Του Νίκου Μελέτη
Με εκκωφαντική σιωπή και μοναδική αντίδραση την προσπάθεια επιστράτευσης της κορυφής της Εκκλησίας της Ελλάδας με την ελπίδα χαλιναγώγησης της μαζικής μορφής που τείνουν να πάρουν οι κινητοποιήσεις για το όνομα της ΠΓΔΜ, η κυβέρνηση δείχνει να χάνει τον έλεγχο της κατάστασης στο ξεκίνημα της διαδικασίας για την εξεύρεση λύση στο ονοματολογικό.
Μέτα την υποβολή της πρότασης Nimetz, μέρος της οποίας διέρρευσε σε σκοπιανό ΜΜΕ, την επίσκεψη του γ.γ. του ΝΑΤΟ στα Σκόπια αλλά και την διπλή ασυνήθιστη παρέμβαση της Μόσχας με αιχμή την κατάσταση στην ΠΓΔΜ, η κυβέρνηση αναζητά στρατηγική για ένα εξαιρετικά δύσκολο δίμηνο, όπου εκτός όλων των άλλων θα έχει να αντιμετωπίσει και μια κοινή γνώμη η οποία είναι απολύτως καχύποπτη έναντι κάθε κίνησης που γίνεται στο Σκοπιανό.
Η διαρροή της πρότασης Nimetz σε ότι αφορά τα ονόματα και την γλώσσα και Ιθαγένεια, εφόσον επιβεβαιωθεί (αν και κανείς δεν έσπευσε να την διαψεύσει), οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Μ. Nimetz σε αυτό το σκέλος έδωσε επιλογές που θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να καλύψουν την ελληνική θέση για «συνθέτη» ονομασία με γεωγραφικό η έστω και χρονικό προσδιορισμό.
Η μόνη από τις ονομασίες που δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή ούτε προς συζήτηση είναι αυτή που περιορίζεται στην Συνταγματική ονομασία με την προσθήκη απλώς της πρωτεύουσας σε παρένθεση σε μια μορφή προσχηματικής σύνθετης ονομασίας με... γεωγραφικό προσδιορισμό «Republika Makedonija(Skopje)».
Στο θέμα της γλώσσας και της Ιθαγένειας ο Μ. Nimetz «παίζει» με την γνώστη και επαναλαμβανόμενη θεωρεία ότι ο όρος «Makedonski-a-o» εφόσον είναι αμετάφραστος διαφοροποιείται από το «Μακεδονικός-η-ο» και το “Macedonian”και συνεπώς θα μπορούσε να αποτελεί μια επιλογή αποδεκτή από την Ελλάδα. Αφήνει ανοικτό ως εναλλακτικό τη σύνδεση της γλώσσας και της ιθαγένειας με το νέο όνομα του κράτους (π.χ. Language of Republika Gorna Makedonija).
Η διαρροή η οποία έγινε στο σκοπιανό ΜΜΕ δεν «ακούμπησε» όμως το κρίσιμο ζήτημα του εύρους χρήσης. Και αυτό φυσικά γεννά ανησυχία καθώς οι Σκοπιανοί έχουν κάθε λόγο να προστατεύσουν τα σημεία της πρότασης τα οποία είναι ευνοϊκά για την πλευρά τους.
Ο κ. Nimetz σε δυο από τις τελευταίες ολοκληρωμένες προτάσεις του (2005 και 2013) μετά από ένα παζάρι που επιχειρούσε να ισορροπήσει μεταξύ των δυο πλευρών, επέλεξε την τακτική του να μοιράσει την πίτα σε δυο κομμάτια: το ένα με το όνομα και την γλώσσα και την ιθαγένεια και το άλλο με το εύρος χρήσης και την εφαρμογή της συμφωνίας.
Και στις δυο περιπτώσεις, μετά την υποβολή των αρχικών προτάσεων και αφού ακολούθησε σκληρό «παιγνίδι» από τα Σκόπια, ο κ. Nimetz κατέληξε να παρουσιάζει στην Αθήνα προτάσεις οι οποίες κατέληγαν στην απαράδεκτη μορφή της Διπλής Ονομασίας, καθώς προέβλεπε την διατήρηση της συνταγματικής ονομασίας στο εσωτερικό (Republika Makedonija).
Αυτή η κλασσική πρακτική του M. Nimetz στοιχειώνει την διαπραγμάτευση και πάλι, καθώς η ελληνική κυβέρνηση γνωρίζει ότι η επιδίωξη τέτοιου είδους ισορροπιών από τον Κ. Nimetz θα την υποχρεώσει σε μια κρίσιμη στιγμή, λίγο πριν από την Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. τον Μάιο, και φυσικά του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο, να απορρίψει τις προτάσεις του και να κινδυνεύει να χρεωθεί την ευθύνη του αδιεξόδου.
Και πλέον οι χειρισμoί από δω και πείρα θα είναι φυσικά με προτεραιότητά την λύση, αλλά συγχρόνως θα στοχεύουν στο να αποφευχθεί αυτή ακριβώς η επίρριψη ευθυνών που θα έχει συνέπειες και μάλιστα σε μια στιγμή που η κυβέρνηση θα ετοιμάζεται να ζητήσει στήριξη από εταίρους και συμμάχους για την έξοδο στις αγορές και την μείωση του χρέους.
