(Φωτ.: 16/03/2016 - Ρώσοι πιλότοι που μόλις έχουν αποβιβαστεί στην αεροπορική βάση Primorsko-Akhtarsk στη νότια Ρωσία από το ταξίδι της επιστροφής τους από τη Συρία.)
Του Ιπποκράτη Δασκαλάκη*
Η ανακοίνωση του Ρώσου Προέδρου, Vladimir Putin, για μερική αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων από τη Συρία υπήρξε περισσότερο αιφνιδιαστική από την ξαφνική, αλλά λίγο πολύ αναμενόμενη, ανάπτυξη τους τα τέλη του Σεπτεμβρίου 2015. Ποικίλες αιτιολογήσεις έχουν ήδη αρχίσει να προβάλλονται για τα αίτια της ρωσικής απόφασης. Ένα δεδομένο μάλλον δεν φαίνεται εύκολο να αμφισβητηθεί και αυτό αφορά την πατρότητα της ληφθείσης απόφασης. Ο Πρόεδρος Putin προχώρησε έξαφνα στη γνωστοποίηση της έναρξης της μερικής απόσυρσης των ρωσικών στρατευμάτων από τη Συρία, καθώς, όπως ανέφερε, έχουν επιτευχθεί σε μεγάλο μέρος οι αντικειμενικοί στόχοι της επέμβασης τους. Συγχρόνως επέδωσε σεμνά τα εύσημα στην αποτελεσματικότητα των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, αποφεύγοντας τις προ δεκαετίας φανφαρώδεις και οικτρά διαψευσθείσες δηλώσεις του τύπου «mission accomplished» Αμερικανού (τέως) συναδέλφου του.
Φυσικά οι πολιτικοί αναλυτές, εσωτερικού και εξωτερικού, αναλόγως των πεποιθήσεων και προτιμήσεων τους, αναφέρονται σε όλο το φάσμα των δυνατών αιτίων της αποχώρησης από μια αναγκαστική αναδίπλωση της ρωσικής «αρκούδας» υπό τον φόβο ενός νέου Αφγανιστάν μέχρι την πλήρη επικράτηση της στον χώρο της Μέσης Ανατολής και αποκατάσταση της στον θώκο της παγκόσμιας υπερδύναμης τύπου Σοβιετικής Ένωσης. Είθισται η αλήθεια να κινείται μεταξύ των δύο ακραίων θέσεων και ας προσπαθήσουμε ψύχραιμα να διακρίνουμε τα ρωσικά κέρδη και ζημιές από την επέμβαση αλλά και τις γενικότερες συνέπειες στην περιοχή. Βέβαια είναι πολύ νωρίς για να κρίνουμε τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα της ρωσικής επέμβασης, καθόσον τα γεγονότα εξελίσσονται και ο χώρος της ασταθούς Μέσης Ανατολής μας έχει συνηθίσει σε εκπλήξεις και ανατροπές.
Τι πέτυχε η ρωσική στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία
Αναμφισβήτητο γεγονός είναι ότι η ρωσική επέμβαση σταθεροποίησε το καθεστώς του Bashar al Assad, που, παρά την ιρανική βοήθεια, βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης μετά από 5 χρόνια σκληρών συγκρούσεων. Οι ρωσικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί, η εφοδιαστική και πληροφοριακή υποστήριξη, η επιχειρησιακή εκπαίδευση και κυρίως η ανύψωση του ηθικού συνετέλεσαν στην ανάκαμψη των δυνάμεων του καθεστώτος και στις πρόσφατες επιτυχίες του στα πεδία των μαχών. Η ρωσική επέμβαση και η μεταβολή της στρατιωτικής κατάστασης υπέρ των δυνάμεων της Δαμασκού οδήγησαν την αρχικά αδιάλλακτη και κατακερματισμένη αντιπολίτευση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων της Γενεύης και στην αποδοχή της πρόσφατης (μερικής) διακοπής των εχθροπραξιών. Άρα ο στόχος της διάσωσης του καθεστώτος (έστω και προσωρινά) επιτεύχθηκε και εμφανίστηκε ένα παράθυρο αισιοδοξίας για ενδεχόμενη πολιτική λύση. Επιπρόσθετα, η ανακοίνωση της αποχώρησης γνωστοποίησε και προς το καθεστώς του Bashar al Assad τα όρια της ρωσικής υποστήριξης και τη μη αποδοχή των εμφανιζόμενων μαξιμαλιστικών και αδιάλλακτων τάσεων του.
Στρατηγική και σχεδιασμένη η κίνηση για «αποχώρηση»
H σημερινή αποχώρηση των δυνάμεων, με την ταυτόχρονη επίτευξη μιας εύθραυστης μερικής διακοπής των εχθροπραξιών από την 27η Φεβρουαρίου, προβάλλεται ως μιας αποφασιστικής σημασίας για την ειρήνευση ενέργεια. Αποδείχθηκε ότι οι Ρώσοι είχαν όχι μόνο σχέδιο (και ικανότητες) επέμβασης, αλλά, το σπουδαιότερο, και σχέδιο απεμπλοκής στον κατάλληλο χρόνο. Φυσικά, οι εν συνεχεία εξελίξεις θα πιστωθούν στην ικανότητα όλων των εμπλεκομένων να εκμεταλλευθούν τις ευκαιρίες που προβάλλονται για μια σταδιακή ειρήνευση και αντιμετώπιση του ισλαμιστικού εξτρεμισμού.
