Της Δρ. Μαρίας Χρ. Αλβανού*
Η πρώτη φάση της εμφάνισης της ισλαμιστικής τρομοκρατίας στην Ευρώπη, με κύριο εκφραστή την Al Qaeda, έφερε σε επαφή τη γηραιά ήπειρο με τις επιθέσεις αυτοκτονίας, που ο περισσότερος κόσμος είχε ταυτίσει με την τρομοκρατική δράση στη Μέση Ανατολή. Το ευρωπαϊκό ντεμπούτο της μεθοδολογίας είχε γίνει σε Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο (επιθέσεις Μαδρίτης και Λονδίνου αντίστοιχα). Η Αl Qaeda ως δίκτυο είχε καταφέρει να στρατολογεί υποψήφιους «μάρτυρες», ανθρώπους πρόθυμους να δώσουν τη ζωή τους για να σκοτώσουν τον μισητό εχθρό, «άπιστους» και «διεφθαρμένους» δυτικούς, «απόγονους των σταυροφόρων».
Παρά την πολιτική πτυχή της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, σε επίπεδο αυτουργού η θρησκευτική παράμετρος των επιθέσεων αυτοκτονίας είναι έντονα παρούσα. Οι «μάρτυρες» διατρανώνουν με τη φονική τους πράξη τη διαστρεβλωμένη και βίαιη εκδοχή του Ισλάμ στην οποία έχουν προσχωρήσει. Εκτός από τη γνωστή ιαχή «Allahu Akbar», στις αυτοκτονικές επιθέσεις του δικτύου της Al Qaeda υπήρχαν επιπλέον στοιχεία που αποδείκνυαν τη θρησκευτική (διαστρεβλωμένη επαναλαμβάνεται θεολογικά) διάσταση της πράξης: διαθήκες (συχνά σε βίντεο, γνωστές και ως video-testaments), χρήση αρωμάτων ταφής και σάβανα κάτω από τα ρούχα πριν από την επίθεση, ώστε ο shahid να είναι τελετουργικά έτοιμος κλπ.
Mάλιστα, η έγκαιρη εξακρίβωση τέτοιων στοιχείων από αρχές ασφάλειας ήταν πολύτιμη για την αποτροπή της τελικής εξέλιξης μιας επίθεσης αυτοκτονίας, γι''αυτό και περιγράφονται λεπτομερώς σχετικές οδηγίες στα αντιτρομοκρατικά εγχειρίδια. Επιπλέον οι ριζοσπαστικοποιημένοι στη φονική ισλαμιστική βία σε παρά πολλές περιπτώσεις ζούσαν ή είχαν ζήσει σε αυστηρό φονταμενταλιστικό θρησκευτικό περιβάλλον. Ο «μάρτυρας» που με την πρώτη σταγόνα αίματος είναι σε θέση να δει τον Αλλάχ αποτελούσε όνειρο και ύψιστη τιμή και έτσι όχι μόνο δεν λογάριαζε τη ζωή του, αλλά ακριβώς πόνταρε στην απώλεια της. Και φυσικά επιχειρησιακά, για το δίκτυο της Al Qaeda τα πρακτικά πλεονεκτήματα των επιθέσεων αυτοκτονίας ήταν μια «win win» επιλογή, αφού μεταξύ άλλων ακύρωνε την ανάγκη σχεδίου διαφυγής και προκαλούσε επιπλέον τρόμο (ως ακατανόητη ενέργεια από τη Δύση).
Οι επιθέσεις αυτοκτονίας εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται και από το Daesh και η χρήση τους δεν προβλέπεται να τερματιστεί. Αποτελούν απόδειξη της προσήλωσης των «μαχητών» στα θρησκευτικά ιδεώδη της οργάνωσης, είναι επιχειρησιακό σύμβολο του jihad και γι'αυτό η έννοια του «μαρτυρίου» πρέπει να συντηρείται. Επίσης είναι στρατηγικό όπλο, που όμως δεν αποτελεί επιχειρησιακό μονόδρομο και (όπως έχει δείξει η ιστορία της τρομοκρατίας και σε άλλες περιπτώσεις, π.χ. τσετσενικές ομάδες) τέτοια χτυπήματα λαμβάνουν χώρα όταν προκύπτει μεγαλύτερο όφελος από ότι όταν χρησιμοποιούνται άλλες μορφές επιθέσεων. Σε πρόσφατες επιθέσεις του ισλαμιστικού δικτύου στην Ευρώπη παρατηρούμε μια διαφοροποίηση, που δείχνει να διαμορφώνει μια νέα επιχειρησιακή τάση: επιλέγονται μέθοδοι όπως η χρήση οχήματος ή μαχαιριού και όχι τόσο συχνά επιθέσεις αυτοκτονίας.
