Του Βασίλη Κοψαχείλη*
Η επιβολή κυρώσεων στο Ιράν και τη Βενεζουέλα από τις ΗΠΑ έχει σημαντική επίδραση στο παγκόσμιο ενεργειακό παιχνίδι, με αποτέλεσμα, η κάθετη αύξηση των τιμών του πετρελαίου να δίνει το «πράσινο φως» στους Σαουδάραβες να προχωρήσουν στη πολυπόθητη πώληση του 5% των μετοχών της Aramco με αξιώσεις ότι θα πιάσουν καλή τιμή. Τι μπορεί όμως αυτό να συνεπάγεται στη γεωπολιτική εξίσωση;
Η αύξηση των τιμών…
Είναι γεγονός ότι οι γεωπολιτικές εξελίξεις και οι διεθνοπολιτικές αποφάσεις επηρεάζουν άμεσα τις τιμές του πετρελαίου στις αγορές.
Η απόφαση των ΗΠΑ να επιβάλλουν κυρώσεις στο Ιράν και τη Βενεζουέλα, κορυφαίες χώρες στην παραγωγή και εξαγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου (Υ/Α), μαζί με την απόφαση του ΟΠΕΚ και της Ρωσίας να μειώσουν την ημερήσια παραγωγή, την ώρα που για το 2018 αναμένεται αύξηση της ζήτησης, είναι οι παράγοντες που έχουν στείλει την τιμή του πετρελαίου Brent κοντά στα 80 δολάρια το βαρέλι. Αναλυτές εκτιμούν ότι η τιμή μπορεί να αγγίξει στα τέλη του χρόνου, ακόμη και τα 100 δολάρια το βαρέλι.
Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου δίνει τη δυνατότητα στη Σαουδική Αραβία να ξαναβάλει στο τραπέζι – αυτή τη φορά με αξιώσεις – την πώληση του 5% των μετοχών της Aramco, προκειμένου με τα χρήματα που θα πάρει να χρηματοδοτήσει τη μεταστροφή της οικονομίας της σε άλλους τομείς, εκτός από εκείνον της εκμετάλλευσης των ενεργειακών της πηγών.
Γεωπολιτική μετάφραση…
Επί προέδρου Ομπάμα, στόχος των Αμερικανών ήταν να σύρουν τη Σαουδική Αραβία σε τέτοιο οικονομικό αδιέξοδο, ώστε να αναγκαστεί το Ριάντ να πουλήσει (φυσικά σε Αμερικανούς…) μεγάλο ποσοστό των μετοχών της Aramco, όσο πιο φθηνά γινόταν, ώστε να πάρουν τη ρεβάνς από τη πραξικοπηματική τους εκδίωξη από το μάνατζμεντ της εταιρείας στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Φαίνεται πως αυτό έχει αλλάξει επί προεδρίας Τράμπ. Τον κίνδυνο που διέτρεχε τον κατάλαβε γρήγορα η νέα ηγεσία – άτυπη ακόμη, αλλά ουσιαστική – στη Σαουδική Αραβία και γύρισε 180 μοίρες τη συμπεριφορά της, με το άνοιγμα της κοινωνίας (όσο επιτρέπουν οι ισορροπίες στο Ουαχαμπιστικό βασίλειο), τις μαζικές αγορές όπλων από τις ΗΠΑ, την καλλιέργεια στρατηγικών σχέσεων με το Ισραήλ, και τη σύμπλευση με τη στρατηγική του Λευκού Οίκου. Φαίνεται, λοιπόν, πως αυτή η στροφή, σώζει για την ώρα τη Σαουδική Αραβία. Οι Αμερικανικές κυρώσεις σε Ιράν και Βενεζουέλα είναι το πράσινο φως για το Ριάντ να κερδίσει χρήματα από τις υψηλές τιμές του πετρελαίου χωρίς να χρειαστεί να ξεπουλήσει το ταμείο του που ακούει στο όνομα Aramco. Το IPO της εταιρεία είναι πολύ πιθανό να γίνει τελικά, και με ελάχιστο κόστος επί της εταιρικής κυριαρχίας, να χρηματοδοτηθεί μαζικά η Σαουδαραβική οικονομία με φρέσκο και αναγκαίο χρήμα.
Ωστόσο οι Αμερικανοί, ως κλασσικοί και καλοί επενδυτές, θέλουν να κρατήσουν ορισμένες δικλείδες ασφαλείας για τον εαυτό τους έναντι της Σαουδικής Αραβίας, η οποία δεν θα εξέπληττε, αν παίρνοντας τελικά ορισμένα από αυτά που διακαώς ποθούσε, άλλαζε πάλι το σκοπό και, από επιλογή ή αδυναμία, υπονόμευε τα Αμερικανικά (και Ισραηλινά) συμφέροντα στην περιοχή.
Γι' αυτό οι αξιωματούχοι της Αμερικανικής διοίκησης επισημαίνουν ότι στόχος τους με τις κυρώσεις δεν είναι η ανατροπή του Ιρανικού καθεστώτος, αλλά η άσκηση πίεσης ώστε να γίνει ένα νορμάλ κράτος στο περιφερειακό και διεθνές περιβάλλον.
Ελπίζω ότι το λάθος του 2003 με το Ιράκ δεν θα επαναληφθεί από τις ΗΠΑ με την περίπτωση του Ιράν. Η παρουσία του Ιράν - ακόμη και ενός στριμωγμένου Ιράν από τις κυρώσεις - είναι το τέλειο αντιστάθμισμα απέναντι στις – φανερές και κρυφές – φιλοδοξίες της Σαουδικής Αραβίας. Είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ να κρατήσουν το Ιράν ελεγμένο, αλλά ζωντανό και όρθιο, παρά να το διαλύσουν… Και φαίνεται πως σε αυτό το στρατήγημα έχουν την συγκατάθεση των Ρώσων. Άρα, όλοι ισόρροπα ευχαριστημένοι και δυσαρεστημένοι ταυτόχρονα, μέχρι τον επόμενο επαναπροσδιορισμό συμφερόντων στη παγκόσμια σκακιέρα…
*Ο Βασίλης Κοψαχείλης είναι Διεθνολόγος.