκική επιλογή.

Ο κ. Τσίπρας λίγο μετα το μοίρασμα των λουλουδιών στις γυναίκες δημοσιογράφους των καναλιών που έχουν μείνει ανοικτά (υπό την προϋπόθεση ότι ελέγχονται πλήρως από το καθεστώς Ερντογάν) θέλησε να μιλήσει για την… Σμύρνη:

«Και θέλω να πω εδώ στη Σμύρνη, στο μπαλκόνι προς το Αιγαίο, από την πλευρά της Μικράς Ασίας, αισθάνομαι το ιστορικό βάρος που συμβολίζει αυτή η πόλη, μια πόλη σταυροδρόμι λαών, πολιτισμών, θρησκειών συνύπαρξης των λαών μας, μια ιστορική πόλη, μια πόλη όμως, που στη μνήμη των περισσοτέρων θυμίζει τον πόλεμο, τον πόνο, τους διωγμούς, τον ξεριζωμό, την προσφυγιά, δηλαδή εικόνες καθόλα γνώριμες σε σχέση με αυτό που συμβαίνει δυστυχώς και στις μέρες μας στην περιοχή μας και στην θάλασσά μας.

Όμως, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε και να μην υποβαθμίσουμε το γεγονός ότι, η Σμύρνη είναι και μια ιστορική πόλη – σύμβολο του κοσμοπολιτισμού και του εμπορίου, της ειρηνικής συνύπαρξης, της ανοχής στο διαφορετικό, της συνεργασίας, της αδελφοσύνης στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο και άρα αυτό τον συμβολισμό έχει η επιλογή μας (να κάνουμε εδώ το 4ο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας Τουρκίας. Διότι από εδώ και στο εξής θέλουμε αυτές οι μνήμες και αυτές οι στιγμές να σηματοδοτούν την κοινή μας προσπάθεια».

Ο ξεριζωμός του Ελληνισμού από την Μικρά Ασία, η εθνοκάθαρση εναντίον του ελληνισμού και η υποχρεωτική αναζήτηση καταφυγίου στο Εθνικό Κέντρο δεν έχει σχέση με την προσφυγιά των Σύρων, που θέλοντας να επιβιώσουν από τον πόλεμο αναζητούν απλώς ασφαλές καταφύγιο σε κάποια ευημερούσα χώρα της Ευρώπης.

Και είναι πραγματικά τεράστιο εθνικό ατόπημα να χαρακτηρίζεται η Σμύρνη ως τόπος «ειρηνικής συνύπαρξης, ανοχής στο διαφορετικό και αδελφοσύνης στο Αιγαίο…».

Εκτός εάν αυτές οι αναφορές ενοχλούν μόνο τους «ρομαντικούς». Που οι ορίζοντές τους ξεπερνούν τις γραμμές του βιβλίου της κ. Ρεπούση.

Γιατί ο κ. Νταβούτογλου περιχαρής έσπευσε να δηλώσει ότι η «κορωνίδα» της ελληνοτουρκικής συνεργασίας στους τομείς του πολιτισμού και της εκπαίδευσης είναι η «συγγραφή μιας κοινής ιστορίας με επανεξέταση και των σχολικών εγχειριδίων της ιστορίας», ώστε να μεταφέρει «στις μελλοντικές γενιές και των δύο λαών στις επόμενες δεκαετίες και εκατονταετίες, όχι κάποιες αρνητικές μνήμες του παρελθόντος, αλλά τις θετικές…».

ΥΓ1. Πιθανόν το Μέγαρο Μαξίμου να ισχυρισθεί ότι δεν ήταν καλή η διερμηνεία. Η αλήθεια είναι ότι η διερμηνεία δεν ήταν άψογη, αλλά ακόμη και στα όσα εκστόμισε ο κ. Νταβούτογλου, η αντίδραση του κ. Τσίπρα ηταν στην καλύτερη περίπτωση υποτονική, αμυντική και αμήχανη.

ΥΓ2. Είναι παράξενη σύμπτωση δυο φορές μέσα σε τρείς ημερες ο υπουργός Εξωτερικών μιας χώρας και ο πρωθυπουργός της να πέφτουν θύματα του «δαίμονα της διερμηνείας», όταν η συζήτηση αφορά το συγκεκριμένο θέμα: Την κυβερνητική «γαργάρα» απέναντι στην γενικευμένη αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας, που επιχειρεί να δορυφοροποιήσει την Ελλάδα.