Του Νίκου Μελέτη
Πριν υπάρξει έστω και ένδειξη αλλαγής της στάσης της πΓΔΜ στο μείζον ζήτημα της erga omnes χρήσης της νέας ονομασίας και αλλαγής του Συντάγματος, στην Αθήνα επιχειρήθηκε να δημιουργηθεί κλίμα «μεταβατικού χρονοδιαγράμματος» ή νέας «ενδιάμεσης συμφωνίας» ενόψει της συνάντησης Τσίπρα- Ζάεφ στη Σόφια στις 17 Μαΐου, σενάρια που προκαλούν σύγχυση και διευκολύνουν τους ελιγμούς της σκοπιανής πλευράς.
Η ελληνική κυβέρνηση, με δεδομένα τα εσωτερικά προβλήματα που έχει με αφορμή το ονοματολογικό, καθώς ο Πάνος Καμμένος δεν μπορεί να βρει πειστικό τρόπο για «κολοτούμπα» και ψήφιση μιας συμφωνίας που θα περιέχει τον όρο «Μακεδονία», αλλά και την μέχρι τώρα άρνηση του κ. Ζάεφ να αποδεχθεί την ελάχιστη κόκκινη γραμμή που η ίδια η κυβέρνηση έχει θέσει, άφησε να καλλιεργούνται σενάρια περί «μεταβατικού χρονοδιαγράμματος».
Συγχρόνως θέλοντας να μεταφέρει το δικό της πρόβλημα στην αυλή της αντιπολίτευσης και κυρίως της ΝΔ, ενέπνευσε την «Αυγή» να δημοσιεύσει άρθρο στο οποίο «σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές» έγινε βολιδοσκόπηση παραγόντων από τις Βρυξέλλες για την ψήφιση της Συμφωνίας με ενισχυμένη πλειοψηφία 180 εδρών.
Το άρθρο αυτό αποκαλύπτει την αγωνία της κυβέρνησης να βρεθεί εκβιαστικά η αναγκαία πλειοψηφία, η οποία θα στηρίξει ουσιαστικά την παραμονή της στην εξουσία υπερψηφίζοντας ενδεχόμενη συμφωνία για το Σκοπιανό, και έτσι με τρόπο που μάλλον δεν θα ταίριαζε σε μια αριστερή κυβέρνηση η οποία δεν λαμβάνει εντολές έξωθεν, επικαλείται την… επιθυμία των Βρυξελλών για πλειοψηφία 180 ψήφων στη Βουλή.
Είναι δεδομένο ότι εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι εκείνο των Μνημονίων που οι «Βρυξέλλες» και ως κράτη-μέλη του Eurogroup και ως Κομισιόν είχαν πιθανόν λόγο να παρεμβαίνουν και να απαιτούν από την αντιπολίτευση να ψηφίζει τα Μνημόνια (ως εγγύηση για εφαρμογή των συμφωνηθέντων και από επόμενες κυβερνήσεις), αλλά ουδεμία αρμοδιότητα ούτε όμως και ενδιαφέρον έχουν εάν την συμφωνία με την πΓΔΜ ή την Αλβανία θα την ψηφίσει ο κ. Μητσοτάκης ή ο κ. Λεβέντης.
Εξάλλου η συζήτηση αυτή επιχειρείται να ανοίξει πριν ακόμη προκύψει συμφωνία και ενώ ακόμη δεν είναι γνωστό εάν οι δυο πλευρές μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία και σε τι είδους συμφωνία.
Επί της ουσίας όμως των διαρροών και των μέχρι τώρα διαπραγματεύσεων ανακύπτουν ορισμένα κρίσιμα ερωτηματικά καθώς δίνεται η εντύπωση ότι επιχειρείται ίσως η άμβλυνση των αντανακλαστικών της κοινής γνώμης και η δημιουργία σύγχυσης για το τι μπορεί να προβλέπει αυτή η συμφωνία και ποια είναι η αξία των χρονοδιαγραμμάτων, των μεταβατικών περιόδων κλπ.
Η κυβέρνηση έχει θέσει μια τελευταία κόκκινη γραμμή την οποία ρητά έχουν επαναλάβει σε όλους τους τόνους τόσο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Νίκος Κοτζιάς: Για να υπάρξει συμφωνία πρέπει η άλλη πλευρά να συμφωνήσει σε erga omnes χρήση της νέας ονομασίας και να προχωρήσει σε συνταγματικές αλλαγές που είναι αναγκαίες για την κατοχύρωση της ενιαίας χρήσης της ονομασίας τόσο διεθνώς όσο και στο εσωτερικό. Και ο κ. Κοτζιάς έχει δημοσίως δηλώσει ότι μόνο εφόσον ολοκληρωθεί η επικυρωτική διαδικασία, θα μπορέσει η Ελλάδα να συναινέσει στην απόφαση της Ε.Ε. για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ για την πρόσκληση της πΓΔΜ να ενταχθεί στη Συμμαχία.