Τα γιλέκα εκρηκτικών αποδεικνύονται ψεύτικα (και τώρα και στην τελευταία επίθεση στο Λονδίνο) και ουσιαστικά λειτουργούν απλά εκφοβιστικά, αφού οι δράστες σκορπούν τον πανικό με την υποψία ανατίναξης, ειδικά κατά την καταδίωξη τους από τις αρχές. Οι τρομοκράτες ποντάρουν στην ατμόσφαιρα πανικού που προκαλούν οι επιθέσεις αυτοκτονίας, όμως δεν έχουν καμία πρόθεση να γίνουν «μάρτυρες». Αντίθετα προσπαθούν να διαφύγουν και του τόπου της τρομοκρατικής ενέργειας και της σύλληψης.
Ο δράστης της επίθεσης του Βερολίνου βρέθηκε και εξουδετερώθηκε στο Μιλάνο, και φυσικά αυτές τις ημέρες προηγήθηκε ανθρωποκυνηγητό ημερών πριν την εξουδετέρωση του οδηγού του οχήματος της επίθεσης στη Βαρκελώνη. Οι «μαχητές» των οποίων τη δράση αγκαλιάζει ως δική του το Daesh φέρουν σε πέρας επιθέσεις (πολύ) υψηλού ρίσκου, δεδομένου ότι είναι σαφές πώς οι αστυνομικές αρχές θα χρησιμοποιήσουν εναντίον τους πυρά και δεν θα διστάσουν καθόλου να τους εξουδετερώσουν. Όμως δεν επιλέγουν να γίνουν «μάρτυρες». Επιπρόσθετα σε πρακτικό επιχειρησιακό επίπεδο, χρήση οχήματος και μαχαιριού δεν απαιτεί περίπλοκη προετοιμασία και έτσι δεν προκύπτουν προηγούμενες ενδείξεις που οι αρχές να μπορούν εύκολα να διαγνώσουν και να προβούν σε συλλήψεις και αποτροπή της επίθεσης. Η τάση αυτή όμως φαίνεται να υποδηλώνει και μια σημαντική «ποιοτική» διαφορά που έχει να κάνει με το ανθρώπινο δυναμικό πίσω από την ισλαμιστική δράση στην Ευρώπη σε αυτή τη φάση.
Η «κατασκευή» ενός «μάρτυρα» δεν είναι κάτι τόσο απλό. Δεν αρκούν ούτε η «απανθρωποποίηση» («dehumanization»), η στέρηση δηλαδή ανθρωπίνων ιδιοτήτων από τον «άλλο», ώστε να είναι εφικτή η εν ψυχρώ δολοφονία του, ούτε η καλλιέργεια ή εκμετάλλευση ήδη φονικών ενστίκτων και ιδεών μίσους. Το να σκοτώσεις με μίσος και φανατισμό είναι πιο εύκολο από το να απαρνηθείς τη ζωή σου (έστω για να σκοτώσεις). Το ένστικτο αυτοσυντήρησης στον άνθρωπο είναι ισχυρότατο και για να υποχωρήσει, για να αντικατασταθεί με την απόλυτη σιγουριά της συνέχειας της ζωής και ύπαρξης σε έναν άλλον κόσμο (και μάλιστα με πλήρη δικαίωση στο πλάι του Θεού) χρειάζονται συγκεκριμένες συνθήκες και διαδικασίες. Η δημιουργία ενός δολοφόνου λοιπόν είναι πιο εύκολη από τη δημιουργία ενός «μάρτυρα».
Επιπρόσθετα, ο χαρακτήρας του networking και της χαλαρής σύνδεσης με τον πυρήνα Daesh (που αγκαλιάζει ιδεολογικά ενέργειες δίνοντας μακρόθεν το brand name του) δεν ευνοούν συντονισμένες πρακτικές για τη δημιουργία στρατιάς «μαρτύρων». Δεν υπάρχουν οι συνθήκες του Λιβάνου το ΄80 (με δυνατότητα έξι μηνών προετοιμασίας του βομβιστή), ούτε του Ιράκ ή του Αφγανιστάν, όπου ο πόλεμος και η κοινωνικοποίηση στην καθημερινή βία δημιουργούσαν ιδανικούς υποψήφιους για επιθέσεις αυτοκτονίας σε μικρότερα χρονικά διαστήματα. Η ριζοσπαστικοποίηση σήμερα στην ισλαμιστική ιδεολογία γίνεται στην Ευρώπη κυρίως μέσα από τα λεγόμενα virtual mosques, με πληθώρα on line jihadi ρητορικής. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζεται και η δύναμη της φυσικής παρουσίας ενός ιμάμη (όπως εξετάζεται στην παρούσα ισπανική περίπτωση), τις περισσότερες φορές με "χαρισματική προσωπικότητα", ο οποίος κάποιες φορές ακόμη και με παραποιημένα θρησκευτικά κείμενα (έχουν παρατηρηθεί και τέτοια φαινόμενα) διαχειρίζεται και εκμεταλλεύεται τα όποια ζητήματα (κοινωνικά, οικονομικά, ταυτότητας) μπορεί να αντιμετωπίζουν οι νέοι αυτοί.
