Πότε θα ανέβει το πετρέλαιο;

Πότε θα ανέβει το πετρέλαιο;

Του Βασίλη Κοψαχείλη*

Το τελευταίο διάστημα υπάρχει έντονη κινητικότητα και συζητήσεις μεταξύ των κρατών - παραγωγών υδρογονανθράκων (Υ/Α), προκειμένου να συμφωνηθεί από κοινού μια μείωση ή τουλάχιστον μια οροφή της ημερήσιας παραγωγής του καθενός, ώστε να προκύψει μια συνολική μείωση της προσφοράς και έτσι να επιτευχθεί άνοδος της τιμής του πετρελαίου και συνακόλουθης ενίσχυσης των οικονομικών των κρατών - παραγωγών του.

Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στο παγκόσμιο ενεργειακό φόρουμ στο Αλγέρι στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου. Όμως μια απάντηση στο ερώτημα πότε θα αυξηθεί τελικά η τιμή του πετρελαίου δεν είναι εύκολη και δύναται να προκύψει ως συνάρτηση πάρα πολλών παραμέτρων.

Η κατάσταση μετά το Αλγέρι

Στα πλαίσια του παγκόσμιου ενεργειακού φόρουμ στο Αλγέρι, στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου, τα κράτη μέλη του ΟΠΕΚ (OPEC/Organization of the Petroleum Exporting Countries/Οργανισμός εξαγωγών πετρελαιοπαραγωγών χωρών) ανακοίνωσαν μια επί της αρχής απόφαση συνολικής μείωσης της ημερήσιας παραγωγής τους περί τα 740.000 bpd. Δηλαδή, η συνολική παραγωγή του ΟΠΕΚ να σταθεροποιηθεί κάπου μεταξύ 32,5 - 33 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα.

Photo by Anadolu Agency / Contributor / Getty Images / Ideal Image

Όμως το ζήτημα δεν είναι τόσο απλό. Ο πρώτος λόγος είναι ότι το Ιράν δεν έχει φτάσει ακόμη την παραγωγική ικανότητα που είχε μέχρι και πριν την επιβολή του εμπάργκο, στοιχείο που έχει θέσει η Τεχεράνη ως προϋπόθεση για να συζητήσει οποιαδήποτε μείωση ή οροφή στην παραγωγή. Ο δεύτερος λόγος αφορά το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία δεν επιθυμεί στην πραγματικότητα μια σημαντική μείωση της δικής της παραγωγής, διότι για τη Σαουδική Αραβία ανταγωνιστές είναι η Ρωσία και η ΗΠΑ, όχι τα άλλα κράτη - μέλη του ΟΠΕΚ που έχουν σαφώς μικρότερες δυνατότητες παραγωγής από τους Σαουδάραβες.

Για τους μεγάλους παίκτες του πετρελαίου το ζήτημα πλέον δεν είναι τόσο η τιμή, όσο είναι τα μερίδια αγοράς. Οι μεγάλοι αγοραστές, όπως είναι η Ευρώπη και κυρίως η Κίνα, θα στραφούν σε εκείνον τον προμηθευτή που θα τους δώσει τις ποσότητες, αλλά και την τιμή που τους συμφέρει.

Ακόμη και αν συμφωνήσουν μεταξύ τους τα κράτη του ΟΠΕΚ, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν η Ρωσία και η ΗΠΑ σε μια μείωση της παραγωγής, ιδιαίτερα τώρα που τους δίνετε η δυνατότητα να κερδίσουν ίσως μεγαλύτερα μερίδια της παγκόσμιας αγοράς. Ωστόσο, όλοι έχουν παραγωγικά και τιμολογιακά όρια, γι' αυτό και όλες σχεδόν οι προβλέψεις για το 2017 αναφέρονται σε τιμές πετρελαίου κάπου μεταξύ $55 - 60 το βαρέλι (τιμές Βrent) σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα που βρίσκονται μεταξύ $48 - 50 το βαρέλι.

Το ενεργειακό φόρουμ της Κωνσταντινούπολης

Μεταξύ 8 και 13 Οκτωβρίου πραγματοποιείται στην Κωνσταντινούπολη ένα διεθνές ενεργειακό φόρουμ. Θα υπάρξουν εκ νέου συναντήσεις και συζητήσεις μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών, μάλιστα η Ρωσία θα εκπροσωπηθεί από τον ίδιο τον Ρώσο Πρόεδρο, Vladimir Putin.

Ο ΟΠΕΚ θα προσπαθήσει να πετύχει μια δέσμευση, επί της αρχής τουλάχιστον, των μη μελών παραγωγών ότι θα προχωρήσουν και αυτοί σε μείωση ή πάγωμα της παραγωγής τους.

