Ήταν μια συνάντηση η οποία επιβεβαίωσε το βαθύ χάσμα που υπάρχει μεταξύ της κυβέρνησης Μπάιντεν και του καθεστώτος Ερντογάν, την διεύρυνση της απόστασης της Τουρκίας από την Δύση και τις ευρωπαϊκές Αρχές και αξίες και ανέδειξε τον επαμφοτερίζοντα ρόλο της Άγκυρας σε μια σειρά διεθνείς κρίσεις. Όπου ο ρόλος που επιλέγει είναι απέναντι στα συμφέροντα της Δύσης.
Όμως και η άλλη συνάντησή, αυτή του προέδρου Ερντογάν με τον Γάλλο πρόεδρο Εμ. Μακρόν, αποκάλυψε την οργή της Τουρκίας για την ελληνογαλλική συμμαχία, καθώς όπως ο ίδιος είπε, εξέφρασε την ανησυχία του στον Γάλλο πρόεδρο για τους εξοπλισμούς της Ελλάδας από την Γαλλία.
Πάντως, απαιτούνται άμεσες διευκρινήσεις από το Παρίσι και την Ρώμη για το εάν πράγματι οι δυο ευρωπαϊκές χώρες προσέφεραν στην Τουρκία την συμμετοχή της στο πρόγραμμα παραγωγής του πυραυλικού συστήματος «SAMP-T» από την ιταλογαλλική κοινοπραξία EUROSAM, όπως δήλωσε ο κ. Ερντογάν.
Ο Τούρκος πρόεδρος θέλησε να αγνοήσει το ανακοινωθέν του Λευκού Οίκου που ανέφερε ότι στην ατζέντα βρέθηκε η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο και απαντώντας σε ερώτηση στη συνέντευξη Tύπου ισχυρίσθηκε ότι θέμα Ανατολικής Μεσογείου δεν συζητήθηκε...
Δυο συναντήσεις σε μια ιδιαίτερα παράξενη συγκυρία για την Τουρκία που έχει διαρκείς αψιμαχίες και με την «σύμμαχο» της Ρωσία αλλά και την Κίνα με αφορμή κυρίως τις επεκτατικές επιδιώξεις της σε Μαύρη Θάλασσα και Συρία.
Ο κ. Μπάιντεν σε αντίθεση με την προηγουμένη συνάντηση που είχε με τον Τούρκο ηγέτη τον Ιούλιο στις Βρυξέλλες, δεν χαρίστηκε, θέτοντας μια σειρά ζητήματα τα οποία καίνε τον Τ. Ερντογάν καθώς αφορούν τον πυρήνα της καθεστώτος και της διακυβέρνησης του: τις παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων και του Κράτους Δικαίου. Και έτσι επιβεβαιώθηκε ότι η επιστολή που υπέγραψε ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Άγκυρα για την υπόθεση Οσμαν Καβάλα δεν ήταν απλώς δική του προσωπική πρωτοβουλία.
Συγχρόνως όμως ο κ. Ερντογάν που ήλπιζε ότι μια εύκολη «νίκη» στο θέμα των F-16 η στην αμερικανική στήριξη στο YPG θα δικαιολογούσε το αφήγημα του για την ισχυρή Τουρκία που συνομιλεί ισότιμα και επιβάλλει τις θέσεις της στις ΗΠΑ, η συνάντηση με τον πρόεδρο Μπάιντεν μάλλον αποτελεί πλήγμα στο προφίλ που θέλει να καλλιεργήσει.
Πάντως, υπήρξε διάθεση για διαχείριση των «διαφορών» και αποφυγή μιας χωρίς επιστροφή σύγκρουσης και αυτό δείχνει ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν εύκολα και αμαχητί την Τουρκία, αλλά αυτό θα γίνει με τους όρους που θέτει η Ουάσιγκτον.
Ο κ. Ερντογάν εξέφρασε ικανοποίηση, μέσω της ανακοίνωσης της τουρκικής Προεδρίας επειδή… συμφώνησαν με τον Μπάιντεν στην αύξηση των εμπορικών συναλλαγών και σε βήματα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής καθώς και για την συγκρότηση κοινού μηχανισμού για προώθηση των σχέσεων.
Φυσικά, δεν ήταν αυτός ο στόχος της επιμονής του κ. Ερντογάν επί εβδομάδες, να συναντήσει τον Τ. Μπάιντεν.
Τα θέματα τα οποία ήλπιζε να κλείσουν σε μια τέτοια συνάντηση, έμειναν διάπλατα ανοικτά και θα συνεχίζουν να δηλητηριάζουν τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, ο Τ. Μπάιντεν εξέφρασε την επιθυμία του για εποικοδομητικές σχέσεις με την Τουρκία και για την «αποτελεσματική διαχείριση των διαφωνιών».
Με την εξαίρεση του Αφγανιστάν όπου οι δυο πλευρές συζήτησαν τρόπους συνεργασίας ειδικά στην προσφορά ανθρωπιστικής βοήθειας, στην πολιτική διαδικασία της Συρίας, τις εκλογές στη Λιβύη, την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο τις διπλωματικές προσπάθειες στον Καύκασο, οι διαφορές μεταξύ των δυο χωρών είναι μεγάλες…
Όμως ακόμη πιο σταθερή μένει η αντίθεση των ΗΠΑ στην υπόθεση των S-400 καθώς όπως τονίσθηκε και από αξιωματούχο του Λευκού Οίκου μετά την συνάντηση είναι ζήτημα που επηρεάζει όλο το φάσμα των σχέσεων των δυο χωρών. Και αυτό σημαίνει ότι δεν πρόκειται να υπάρξει Προεδρική παρέμβαση στην υλοποίηση του νόμου CAATSA για την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία.
