Η δρομολόγηση αποφάσεων για την συγκρότηση Ευρωπαϊκής Δύναμης Ταχείας Επέμβασης, ένα σχέδιο που μένει στα χαρτιά εδώ και δύο δεκαετίες, αναμένεται να βρεθεί στο τραπέζι των υπουργών Άμυνας της ΕΕ στην πρώτη με φυσική παρουσία τους συνάντηση στις Βρυξέλλες.
Η Ευρωπαϊκή Δύναμη 5.000 ανδρών που θα μπορεί να αναπτυχθεί άμεσα σε περιοχές κρίσης είναι πλέον στο τραπέζι σύμφωνα με ανώτατο Ευρωπαίο αξιωματούχο τον οποίο επικαλούνται το Reuters και το AFP.
Το σχέδιο αυτό υποστηρίζεται από 14 χώρες μέλη και στοχεύει στην ανάπτυξη των στρατιωτικών δυνατοτήτων της ΕΕ στο πλαίσιο της συνολικής στρατηγικής που θα αποφασιστεί το 2022 και θα αποκαταστήσει μια ισορροπία ώστε η ΕΕ εκτός της ήπιας ισχύος που ασκεί μέσω της οικονομίας, του εμπορίου, του πολιτισμού, να ανακτήσει και στρατηγικό ρόλο στις διεθνείς υποθέσεις.
Η Δύναμη αυτή όπως είπε ο Ευρωπαίος αξιωματούχος θα αποτελείται από μια Χερσαία και μια Αεροπορική συνιστώσα και πιθανότατα και από μια Ναυτική και θα εκπαιδεύεται και θα πραγματοποιεί ασκήσεις ώστε να είναι σε διαρκή ετοιμότητα.
Ο ίδιος αξιωματούχος μάλιστα ανέφερε ως ένα πεδίο ανάπτυξης της Δύναμης την περίπτωση π.χ. μιας νόμιμης κυβέρνησης οποία κινδυνεύει να ανατραπεί από μια τρομοκρατική οργάνωση.
Οι 14 χώρες που υποστηρίζουν το εγχείρημα είναι η Αυστρία, το Βέλγιο, η Κύπρος, η Τσεχία, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Σλοβενία και η Ισπανία.
Για τη χώρα μας είναι εξαιρετικά σημαντική η συμμετοχή σε αυτό το εγχείρημα, καθώς θα ενισχύει τον ρόλο της στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής, θα ωφελήσει τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις η διαλειτουργικότητα με τις Ένοπλες Δυνάμεις των ευρωπαϊκών εταίρων και θα ανοίξει ορίζοντες και για την άσκηση ήπιας διπλωματίας σε περιοχές που μέχρι τώρα ήταν «μακριά» για την ελληνική εξωτερική πολιτική.
Η πρόταση αυτή είχε για πρώτη φορά τεθεί προς συζήτηση το 1999, το 2007 η ΕΕ είχε προωθήσει μια μάχιμη Δύναμη (battle groups) 1.500 ανδρών που ποτέ όμως δεν ενεργοποιήθηκε, αλλά η δομή της μπορεί να αποτελέσει τη βάση για τη συγκρότηση της νέας Δύναμης.
Η ΕΕ από φέτος έχει διαμορφώσει κοινό προϋπολογισμό για την ανάπτυξη εξοπλιστικών προγραμμάτων και διαμορφώνει το Στρατηγικό Δόγμα της ΕΕ το οποίο θα είναι έτοιμο το 2022 και θα έρχεται να καλύψει το σημαντικό κενό, που στερεί την ΕΕ από τη διεκδίκηση ενός σημαντικού και αποφασιστικού ρόλου στις διεθνείς εξελίξεις και στις παγκόσμιες κρίσεις.
Απαιτείται βεβαίως η επίτευξη συναίνεσης, καθώς το ζήτημα της κοινής Ευρωπαϊκή Άμυνας αποτελεί διαχρονικά πεδίο αντιπαράθεσης στο εσωτερικό της ΕΕ, αν και μετά την αποχώρηση της Βρετανίας, έχει εκλείψει το μεγαλύτερο εμπόδιο, μια και το Λονδίνο διαχρονικά υποστήριζε την Ατλαντική διάσταση της ευρωπαϊκής άμυνας και αντιτάσσονταν σε αμιγώς ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες από τον φόβο περιορισμού της εθνικής «κυριαρχίας» και της «ανεξαρτησίας» του να παρεμβαίνει αυτόνομα σε θέματα απειλών ασφάλειας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Απότοκο και αυτό του παλιού αυτοκρατορικού παρελθόντος αλλά και της προσήλωσης στη διατλαντική σχέση και στο ΝΑΤΟ.
Πάντως, η αποχώρηση από την ΕΕ της Βρετανίας, που παρά τα προβλήματα εξασφάλιζε την «ευρωπαϊκή» παρουσία σε μια σειρά περιοχές κρίσεων, καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη ανάπτυξης του βραχίονα της Κοινής Αμυντικής Πολιτικής.
Και η εμπειρία της θητείας του Ντ. Τραμπ, που πίεζε διαρκώς τους Ευρωπαίους εταίρους να αναλάβουν όλο και μεγαλύτερο μερίδιο της ευρωπαϊκής άμυνας ακόμη και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, επίσπευσαν αυτές τις διεργασίες στο εσωτερικό της ΕΕ για ανάπτυξη παράλληλων αυτόνομων δομών που θα μπορούν να αναλαμβάνουν δράση ακόμη και χωρίς τη συμφωνία των ΗΠΑ.
Ο Ύπατος Εκπρόσωπος Ζ. Μπορέλ, που σύμφωνα με τα διεθνή πρακτορεία θα πιέσει για την αποστολή μιας αποστολής στην Μοζαμβίκη για την εκπαίδευση του Στρατού της στον αγώνα τους εναντίον των τζιχαντιστών στο βόρειο τμήμα της χώρας, έχει επανειλημμένα τονίσει την ανάγκη η ΕΕ να «μάθει και την γλώσσα της ισχύος» και έχει ασκήσει κριτική στην αδυναμία παρέμβασης σε περιπτώσεις όπως εκείνη της Λιβύης.