Σταθμός η 30ή Νοεμβρίου

Στις 30 Νοεμβρίου έχει προγραμματιστεί στη Βιέννη η ετήσια συνάντηση των κρατών - μελών του ΟΠΕΚ. Ακόμη και αν υπάρξει στην Κωνσταντινούπολη συμφωνία μεταξύ ΟΠΕΚ, Ρωσίας και ΗΠΑ για σταθεροποίηση της παραγωγής, είναι αίολη, διότι δεν υπάρχει συμφωνία πόσο θα μειώσει ο καθένας την παραγωγή του και δεν υπάρχει και μηχανισμός κυρώσεων για εκείνον που δεν θα συμμορφωθεί με τις αποφάσεις.

Το ίδιο ακριβώς ισχύει και μεταξύ των κρατών - μελών του ΟΠΕΚ. Ακόμη κι αν η 30η Νοεμβρίου φέρει κάποια μορφή συμφωνίας μεταξύ των μελών του Οργανισμού και αποφασιστούν κυρώσεις για όποιον δεν σεβαστεί τη συμφωνία, μια τέτοια απόφαση δεν δεσμεύει τους άλλους σημαντικούς παίκτες του πετρελαίου εκτός ΟΠΕΚ. Οπότε και ο ΟΠΕΚ δεν θα πάρει τελική απόφαση μείωσης της παραγωγής, διότι αυτό θα του στερήσει μερίδια αγοράς έναντι των αντιπάλων του.

Το σκηνικό την άνοιξη του 2017

Με βάσει τα ανωτέρω, το πλέον πιθανό είναι να δούμε την άνοιξη του 2017 μια αύξηση της τιμής του πετρελαίου κοντά στα $60 δολάρια το βαρέλι. Μια τέτοια αύξηση της τιμής δεν θα προκαλέσει σημαντικές αναταράξεις στις αγορές και στην παγκόσμια Οικονομία, θα ενισχύσει τα οικονομικά των κρατών - παραγωγών και θα φέρει μια διόρθωση στις ζημιές των εταιρειών.

Ωστόσο τα $60 δολάρια το βαρέλι δεν λύνουν το μεσο-μακροπρόθεσμο πρόβλημα των χωρών - παραγωγών. Η Βενεζουέλα, για να συνέλθει οικονομικά, χρειάζεται τιμές κοντά στα $70 δολάρια το βαρέλι, ενώ η Ρωσία χρειάζεται ακόμη υψηλότερες τιμές, που φτάνουν τα $80 δολάρια.

Σε ολόκληρο τον κόσμο ανακαλύπτονται νέα κοιτάσματα που όμως χρειάζονται σημαντικές επενδύσεις για να εξορυχθούν και οι χαμηλές τιμές της αγοράς δεν ευνοούν νέες επενδύσεις στον τομέα.

«Επικίνδυνη» χρονιά το 2018

Από τη μία λοιπόν πιθανότατα θα έχουμε τιμές πετρελαίου λίγο αυξημένες που κάπως βραχυπρόθεσμα θα χρυσώσουν το χάπι της ζημιάς που έχουν υποστεί οι παραγωγοί μετά από δυο χρόνια πολύ χαμηλών τιμών, αλλά από την άλλη δεν θα είναι αρκετές για να υπάρξει σημαντική κερδοφορία και να χρηματοδοτηθούν νέες επενδύσεις στον τομέα.

Οι περισσότερες από τις υφιστάμενες πηγές βρίσκονται κοντά στα όρια εξάντλησης μετά από το ράλι υπερπαραγωγής που προηγήθηκε. Επίσης ο υφιστάμενος εξοπλισμός εξόρυξης των μεγάλων παικτών είναι πλέον γερασμένος και επείγει η αντικατάστασή του με νεότερο εξοπλισμό.

Η κατάσταση που θα επικρατήσει με την τιμολογιακή πολιτική το 2017 θα είναι τέτοια που από τη μία θα εξαντλήσει τα υφιστάμενα περιθώρια παραγωγής και διάθεσης στις αγορές, ενώ από την άλλη θα αποτρέπει την εκμετάλλευση νέων κοιτασμάτων και την αγορά νέου εξοπλισμού.

Αυτός ο συνδυασμός θα οδηγήσει πιθανότατα σε μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση το 2018. Ίσως και πετρελαϊκή κρίση. Και επειδή ενδεχομένως το γνωρίζουν αυτό τόσο οι μεγάλοι παραγωγοί, όσο και οι μεγάλοι αγοραστές, όλοι προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο, να τελειώσουν υποδομές αποθήκευσης (π.χ. Κίνα) ή επενδύσεις σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας (π.χ. Τουρκία με πυρηνικά εργοστάσια, Ιράν με πυρηνική, γεωθερμική και αιολική ενέργεια, Βρετανία με νέα πυρηνικά εργοστάσια, Ευρωπαϊκή Ένωση με αιολική, κινητική και ηλιακή ενέργεια).

Σε κάθε περίπτωση, η διετία που πέρασε ήταν ένα μικρό διάλειμμα στη μακρά περίοδο της ακριβής ενέργειας που βιώνουμε από το 1973 έως σήμερα.

* Ο κ. Ο Βασίλης Κοψαχείλης είναι διεθνολόγος, γεωστρατηγικός αναλυτής.