Με αυτήν την προοπτική πρέπει να αντιμετωπιστούν και οι ρωσικές ενέργειες εμπλοκής και απεμπλοκής, άλλως κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε ξανά στη λογική ενός «παιγνίου μηδενικού αθροίσματος» με καταστροφικές συνέπειες για όλους και κυρίως για τους κατοίκους της περιοχής. Σε αυτό το πλαίσιο και η κίνηση της Μόσχας χαιρετίστηκε από τον εκπρόσωπο των Ηνωμένων Εθνών αλλά και από άλλες χώρες. Η Μόσχα δεν αποχωρεί πλήρως απαρνούμενη όλα τα «χαρτιά» της, αλλά θα συνεχίζει να διατηρεί δυνάμεις στις βάσεις της στη Συρία και να αντιμετωπίζει την ισλαμιστική τρομοκρατία (ενίοτε ίσως και με αμφιλεγόμενους στόχους).
Επιπλέον η ρωσική επέμβαση κατέδειξε την ύπαρξη πληθώρας παραγόντων που προσδιορίζουν την ισχύ μιας υπερδυνάμεως, όπως αποφασιστικότητα, ετοιμότητα και δυνατότητα εμπλοκής ισχυρών συνδυασμένων εκστρατευτικών δυνάμεων μακράν των συνόρων σε πολύμηνες επιχειρήσεις με σημαντικές ανάγκες υποστήριξης. Η επέμβαση μάλιστα συνοδεύθηκε από κατάλληλους χειρισμούς στα επίπεδα της διεθνούς νομιμοποίησης, προβολής ισχύος, διπλωματικής προσπάθειας, παράλληλα με την επίδειξη στρατιωτικών ικανοτήτων δυνάμεων και οπλικών συστημάτων. Για πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του 1960, η Ρωσία επιστρέφει τόσο δυναμικά στον (πρώην) αμερικανοκρατούμενο χώρο της Μέσης Ανατολής. Μετά την εξίσου απροσδόκητη, αλλά μάλλον σωτήρια για τον Αμερικανό Πρόεδρο, διαμεσολάβηση της Ρωσίας στο θέμα των χημικών όπλων του Bashar al Assad, η Μόσχα καθίσταται ξανά ο ισότιμος συνομιλητής με την Ουάσινγκτον για την κρίση της περιοχής (διαθέτοντας μάλιστα «boots on the ground»).
Διασύνδεση με την Ουκρανία;
Κοινή και ευρέως διαδεδομένη η πεποίθηση ότι η εμπλοκή στη Συρία λειτούργησε επιπλέον και ως αντιπερισπασμός στις ρωσικές ενέργειες στην Ουκρανία και στη συνεπακόλουθη διεθνή καταδίκη και στις εναντίον της κυρώσεις. Άμεσα, ο εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου εξωτερικού τόνισε ότι οι κυρώσεις θα συνεχιστούν, καθώς οι ρωσικές ενέργειες στην Ουκρανία συνιστούν μια περίπτωση κατάφωρης παραβίασης των διεθνών αρχών και κανόνων άσχετη με τα τεκταινόμενα στη Μέση Ανατολή. Βέβαια, η αποσιώπηση παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου ένεκα συμφερόντων μέσω μυστικών συνδιαλλαγών και αμοιβαίων παραχωρήσεων είναι μια αρχαιότατη διεθνής πρακτική, ειδικά μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.
Αρνητικές συνέπειες της όλης ρωσικής εμπλοκής
Φυσικά η ρωσική εμπλοκή στη Συρία είχε και τις αρνητικές συνέπειες για τη Μόσχα. Όξυνση των σχέσεων με την Τουρκία, με συνεπακόλουθη τη σημαντική μείωση των εκατέρωθεν εμπορικών σχέσεων, αλλά και αρνητική προβολή της Ρωσίας έναντι των σουνιτικών χωρών (πλειονότητα των αραβικών κρατών). Πιθανόν, η αντιπαράθεση Μόσχας με Τουρκία να οδήγησε και στη συνειδητοποίηση, από την τελευταία, των ορίων της συμπαράστασης που μπορεί να αναμένει σε ανεύθυνες ενέργειες της από το ΝΑΤΟ και τη Δύση γενικότερα. Μια παραπλήσια αντίληψη δεν θα οδηγήσει απαραιτήτως την Άγκυρα σε μετριοπαθέστερη στάση, αλλά ενδεχομένως να υποθάλψει την επιθυμία της αυτόνομης ανάπτυξης και ανάδειξης της σε περιφερειακή δύναμη υψηλών δυνατοτήτων. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η ρωσική εμπλοκή θα οδηγήσει στην ακόμη παραπάνω στοχοποίηση της Μόσχας από ισλαμιστικές εξτρεμιστικές οργανώσεις με τυφλά τρομοκρατικά κτυπήματα, αλλά και προσπάθειες αποσταθεροποίησης των μουσουλμανικών περιοχών της. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει και το οικονομικό κόστος της αναίμακτης σχετικά επιχείρησης σε περιόδους υφέσεως για την οικονομία της Ρωσίας.
