Του Βασίλη Κοψαχείλη*
Αναμφισβήτητα, η άνοδος του κόμματος ΑΚΡ και του ηγέτη του Recep Tayyip Erdogan στην εξουσία της Τουρκίας το 2001 ήταν μια εξέλιξη που ανέτρεψε τις αρνητικές προοπτικές της χώρας και ισχυροποίησε την Τουρκία ως κράτος. Από το 2001 μέχρι σήμερα, ο Ερντογάν αδιαλείπτως κυβερνά την Τουρκία, ωστόσο μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου εναντίον του, τα δεδομένα για την Τουρκία έχουν μεταβληθεί και η χώρα δείχνει να βρίσκεται έκτοτε σε στρατηγικό “vertigo” με απρόβλεπτες συνέπειες για την περιφερειακή σταθερότητα.
Το ερώτημα που απασχολεί τους περισσότερους είναι πού οδηγείται σήμερα η Τουρκία; Οι απαντήσεις βρίσκονται στην υπέρμετρα φιλόδοξη σκέψη του Ερντογάν και στην στρατηγική των Μεγάλων Δυνάμεων στην περιοχή.
Ισλαμική Ηθική και Ιστορικός Ρεβανσισμός
Από την πρώτη κιόλας μέρα στην εξουσία, ο Ερντογάν διαμόρφωσε μια υψηλή στρατηγική, μια θεωρία νίκης για το εσωτερικό και το εξωτερικό της χώρας. Η σκέψη του καθορίστηκε από τρείς βασικούς άξονες.
Ο πρώτος άξονας αφορά τις σχέσεις κοινωνίας και κράτους. Η Ισλαμική ηθική είναι το μέτρο ισόρροπης κατανομής των ρόλων στην κοινωνία, της σχέσης της πολιτικής με το κράτος και της αναδιανομής του πλούτου σε επίπεδο οικονομίας. Στα πλαίσια αυτά, ο Ερντογάν ανέτρεψε το Κεμαλικό απαρχάιντ, ενέργεια που ερμηνεύθηκε λανθασμένα από τη Δύση ως προσπάθεια εκδημοκρατισμού της χώρας.
Ο δεύτερος άξονας αφορά το ρόλο του κράτους στο περιφερειακό του περιβάλλον. Ο ρόλος αυτός θα πρέπει να είναι ήπια ηγεμονικός, παραπέμποντας ιστορικά στη σχέση που διατηρούσε η Οθωμανική Υψηλή Πύλη με τις κτήσεις της. Στα πλαίσια του δεύτερου άξονα, ο Ερντογάν ενίσχυσε την Τουρκική οικονομία, τις εξαγωγές και το εμπόριο, εντάσσοντας τη χώρα στους G-20, στα είκοσι πλουσιότερα κράτη του πλανήτη. Η οικονομική ισχύς ήταν προϋπόθεση στη σκέψη του Ερντογάν για ισχυρό περιφερειακό ρόλο της Τουρκίας.
Ο τρίτος άξονας αφορά τον ρόλο της Τουρκίας στο διεθνές σύστημα. Ο ρόλος αυτός οφείλει να είναι διεκδικητικός και αναθεωρητικός, απορρίπτοντας την Δυτική παντοκρατορία και τον Δυτικό μοντερνισμό. Όσο και αν μας ξενίζει, πάλι λανθασμένα η Δύση ερμήνευσε την προσπάθεια εισόδου της Τουρκίας στην ΕΕ, ως μια προσπάθεια ενσωμάτωσης της χώρας στις Δυτικές δομές. Στην σκέψη του Ερντογάν η είσοδος της Τουρκίας στην ΕΕ θα ήταν η νίκη που στερήθηκαν οι Οθωμανοί το 1529 έξω από τα τείχη της Βιέννης.
Αυτοί οι τρείς άξονες, άλλοτε φανερά και άλλοτε καλυμμένα, οδήγησαν τον Ερντογάν και την Τουρκία καθόλη τη «χρυσή περίοδο» απο το 2001 έως και το 2008.
