Του Ανδρέα Λιούμπα*
Οι νέες λεκτικές εντάσεις στην δημόσια αντιπαράθεση ΗΠΑ – Β. Κορέας σε συνδυασμό με τα τελευταία στρατιωτικά γυμνάσια ΗΠΑ – Ν. Κορέας και τις πτήσεις αμερικανικών βομβαρδιστικών διατηρούν την ένταση στην περιφέρεια του Ειρηνικού σε υψηλά επίπεδα.
Αναμενόμενα τα περισσότερα μέσα μαζικής ενημέρωσης και ιστοσελίδες στην χώρα μας (και πολλά διεθνή) δεν έχασαν την ευκαιρία ενός εύκολου εντυπωσιασμού του κοινού μέσω αξιοποίησης του φόβου και της ανησυχίας.
Δικαιολογείται μια τέτοια υπερ-προβολή της κρισιμότητας της κατάστασης; Προσωπικά διαφωνώ. Επιτρέψτε μου να εξηγήσω γιατί.
Διαφωνώ γιατί η ανησυχία και ο εκφοβισμός του κοινού μέσω της σκόπιμα ή αθέλητα επιτηδευμένης υπερπροβολής εικαζόμενων γεγονότων - για τα οποία το κοινό ελάχιστα γνωρίζει και τίποτα δεν μπορεί να κάνει για να τα επηρεάσει - δεν συνιστά ενημέρωση.
Αυτός είναι και ο μόνος λόγος για τον οποίο συμμετέχω στην δημόσια συζήτηση. Προσπαθώντας να μετριάσω την υπερβολή σε ένα τομέα τον οποίο εντελώς τυχαία, εξαιτίας ειδίκευσης στο γνωστικό αντικείμενο, γνωρίζω λίγο καλύτερα από τους περισσότερους δημοσιογράφους.
Ως συγγραφέας του παρόντος άρθρου οφείλω να αναφέρω ότι οι απόψεις που θα διαβάσετε δεν εκφράζονται για πρώτη φορά. Αντιθέτως, σχεδόν όλα όσα ακολουθούν είναι θέσεις που έχουν ήδη διατυπωθεί εκτενώς σε αυτές τις σελίδες.
Στις 17 Αυγούστου είχα υποστηρίξει ότι η Βόρεια Κορέα είναι ένας ορθολογικός διεθνής παίκτης με συγκεκριμένη στρατηγική η οποία δεν επιδιώκει την σύγκρουση. Στη συνέχεια, στις 31 Αυγούστου είχα επιχειρήσει να εξηγήσω γιατί ακόμη και οι βαλλιστικές δοκιμές πάνω από την Ιαπωνία δεν είναι προοίμιο πολέμου. Τέλος, την 04 Σεπτεμβρίου είχα παραθέσει ορισμένες πληροφορίες οι οποίες συνέτειναν στην άποψη ότι η τελευταία δοκιμή της Β. Κορέα δεν ήταν μια έκπληξη για την Δύση. Οι απόψεις μου ήταν αποτέλεσμα προσωπικής εκτίμησης δημόσια διαθέσιμων πληροφοριών προς τις οποίες παρείχα πάντοτε ενεργούς υπερ-συνδέσμους προκειμένου ο αναγνώστης να έχει πρόσβαση στις ίδιες πηγές με εμένα.
Αυτό το άρθρο διαφέρει. Δεν θα παραθέσω νεότερα στοιχεία ούτε συνδέσμους. Θα αξιοποιήσω τα προηγούμενα άρθρα και θα παραθέσω τέσσερα βασικά γεγονότα τα οποία, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να είναι ο οδηγός κάθε σκεπτόμενου αναγνώστη κάθε φορά που διαβάζει οτιδήποτε για την κρίση. Ας το ονομάσω «Οδηγίες Ορθολογικής Προσέγγισης των Ειδήσεων».
1ο γεγονός: Η Β. Κορέα είναι πυρηνική δύναμη. Επίσης έχει λειτουργικούς διηπειρωτικούς πυραύλους. Δεν έχει καμία πρόθεση να τα χρησιμοποιήσει εκτός της περίπτωσης που το καθεστώς δεν έχει άλλη επιλογή – μόλις δηλαδή απειληθεί η εξουσία του Κιμ. Γνωρίζοντας αυτό θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι αποκλείεται κάθε χρήση οποιασδήποτε μορφής στρατιωτικής δύναμης εναντίον της Β. Κορέας. Δεν υφίσταται καμία πραγματικά ρεαλιστική (τεχνικά μιλώντας) δυνατότητα για «αποκεφαλισμό της βορειοκορεατικης ηγεσίας» για «χειρουργικά χτυπήματα», για «ενέργειες των Νοτιοκορεατών Ειδικών Δυνάμεων» ή ό,τι άλλο κυκλοφορεί στο διαδίκτυο ή στα ΜΜΕ. Το καθεστώς του Κιμ μπορεί να ξεκινήσει ανεξέλεγκτο πόλεμο ακόμη και αν αισθανθεί μια ακαθόριστη αύρα απειλής. Η εκδοχή αυτή δεν ευνοεί κανέναν.