Αυτοί είναι απολύτως μετρήσιμοι στόχοι και θέσεις. Οι διαρροές περί μεταβατικής περιόδου εφαρμογής και υλοποίησης της συμφωνίας διάρκειας δυο ετών αφήνουν πολλά ερωτηματικά.
Εάν η εκκρεμότητα που απομένει είναι η απόφαση του κ. Ζάεφ για την erga omnes χρήση και την αλλαγή του συντάγματος, τότε δεν έχει κανένα απολύτως νόημα ο ορισμός «μεταβατικής περιόδου 2 ετών». Εάν και όποτε ο κ. Ζάεφ συμφωνήσει σε αυτά είτε χρειασθούν 2 χρόνια είτε δύο ή έξι μήνες, αυτομάτως υπογράφεται η συμφωνία, επικυρώνεται από τα δυο κοινοβούλια, διεξάγεται το Δημοψήφισμα (εφόσον επιμείνει σε αυτό η σκοπιανή πλευρά), αλλάζει το Σύνταγμα και ξεκλειδώνει η ευρωατλαντική πορεία της πΓΔΜ.
Μεταβατικές περίοδοι για την εφαρμογή της συμφωνίας είναι προφανές ότι θα προβλέπονται σε πρακτικής φύσης θέματα, όπως η αντικατάσταση των διαβατηρίων, των διπλωμάτων οδήγησης, των δημοσίων εγγράφων, λογοτύπων, των αστυνομικών ταυτοτήτων κλπ. Όλα τα θέματα δηλαδή που θα καλύπτονται από την συμφωνία αλλά πρακτικά δεν μπορεί να υλοποιηθούν σε μια ημέρα.
Αν όμως υπάρχουν σκέψεις το «μεταβατικό χρονοδιάγραμμα» να αφορά την μετάθεση στο μέλλον της ρητής υιοθέτησης της erga omnes χρήσης και της αλλαγής στο Σύνταγμα που θα κατοχυρώνουν αυτό το εύρος χρήσης, ενώ η ελληνική πλευρά θα βρεθεί έτσι υπό την πίεση και με το επιχείρημα της «διευκόλυνσης» της κυβέρνησης Ζάεφ, να δώσει το πράσινο φως σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ, τότε είναι μια μεθόδευση την οποία πιθανόν εύχεται ο κ. Ζάεφ, αλλά δεν μπορεί να αντέξει μια ελληνική κυβέρνηση ακόμη και αυτή η οποία μετέτρεψε το «Όχι» σε «Ναι» στο δημοψήφισμα του 2015.
Επίσης κάθε προσπάθεια «στρογγυλέματος» του erga omnes και του περιεχομένου της συνταγματικής αλλαγής, κάτι που επιχειρήθηκε από τον κ. Ζάεφ σε πρόσφατες συνεντεύξεις του, με τον περιορισμό της συνταγματικής αλλαγής στην «παραχώρηση στην Ε.Ε. κυριαρχικών δικαιωμάτων» και με κάποια προσθήκη ότι η «Δημοκρατία της Μακεδονίας θα έχει πλέον όνομα στις διεθνείς σχέσεις της π.χ. Άνω Μακεδονία», είναι προφανές ότι οδηγούν στη χειρότερη έκβαση για την Ελλάδα, δηλαδή στη διπλή ονομασία.
Επίσης σε αυτή την κρίσιμη εβδομάδα για το Σκοπιανό, δεν θα πρέπει η συζήτηση για το εύρος χρήσης και το Σύνταγμα, να αποσπάσουν την προσοχή στο άλλο σκέλος του ισορροπημένου συμβιβασμού που αναζητούν οι δυο πλευρές, στο θέμα της ταυτότητας που μέχρι στιγμής το μόνο που είναι γνωστό είναι ότι η ελληνική πλευρά έχει αποδεχθεί την καταγραφή της γλώσσας ως «Μακεδονικής» με την επιδίωξη να υπάρχει αναφορά ότι ανήκει στη σλαβική οικογένεια γλωσσών. Και προφανώς η γλώσσα αποτελεί μόνο ένα μέρος των θεμάτων ταυτότητας, στα οποία θα υποχωρήσει η Αθήνα επιδιώκοντας την επίτευξη συμβιβασμού...