Αλλαγή Σκηνικού και Στρατηγικής
Μετά το 2008, το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και η αλλαγή πολιτικής του Λευκού Οίκου στην περιοχή με την άνοδο του Μπαράκ Ομπάμα στην εξουσία το 2009, μετέβαλλαν το σκηνικό για την Τουρκία και την σκέψη του Ερντογάν.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση σήμαινε μεσοπρόθεσμα προβλήματα για την εξαγωγικού προσανατολισμού Τουρκική οικονομία. Για να αποφύγει την εσωτερική πίεση, ο Ερντογάν χρειαζόταν μια πειστική νέα θεωρία νίκης για την χώρα του. Η διάθεση του νέου ένοικου του Λευκού Οίκου να θέσει όρια στην στήριξη της Ουάσιγκτον προς το Ισραήλ καθώς και η στήριξη για λύση του Παλαιστινιακού, λειτούργησαν ως ευκαιρία για τον Ερντογάν να παίξει το ρόλο του χρήσιμου για την πολιτική των ΗΠΑ στην περιοχή. Σαν γνήσιος Μουσουλμάνος διπλωμάτης, ταχύτατα ο Ερντογάν τα «σπάει» με το Ισραήλ και αναλαμβάνει τον ρόλο του προστάτη για λογαριασμό των Παλαιστινίων. Η στρατηγική του συμπληρώνεται το 2011 όταν διαπιστώνει πως η Ουάσιγκτον είναι θετική στην προοπτική ενός εναλλακτικού δρόμου που ευαγγελίζονται οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι για την Μέση Ανατολή. Σπεύδει να τους προσεταιριστεί και αυτούς διαταράσσοντας την σχέση του με το σύνολο σχεδόν των κρατών του Αραβικού κόσμου. Στο ότι βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με την στρατηγική των ΗΠΑ, αυτό λειτουργεί στη σκέψη του Ερντογάν ως εγγύηση ότι θα δοθεί τελικά στην Τουρκία ο ηγεμονικός ρόλος που φιλοδοξεί να έχει στην περιοχή. Έτσι θα εκπληρωθεί και ο στόχος για ανάδειξη της χώρας σε ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης και θα αντισταθμιστεί η όποια οικονομική απώλεια, άρα και εσωτερική αμφισβήτηση του Ερντογάν, από την οικονομική κρίση.
Η Ριζοσπαστικοποίηση της Τουρκίας
Η αποτυχία της Αραβικής Άνοιξης το 2013 αλλάζει ριζικά την στρατηγική της Ουάσιγκτον στην περιοχή. Οι ΗΠΑ επικεντρώνονται στην εξομάλυνση των σχέσεων με το Ιράν και στο στόχο δημιουργίας Κουρδικού κράτους κατά μήκος των Τουρκο-Συριακών συνόρων. Η Τουρκία μένει μετέωρη. Αντιδρά με το να συνταχθεί με τα κράτη εκείνα που δεν επιθυμούν την πραγμάτωση των αμερικανικών σχεδιασμών στην περιοχή.
Δεν θα σταθώ στα γεγονότα γιατί είναι γνωστά. Το κύριο ζήτημα είναι ότι η Τουρκία στήριξε το Ισλαμικό Κράτος σε μια προσπάθεια να αποτρέψει την προέλαση των Κούρδων κατα μήκος των Τουρκο-Συριακών συνόρων. Η συνεννόηση όμως μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας και η Ρωσική εμπλοκή στη Συριακή κρίση τερμάτισε την συνεργασία Άγκυρας-Ράκκα, αποδυναμώνοντας το ΙΚ και δίνοντας χώρο στους Κούρδους της Συρίας να κερδίσουν έδαφος.
Το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου
Τα γεγονότα στο περιφερειακό περιβάλλον και στο εσωτερικό της Τουρκίας από το 2010 μέχρι και το φετινό καλοκαίρι, είχαν θέσει σε έντονη αμφισβήτηση το καθεστώς Ερντογάν από παλιούς του φίλους και ορκισμένους εχθρούς. Στις 15 Ιουλίου εκδηλώθηκε εναντίον του ένα τελικά αποτυχημένο στρατιωτικό κίνημα. Ο Ερντογάν ήταν από καιρό ιδεολογικά και πρακτικά έτοιμος να αντιμετωπίσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Όμως η νίκη του επί των πραξικοπηματιών είναι μια Πύρρειος νίκη για τρείς λόγους.
Ο Ερντογάν χρωστά πλέον την επικράτησή του και γίνεται εξαρτώμενος στο εσωτερικό της χώρας από την πολιτοφυλακή του που ο ίδιος δημιούργησε και εξόπλισε για να τον στηρίζει αφού ποτέ δεν εμπιστεύθηκε τον στρατό για την ασφάλεια του καθεστώτος του, του ίδιου και της χώρας. Την ίδια ώρα που οι πολιτοφύλακες του Ερντογάν τον έσωζαν από τους πραξικοπηματίες γίνονταν ταυτόχρονα πονοκέφαλος για την συγκεντρωτική του εξουσία.
Η στήριξη που του παρείχε η Μόσχα και η Τεχεράνη δεν είναι χωρίς κόστος ούτε έγινε με αγαθές προθέσεις. Με την στήριξή τους η Ρωσία και το Ιράν έθεσαν τον Ερντογάν και την Τουρκία υπό τον έλεγχό τους.
