Με βασικό εμπόδιο την αποδοχή εκ μέρους του Ζ. Ζάεφ της χρήσης erga omnes της νέας ονομασίας, συναντώνται στη Σόφια στις 17 Μαΐου οι πρωθυπουργοί Ελλάδας και πΓΔΜ, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής Ε.Ε. - Δυτικών Βαλκανίων, με σκοπό τη διατήρηση του μομέντουμ αλλά και του διαπραγματευτικού συνόλου που έχει δημιουργηθεί στη διάρκεια των εντατικών συνομιλιών Κοτζιά - Ντιμιτρόφ τους τελευταίους τρεις μήνες.
Όπως αναφέρει ο Φιλελεύθερος, σε σχέση με τα σενάρια που ανακυκλώνονται περί διετούς μεταβατικής περιόδου εφαρμογής και υλοποίησης της λύσης, παραλείπεται ένα σημαντικό στοιχείο: Χωρίς την πλήρη επικύρωση και εφαρμογή της λύσης (με μεταβατική φάση μόνο για πρακτικά θέματα, όπως π.χ. η αλλαγή των διαβατηρίων και άλλων εγγράφων κ.λπ.) δεν μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να δώσει το πράσινο φως στην Ε.Ε. για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων και στο ΝΑΤΟ για πρόσκληση για ένταξη της ΠΓΔΜ.
Ωστόσο, εάν ο κ. Ζάεφ στις 17 Μαΐου ανακοινώσει ότι αποδέχεται το erga omnes και τη συνταγματική κατοχύρωσή του, μικρή και διαδικαστική σημασία έχει ο ορισμός μεταβατικής περιόδου, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν θα εγκαταλείψει τη βασική θέση ότι θα προηγηθεί η λύση του ονοματολογικού πριν γίνει το οποιοδήποτε βήμα σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ.
Όταν ολοκληρωθεί η επικύρωση και εφαρμογή της συμφωνίας, είτε είναι δύο χρόνια είτε έξι μήνες, τότε η Ελλάδα θα δώσει το πράσινο φως και στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ.
Οι Ευρωπαίοι εταίροι επιθυμούν από την πλευρά τους τη λύση της διαφοράς, ώστε να δοθεί η έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων στην πΓΔΜ, ακόμη κι αν οι περισσότεροι είναι αρνητικοί σε έναν νέο κύκλο διεύρυνσης της Ε.Ε.
Κάθε θετικό μήνυμα που θα εκπεμφθεί από τη συνάντηση Αλέξη Τσίπρα - Ζόραν Ζάεφ (και ο κ. Ζάεφ έχει κάθε λόγο να στείλει τέτοια θετικά μηνύματα, τα οποία κρύβουν την ουσία της διαφοράς) θα μετατρέπεται σε μέσο πίεσης προς την ελληνική κυβέρνηση για να δώσει «επιτέλους ένα τέλος στην παράλογη διαφορά», όπως οι περισσότεροι εταίροι θεωρούν το ονοματολογικό.
Φωτογραφία: Eurokinisi