Οι «εγχώριοι» τρομοκράτες που «υιοθετεί» τη δράση τους το Daesh δεν αποτελούν «μοντέλα» θρησκευτικής ζωής, όχι μόνο από ισλαμιστική-διαστρεβλωμένη άποψη, αλλά ούτε και στα πλαίσια της συνήθους ισλαμικής πίστης και πρακτικής. Από την έρευνα της βιογραφίας τους προκύπτει συχνά ότι πίνουν αλκοόλ, έχουν σεξουαλικές σχέσεις και γενικότερα ζουν όπως ζουν εκατομμύρια συνομήλικοι τους στην Ευρώπη. Η επαφή τους με το Ισλάμ είναι τραγικά επιφανειακή (και αυτός είναι και ένας λόγος που εύκολα συγκροτούν ομάδες και στρατολογούνται υπό τις επιταγές ερμηνειών του Κορανίου που είναι διαστρεβλωμένες και καμία σχέση δεν έχουν με τη θρησκευτική πίστη και καθημερινότητα εκατομμυρίων μουσουλμάνων στον κόσμο). Μοιάζουν να συμμετέχουν σε πυρήνες τρομοκρατικής δράσης, όπως άλλοι συνομήλικοι τους συμμετέχουν σε συμμορίες απλής εγκληματικής δράσης.
Σε επίπεδο γειτονιάς και περιοχής, στα πλαίσια παρέας, φιλικών και οικογενειακών σχέσεων, σχηματίζονται και αναδύονται ομάδες που με απλά μέσα, χωρίς εξειδικευμένες γνώσεις, σκορπούν τον θάνατο. Με τα ανοιχτά σύνορα και την τεχνολογία, η επικοινωνία και όποια αναγκαία σχέση ή υποστήριξη (σε διάφορα επίπεδα) ανάμεσα σε τέτοιες ομάδες διαφορετικών ευρωπαϊκών χωρών είναι εύκολη. Η δυνατότητα να συμμετέχουν απλά και μόνο σκοτώνοντας στην καμπάνια τρόμου του Daesh και να ονομάζονται «μαχητές», φαίνεται να έχει αναβαθμίσει δράστες από το επίπεδο του εγκληματία των συμμοριών της περιοχής, στο επίπεδο τρομοκράτη με τον οποίον ασχολούνται τα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης και μπορεί να τρομοκρατεί χώρες ολόκληρες.
Το Daesh είναι κυρίως επικίνδυνο γιατί ανταποκρίνεται πλήρως στην έννοια της τρομοκρατίας, όπως αυτή αποδίδεται με την ελληνική λέξη. Έχει καταφέρει να επικρατεί η δύναμη, η ισχύς του τρόμου και μόνο με το άκουσμα ή την υποψία εμπλοκής της ως οργάνωσης πίσω από μια επίθεση. Σε αυτή τη φάση, ακόμη κι αν οι καινούργιοι «μαχητές» δεν μπορούν τόσο συχνά να φτάνουν τα ισλαμιστικά στάνταρντ αφοσίωσης των «μαρτύρων», και αυτή η ποιοτική διαφορά δρα και πάλι σε όφελος της οργάνωσης. Είναι μεγαλύτερη δεξαμενή στρατολόγησης ικανών και ψυχολογικά έτοιμων να δράσουν με αυτούς τους καινούργιους επιχειρησιακούς τρόπους που κάνουν δυσκολότερη τη δουλειά των αντιτρομοκρατικών αρχών. Με λιγότερη «θεολογική» ισλαμιστική αίγλη, αλλά με εξίσου και ίσως μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα η απλή επιχειρησιακά δράση των «τρομοσυμμοριών» θα συνεχίσει να μας απασχολεί, μέχρι μια καινούργια τάση να αποδειχτεί στρατηγικά πιο βολική.
*Η Δρ. Μαρία Χρ. Αλβανού είναι Εγκληματολόγος-Ειδική σε θέματα τρομοκρατίας, μέλος ερευνητικής ομάδας ITSTIME.