Στο θέμα των F-16 η απάντηση του κ. Μπάιντεν στο αίτημα του Τούρκου προέδρου ήταν απογοητευτική για την Τουρκία, καθώς ο πρόεδρος Μπάιντεν έδειξε την εξελισσόμενη διαδικασία η οποία φυσικά δεν αφορά την έγκριση της πώλησης μόνο από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αλλά και από το Κογκρέσο και την Γερουσία που υπάρχει σαφώς αντιτουρκικό κλίμα.
Το «αγκάθι» της Συρίας
Σύντομα οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις θα υποστούν μια σκληρή δοκιμασία όχι μόνο με την υπόθεση των F-16, αλλά με αφορμή την Συρία που αποτελεί μεγάλο αγκάθι.
Η Τουρκία την περασμένη εβδομάδα ενέκρινε την πρόταση της κυβέρνησης Ερντογάν για παράταση δυο ετών της εξουσιοδότησης για στρατιωτικές επιχειρήσεις εκτός τουρκικού εδάφους σε Συρία και Ιράκ. Δυο περιοχές στις οποίες είναι γνωστή και δηλωμένη η έντονη διαφωνία των ΗΠΑ για κάθε τουρκική παρέμβαση, καθώς στη Συρία στρέφεται εναντίον των συμμάχων τους των Κούρδων του YPG και στο Ιράκ απειλούν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας.
Τις τελευταίες ημέρες η Τουρκία αναπτύσσει στρατεύματα στα σύνορα με τη Συρία και συνεχίζει να πλήττει τις θέσεις του YPG. Εναντίον του YPG έχουν στραφεί και αντιπολιτευόμενοι μαχητές που υποστηρίζονται από την Τουρκία. Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να κάνουν κοινές ασκήσεις με το YPG στο Ντέιρ εζ-Ζουρ της Συρίας, η Ρωσία και οι δυνάμεις του Άσαντ κάνουν κοινές ασκήσεις στο Ταλ Ταμρ, που σύμφωνα με πληροφορίες θα αποτελεί στόχο σε μια νέα τουρκική επιχείρηση.
Η Τουρκία αναπτύσσει στρατεύματα και οχήματα, συνεχίζει να πλήττει το ΡΚΚ/YPG ενώ αντιπολιτευόμενοι μαχητές που υποστηρίζονται από την Άγκυρα συγκρούονται με το ΡΚΚ/YPG, διαμορφώνοντας ετσι ένα εκρηκτικό σκηνικό.
Οι τουρκικές κινήσεις στην Συρία προκάλεσαν την αντίδραση και της Κίνας.
Ο Κινέζος αναπληρωτής μόνιμος αντιπρόσωπος στα Ηνωμένα Έθνη Γκενγκ Σιουάνγκ επιτέθηκε με σφοδρότητα στην Τουρκία χαρακτηρίζοντας παράνομες τις τουρκικές επιχειρήσεις στη Βορειοανατολικοί Συρία και άσκησε κριτική επίσης στην Άγκυρα για την διακοπή της υδροδότησης μεγάλων περιοχών στη Βόρειο Συρία
«Η Κίνα προτρέπει την Τουρκία να συμμορφωθεί με το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, να προστατεύσει τους πολίτες, να διατηρήσει τις επιχειρήσεις υποδομής και να εγγυηθεί ανθρωπιστική πρόσβαση στον ΟΗΕ», ανέφερε ο πρεσβευτής. Είχε προηγηθεί και η συνυπογραφή από την Τουρκία επιστολής 43 χωρών, μεταξύ των οποίων και οι ΗΠΑ που καλούσαν την Κίνα να σεβαστεί τα δικαιώματα των μουσουλμάνων Ουϊγούρων.
Όμως τα σύννεφα παραμένουν και με την Ρωσία. Η επιστράτευση των τουρκικών drones Bayraktar TB2 από την ουκρανική κυβέρνηση για να επιτεθεί σε θέσεις ρωσόφωνων στην Ανατολική Ουκρανία προκάλεσε την αντίδραση της Μόσχας η οποία προειδοποίησε ότι η ανάπτυξη των τουρκικών drones απειλεί με αποσταθεροποίηση την περιοχή. Ο ίδιος ο Σ. Λαβρόφ μετέφερε την εντονότατη ενόχληση της Μόσχας στη συνάντηση που είχε με τον Tούρκο ομόλογο του Μ. Τσαβουσογλου στη Ρώμη.
Ο κ. Τσαβουσογλου υποχρεώθηκε να προβεί σε απολογητική δήλωση τονίζοντας ότι η «Τουρκία δεν μπορεί να κατηγορηθεί για την ανάπτυξη των τουρκικών drones στην Ουκρανία» διότι όπως με αφοπλιστική αφέλεια υποστήριξε «μετά την πώληση τους τα Drones δεν είναι πια τουρκικά…».