2ο γεγονός (ενισχυτικά στο 1ο): Χωρίς την ενεργή συμμετοχή της Νότιας Κορέας και την ανοχή της Κίνας και της Ιαπωνίας δεν μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή κανένα στρατιωτικό σχέδιο των ΗΠΑ ενάντια στη Βόρεια Κορέα (το γιατί δεν χωρά να εξηγηθεί εδώ, θα απαιτούσε ένα ξεχωριστό άρθρο για την γεωπολιτική και τις συμμαχίες των ΗΠΑ). Αφήνοντας κατά μέρος την Κίνα και την Ιαπωνία για λόγους έκτασης του άρθρου ας εξηγήσω τι μπορεί να σημαίνει η ενεργός συμμετοχή της Νότιας Κορέας. Από υλικής πλευράς σημαίνει την πιθανότατη ολοσχερή καταστροφή της πρωτεύουσας της (Σεούλ) καθώς και ανυπολόγιστες καταστροφές στο σύνολο των υποδομών της χώρας συμπεριλαμβανόμενης μιας μείζονος κλίμακας πυρηνικής μόλυνσης (από την καταστροφή στα πυρηνικά εργοστάσια). Εκτιμήσεις για μαζικές απώλειες της τάξεως του 1 – 2 εκ. αμάχων για τις πρώτες 20 μέρες του πολέμου και στη συνεχεία για απώλειες 5.000 - 20.000 ατόμων την ημέρα (στρατιώτες και άμαχοι) εξαιτίας της πυκνότητας του πληθυσμού και της πιθανής συνδυασμένης χρήσης πυρηνικών, βιολογικών, χημικών και συμβατικών όπλων είναι, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Πενταγώνου, εντελώς ρεαλιστικές (μόνο η Σεούλ έχει 10 εκ. πληθυσμό ενώ από τον συνολικό πληθυσμό της Ν. Κορέας περίπου 7 εκ. είναι άνω των 65 ετών και 7 εκ. κάτω των 14 ετών με ό,τι αυτό συνεπάγεται για περίοδο πολέμου). Πρόκειται για ένα αδύνατο σενάριο.
3ο γεγονός: Η Β. Κορέα, ως ορθολογικός παίκτης, γνωρίζει ότι όλα τα παραπάνω, μαζί με τις εγγυήσεις της Κίνας, αποτελούν την ασφάλεια της έναντι απρόκλητου πλήγματος εκ μέρους των ΗΠΑ. Συνέπεια αυτού όλες οι δοκιμαστικές εκτοξεύσεις των βαλλιστικών συστημάτων καταλήγουν (και θα συνεχίσουν να καταλήγουν) στα νερά του Ειρηνικού. Θα πετούν αρκετά μακριά, για να δίνει ένα σαφές μήνυμα στους «ενδιαφερόμενους», αλλά ταυτόχρονα θα πέφτουν εξίσου μακριά από τις ακτές ή/και το έδαφος των ΗΠΑ και των συμμάχων τους (ένα υπολογισμένο ρίσκο ήταν η πτήση πάνω από την Ιαπωνία εξαιτίας της πιθανότητας αστοχίας υλικού και πτώσης του πυραύλου).
4ο γεγονός (συνδυαστικά με το 1ο και 3ο): Δεν έχουμε καμία ένδειξη ότι η Βόρεια Κορέα θα δεχόταν κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες να τερματίσει το πυρηνικό της πρόγραμμα ή να καταστρέψει τα υπάρχοντα όπλα. Αντιθέτως έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι η Βόρεια Κορέα θα θελήσει να παραμείνει πυρηνική δύναμη με κάθε κόστος. Επίσης είναι σημαντικό να μην υποτιμάμε τις τεχνολογικές δυνατότητες που η ίδια ενδεχομένως έχει αναπτύξει.
Η θέση: Η πρώτη αναγκαία αν και όχι ικανή (επαρκής) συνθήκη για την αποκλιμάκωση της κρίσης είναι η καταρχήν επίτευξη ενός αρχικού επιπέδου ελάχιστης αμοιβαίας εμπιστοσύνης και συνεννόησης μεταξύ των υπολοίπων εμπλεκομένων: ΗΠΑ, Κίνα, Ν. Κορέα, Ιαπωνία, Ρωσία ( ; ). Κανένας μείζων δρών δεν μπορεί μόνος του να επιτύχει. Η δεύτερη συνθήκη (που προϋποθέτει πρώτη και προσθέτει την επάρκεια) είναι η ανάληψη εκ μέρους της Κίνας και της Νότιας Κορέας της ευθύνης κατάρτισης ενός συνεκτικού σχεδίου για την αποκλιμάκωση αξιοποιώντας διμερείς επαφές με την Β. Κορέα και αφήνοντας στις ΗΠΑ την προώθηση του στους διεθνείς θεσμούς και την Δύση.
*Ο Ανδρέας Λιούμπας είναι Υποψήφιος διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ειδικευόμενος στην κινέζικη στρατηγική. Ερευνητής στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων και Αρωγό Μέλος της Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων. Πλήρες βιογραφικό: https://www.linkedin.com/in/andreaslioumpas/