Τέλος, προκειμένου να εκφράσει το λαϊκό αίσθημα και να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου στην Τουρκία ο Ερντογάν εκμεταλλεύθηκε το έντονο αντιαμερικανικό αίσθημα των Τούρκων και κατήγγειλε τις ΗΠΑ ότι ήταν οι ενορχηστρωτές του πραξικοπήματος. Αυτό, και ανεξάρτητα από τις δημόσιες δηλώσεις, ίσως να αποδειχθεί το θανασιμότερο λάθος του.
Η επόμενη μέρα...
Μετά το πραξικόπημα η Τουρκία βλέπει απέναντί της ένα αραγές διεθνές μέτωπο και προσπαθεί να πείσει ότι είναι αξιόπιστος εταίρος που συνεργάζεται για την περιφερειακή σταθερότητα. Μάταια! Ο Ερντογάν έχει χάσει κάθε ίχνος αξιοπιστίας και θα αναγκαστεί να δεχθεί κάθε απαίτηση του διεθνούς παράγοντα. Όμως αυτό θα υπονομεύσει την ισχύ του στο εσωτερικό σκηνικό. Με πρόσχημα την σύνταξή του στον αγώνα κατά του ΙΚ ξεκίνησε χερσαία επέμβαση στα σύνορα με την Συρία. Η ενέργεια αυτή εξυπηρετεί την ανάγκη «απασχόλησης» των πιστών του πολιτοφυλάκων και να ικανοποιήσει και τους συμμάχους του Τουρκμένους που ζουν στα Τουρκο-Συριακά σύνορα. Πραγματικός του στόχος ωστόσο είναι η ανάσχεση της προέλασης των Κούρδων της Συρίας δυτικά του ποταμού Ευφράτη οι οποίοι όμως υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ.
Στη συνάντηση με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Τζό Μπάιντεν, ο Ερντογάν υποχρεώνεται δημόσια να ανακοινώσει ότι δεν αναγνωρίζει εδαφικές διεκδικήσεις των Κούρδων δυτικά του Ευφράτη, άρα νομιμοποιεί τα εδαφικά τους ερείσμα ανατολικά του Ευφράτη, γεγονός που δημιουργεί δυσφορία στους Τουρκμένους συμμάχους του, που πολλοί κατοικούν ανατολικά του Ευφράτη.
Στην προσπάθεια του Ερντογάν να συνεννοηθεί συνολικά με τις μεγάλες δυνάμεις και να συμφωνήσει σε μια κοινή φόρμουλα στρατηγικών επιδιώξεων μεταξύ τους, η κάθε δύναμη τον βλέπει ξεχωριστά, του δίνει αντιφατικά μηνύματα, και τον αφήνει μετέωρο σε ότι αφορά μια συνολική διευθέτηση στην Σύνοδο Κορυφής των G-20 που εξελίσσεται μέχρι σήμερα στην Κίνα.
Η Τουρκία σε Στρατηγικό «vertigo» και οι φόβοι για την Ελλάδα...
Η Τουρκία έχει βρεθεί όχι μόνο σε αδιέξοδο αλλά μπροστά σε ένα πραγματικό “vertigo” στρατηγικής. Ο Ερντογάν χρειάζεται απεγνωσμένα μία νίκη. Αν δεν την εξασφαλίσει στο Συριακό μέτωπο είναι μονόδρομος για εκείνον να κινηθεί δυτικά. Δυτικά της Τουρκίας βρίσκεται το Αιγαίο και η Ελλάδα. Γι 'αυτό ανεξάρτητα απο τις δημόσιες σχέσεις που καλλιεργούμε με τη γείτονα – διότι εξωτερική πολιτική δεν κάνουμε – θα πρέπει να επαγρυπνούμε για πολλά που μπορεί να συμβούν.
Μια συνεννοημένη και συμφωνημένη πολιτική «μηδενικού αθροίσματος» των μεγάλων δυνάμεων απέναντι στον Ερντογάν δεν θα έχει καλή κατάληξη για τα Ελληνικά συμφέροντα. Άρα, η στόχευσή μας θα πρέπει να είναι σε μια ελαστικότερη στάση του διεθνούς παράγοντα απέναντι στις επιδιώξεις της Άγκυρας στη Συρία, με αντάλλαγμα μια ευνοϊκότερη για τα ελληνικά συμφέροντα κατάληξη των διμερών μας θεμάτων στο Αιγαίο. Όχι με λόγια αλλά με πράξεις, όσο ο Ερντογάν είναι παγιδευμένος στο Συριακό χάος!
* Ο κ. Βασίλης Κοψαχείλης είναι διεθνολόγος, σύμβουλος εκτίμησης γεωπολιτικών κινδύνων.