Μία ιδιαίτερη προσέγγιση από τον Αμερικανό Ναύαρχο ε.α. James Stavridis
Για να εξετάσουμε το θέμα και από μια άλλη οπτική γωνία, θα αναφερθώ σε δημοσίευμα στο Foreign Policy (15 Μαρτίου) του Αμερικανού ναυάρχου και πρώην διοικητού των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη James Stavridis (φωτ.). Ο πρώην αξιωματούχος και νυν στέλεχος της αμερικανικής στρατιωτικής ακαδημαϊκής κοινότητας αναφέρει ότι η ρωσική αναδίπλωση πιθανόν να καθιστά δυνατή μια επέμβαση σουνιτικών στρατευμάτων (υπό την καθοδήγηση της Σαουδικής Αραβίας) για αντιμετώπιση των δυνάμεων του «Ισλαμικού Κράτους». Ως ένδειξη αυτών των προθέσεων αναφέρει την πρόσφατη μεγάλων διαστάσεων άσκηση «North Thunder» των σαουδαραβικών δυνάμεων για αντιμετώπιση χαμηλής έντασης συγκρούσεων (βλέπε τζιχαντιστές). Αναγνωρίζει όμως ότι μια τέτοια ενέργεια ενδεχόμενα να προκαλέσει πλήρη και απρόβλεπτη σύγκρουση σουνιτικών και σιιτικών δυνάμεων. Μια παρόμοια εξέλιξη ενδεχομένως να μπορεί να προχωρήσει στα πλαίσια μιας ομοσπονδιακής λύσεως για τη Συρία και πρέπει απαραιτήτως να τυγχάνει και της ρωσικής (σιωπηράς) αποδοχής, πιθανώς υπονοώντας ότι και η ρωσική επέμβαση ετύγχανε της αντίστοιχης αμερικανικής (σιωπηράς) αποδοχής. Αναφέρεται ακόμη σε μια περαιτέρω εμπλοκή του ΝΑΤΟ στην περιοχή ως εγγυήτριας δύναμης μιας ενδεχόμενης ειρήνευσης. Δεν διαφύγει της προσοχής μας η εστίαση του ναυάρχου στην ανάγκη σύμπραξης Δύσεως με τις μετριοπαθείς σουνιτικές δυνάμεις (που δημιούργησαν το «Ισλαμικό Κράτος») για να αντιμετωπίσουν το δημιούργημα τους, αλλά και για να ανασχέσουν την ιρανική επιρροή, εγγυώμενες παράλληλα και την ασφάλεια του Ισραήλ.
Επίλογος
Σε κάθε περίπτωση, το παιχνίδι της Μέσης Ανατολής φαίνεται να περιέρχεται ξανά στα χέρια των δύο μεγάλων υπερδυνάμεων και αυτό κρίνεται ως θετικό, καθόσον διαθέτουν όχι μόνο αρκετά συμπλέοντα συμφέροντα, αλλά έχουν αναπτύξει και τα ανάλογα κανάλια και μεθόδους αμοιβαίας συνεννόησης. Οποιαδήποτε άλλη εξέλιξη θα ήταν επικίνδυνη, επειδή οι νέοι παίκτες της περιοχής (κρατικοί και μη) είτε είναι απρόβλεπτοι και αλαζόνες, είτε επιζητούν τη ριζική ανατροπή του status quo και συνάμα φλερτάρουν επικίνδυνα με επαναστατικές ιδεολογίες (θρησκευτικές).
Αυτό είναι το διεθνές περιβάλλον, όπου βλέπουμε τη Ρωσία να επανέρχεται δυναμικά στο διεθνές παιχνίδι, με τη δική της «ατζέντα» και αντιμετωπίζοντας πληθώρα σοβαρών οικονομικών προβλημάτων, διαθέτοντας ένα ασθενικό δημοκρατικό και συνάμα αυταρχικό και προσωποπαγές καθεστώς και κυρίως με μια διαφορετική αντίληψη -ίσως και κουλτούρα- από την κυριαρχούσα «δυτική». Μέσα σε αυτές τις πολυπλοκότητες καλούμαστε και εμείς ως χώρα να βρούμε το βηματισμό μας κατάλληλα, εκμεταλλευόμενοι ή αποφεύγοντας έγκαιρα τα απόνερα των μεγάλων παικτών. Μια προσπάθεια δύσκολη που χρειάζεται μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, επαγγελματισμό, επίμονη και κοινή προσπάθεια εφαρμογής και όχι στείρο δογματισμό, εμμονές και ιδεοληψίες.
* Ο κ. Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Υποστράτηγος (εα), Πτυχιούχος του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Παντείου Πανεπιστημίου και κάτοχος Μεταπτυχιακού στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι Μέλος του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ) και Συνεργάτης του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ). [email protected].