Ο Ερντογάν είναι κερδισμένος στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ. Και αυτό θα το «πουλήσει» στο εσωτερικό του, λέγοντας ότι παρέμεινε μέχρι τέλους αδιάλλακτος και υποχρέωσε Σουηδία και Φινλανδία να κάνουν παραχωρήσεις έναντι του, οι οποίες συμπεριλαμβάνουν ακόμη και νομοθετικές αλλαγές σε σχέση με τις, κατά τον Στόλτενμπεργκ, δικαιολογημένες ανησυχίες γύρω από την ασφάλεια της Τουρκίας.
Κερδισμένος είναι και ο Στόλτενμπεργκ, ο οποίος χειρίστηκε την κατάσταση με τέτοιο τρόπο ώστε να κατευναστεί ο Ερντογάν, αν επρόκειτο ο τελευταίος να επέμενε μέχρι τέλους. Κερδισμένος είναι και ο Μπάιντεν, όπως και οι ΗΠΑ, καθώς διευρύνουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην Ευρώπη, σύμφωνα με χθεσινή ανακοίνωση, αλλά και το ΝΑΤΟ επεκτείνεται σε δύο νέες -μέχρι πρότινος με ανεξάρτητο στάτους- χώρες απέναντι από τη Ρωσία.
Κεντρικό φυσικά πρόσωπο ο Ερντογάν, ο οποίος έχει να υποστηρίζει ότι κατάφερε αυτό που ο Μπάιντεν υποτίθεται ότι ήθελε να αποφύγει, δηλαδή μια συνάντηση μαζί του. Έχει την σημασία του αυτό, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος αποφεύγει να συναντά αυταρχικούς ηγέτες. Συνάντησε ωστόσο τον Ερντογάν, ενδεχομένως παρά τη θέλησή του, όπως ίσως θα να κάνει το ίδιο με τον Πρίγκηπα της Σαουδικής Αραβίας.
Και έχουν τη σημασία τους τα παραπάνω, γιατί δείχνουν ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία αναγκάζει τις ΗΠΑ να προσαρμόζουν την εξωτερική τους πολιτική σε ένα πιο συναλλακτικό τρόπο άσκησης, κάτι που πρέπει να αρχίσει να μας απασχολεί ιδιαίτερα. Διότι εμείς, προκειμένου να υποστηρίξουμε την Ουκρανία στον πόλεμο με τη Ρωσία, προτάσσουμε τα ζητήματα δημοκρατίας, αρχών και αξιών, ωστόσο οι ΗΠΑ αναπτύσσουν πλέον μια realpolitik, καθώς ο πόλεμος έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα. Και η Αθήνα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψιν της αυτή την εξέλιξη.
Έτερος λόγος για τον οποίο είναι κερδισμένος ο Ερντογάν είναι η αναφορά μέσω του τριμερούς μνημονίου Τουρκίας- Σουηδίας- Φινλανδίας, έστω χωρίς απαραιτήτως πρακτική αξία, στη συμμετοχή της Άγκυρας στην Μόνιμη Διαρθρωμένη [Αμυντική] Συνεργασία (PESCO) της ΕΕ. Είναι το διευρυμένο σκέλος της ευρωπαϊκής άμυνας. Στην πράξη έρχεται το ΝΑΤΟ να προκαταλάβει τη στάση δύο κρατών – μελών της ΕΕ απέναντι στην Τουρκία σε σχέση με την PESCO. Αυτό είναι πολύ σοβαρό. Επιβεβαιώνει την τάση ότι το ΝΑΤΟ προσπαθεί να χειραγωγήσει αποφάσεις που αφορούν στην ευρωπαϊκή άμυνα.
Με βάση τις πρώτες διαρροές από τουρκικές πηγές, κάτι που δεν αναφέρεται στην ανακοίνωση της Ουάσιγκτον, ο Τζο Μπάιντεν υποσχέθηκε ότι θα προσπαθήσει να «επιλύσει» το θέμα της αγοράς F-16 από την Άγκυρα και να το «περάσει στο Κογκρέσο». Η διχογνωμία ανάμεσα στα δύο μέρη, μπορεί να αποδοθεί είτε στο γεγονός ότι κάθε πλευρά διαβάζει την συνάντηση κατά το δοκούν και κρατάει τα σημαντικότερα, είτε ότι υπάρχει μια διάθεση ο μεν Ερντογάν να απευθυνθεί στο εσωτερικό του ακροατήριο, ο δε Μπάιντεν να απευθυνθεί και σε άλλους συμμάχους.
Έχει την αξία του ότι στην ανακοίνωση του Λευκού Οίκου και στο σημείο ότι υπάρχει ανάγκη διατήρησης της σταθερότητας, το Αιγαίο προηγείται της Συρίας. Δείχνει αφενός την αμερικανική ανησυχία για το τι συμβαίνει στο Αιγαίο και τι θα μπορούσε να συμβεί, αφετέρου την πρόθεση τους, εφόσον αναθερμάνθηκαν οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκία (και η τελευταία πανηγυρίζει πρόωρα για τα F-16), να δείξουν στην Ελλάδα, ότι έθεσαν το θέμα στον Ερντογάν και έλαβαν από εκείνον κάποιες διαβεβαιώσεις ότι δεν πρόκειται να προκαλέσει κάποια κρίση με την Αθήνα.
Όσον αφορά στα F-16, ακόμη και αν αληθεύουν οι τουρκικές διαρροές ότι ο Μπάιντεν επιστρέφοντας στις ΗΠΑ, θα επιδιώξει να ασχοληθεί με το θέμα, αυτό δεν σημαίνει ότι παύει να υπάρχει το εμπόδιο του Κογκρέσου. Τυχόν άρση των επιφυλάξεων του Κογκρέσου δεν εξαρτάται μόνο από τον Μπάιντεν ή το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το υπ. Άμυνας που ούτως ή άλλως πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση, εξαρτάται από τις ενέργειες της ίδιας της Τουρκίας. Το Κογκρέσο θα επιδιώξει να λάβει κάποιες εγγυήσεις από την Άγκυρα που σχετίζονται περισσότερο με τη Ρωσία και λιγότερο με άλλα ζητήματα, προκειμένου να άρει τις επιφυλάξεις του για τα F-16 και να αποσύρει τον νόμο CAATSA.