Η διαδικασία για την επίλυση του προβλήματος της ονομασίας συμπίπτει όμως με μια ιδιαίτερα ευαίσθητη στιγμή για τα Βαλκάνια, καθώς η Μόσχα μετά την πλήρη επαναφορά της στη Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο, επιμένει στην ανάκτηση των ερεισμάτων της στα Βαλκάνια.
Σε μια εξέλιξη η οποία δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη είναι η νέα παρέμβαση της Μόσχας προς στήριξη του προέδρου της ΠΓΔΜ και συνεπώς του VMRO-DPNE για την απόφαση του για βέτο στο νομοσχέδιο αναγνώρισης της αλβανικής σε δεύτερη επίσημη γλώσσα του κράτους.
Το ρωσικό ΥΠΕΞ με αφορμή δήλωση του Αλβανού πρωθυπουργού Edi Rama στην ίδρυση του UCK στο Κόσοβο, καθώς και την συμβολή του στην προώθηση της αλβανικής ως δεύτερης γλώσσας στην ΠΓΔΜ, εξαπέλυσε επίθεση στην Αλβανία, κάνοντας λόγο για «εξελίξεις που συμβαδίζουν με τις φιλοδοξίες για Μεγάλη Αλβανία, που θέτουν σε κίνδυνο την εδαφική ακεραιότητα αρκετών κρατών στην περιοχή». Γίνεται και προσωπική επίθεση στον Edi Rama που προωθεί όπως αναφέρεται την Πλατφόρμα των Τιράνων στα Σκόπια (σ.σ. το κείμενο στο οποίο στηρίχθηκε η συγκυβέρνηση Zaev-αλβανόφωνων κομμάτων).
«Η εφαρμογή αυτού του κειμένου, θα παραβιάσει τους συνταγματικούς θεσμούς του Μακεδονικού Κράτους και της Συμφωνίας της Αχρίδας και θα προκαλέσει νέες εθνικές συγκρούσεις στα Bαλκάνια» αναφέρει η ανακοίνωση, ενώ σε ότι αφορά στον νόμο για την γλώσσα, σε μια ξεκάθαρη στήριξη στον G. Ivanov το ρωσικό ΥΠΕΞ αναφέρει ότι «τέτοιες αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται σε συμφωνία όλων των βραχιόνων της εξουσίας, και με την ευρεία συναίνεση της κοινωνίας».
Είναι η δεύτερη μέσα σε λίγες ημέρες ρωσική παρέμβαση για την ΠΓΔΜ, καθώς προχθές ο ίδιος ο κ. Lavrov ουσιαστικά «συνέστησε» στην Ελλάδα να μην υποχωρήσει στο θέμα της ονομασίας προκειμένου τα Σκόπια να μην ενταχθούν στο ΝΑΤΟ όπως επιδιώκει η Ουάσιγκτον.
Αυτές οι ρωσικές παρεμβάσεις επιχειρούν να εκθέσουν την ελληνική κυβέρνηση, καθώς πρακτικά καταλογίζουν στην Αθήνα ότι υποχωρεί σε εθνικής σημασίας ζητήματα προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ και της Ουάσιγκτον, ενώ συγχρόνως κινητοποιούν στην Δύση όσους πιστεύουν ότι πρέπει να στηριχθεί με κάθε τρόπο η φιλοδυτική κυβέρνηση Zaev ως ανάχωμα στην ρωσική διείσδυση και η ευρωατλαντική ενσωμάτωση είναι ο μοναδικός τρόπος για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος.
Φυσικά η Αθήνα έχει στα χεριά της την ομόφωνη απόφαση του Βουκουρεστίου η οποία έχει ανανεωθεί και σε άλλες Συνόδους Κορυφής του ΝΑΤΟ. Αλλά σε ένα γεωπολιτικό παιγνίδι τέτοιου επιπέδου είναι προφανές ότι η τυπική ισχύ της αρχής του consensus στην διαδικασία λήψης αποφάσεων στο ΝΑΤΟ, σχετικοποιείται, καθώς υπάρχει και ο διαμορφωμένος συσχετισμός δυνάμεων. Και όλοι γνωρίζουν ότι το 2008 το ελληνικό «βέτο» υπήρξε επειδή η Ελλάδα δεν ήταν μόνη αλλά είχε σθεναρό υποστηρικτή τον πρόεδρο της Γαλλίας Nikola Sarkozy. Σήμερα όχι μόνο δεν υπάρχει Sarkozy, αλλά θα δυσκολευθεί η Αθήνα να βρει έστω και έναν Σύμμαχο να υποστηρίξει επί της ουσίας την θέση της για το όνομα.
Και αυτό το αδιέξοδο, του να απορρίψει μια τελική κακή πρόταση Nimetz και να υποχρεωθεί σε νέο βέτο, είναι που θέλει να αποφύγει η κυβέρνηση. Αλλά είναι κάτι που μάλλον άργησε να καταλάβει...
Φωτογραφία: APImages