Του Νίκου Μελέτη
Αποφασισμένη να εκβιάσει μέχρι τέλους Συμμάχους και Εταίρους είναι η Τουρκία παίζοντας το χαρτί των S-400 καθώς έτσι θέλει να επιβάλει την άνευ όρων και προϋποθέσεων προμήθεια ανεπτυγμένου και εξελιγμένου αμυντικού υλικού και τεχνογνωσίας από τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανία και συγχρόνως να αποσπάσει εγγυήσεις των Αμερικανών για την μεταπολεμική Συρία.
Ο χάρτης που δημοσιοποίησε χθες η Τουρκία μέσω του κρατικού πρακτορείου ειδήσεων Anadolou και προβάλει την κατοχή σχεδόν του 25% του Συριακού εδάφους από τους κούρδους «τρομοκράτες» του YPG που στηρίζονται από τις ΗΠΑ, οι δηλώσεις του Γερμανού ΥΠΕΞ Σ. Gabriel για περιορισμούς στις πωλήσεις αμυντικού υλικού στην Τουρκία και κυρίως η νέα δημόσια τοποθέτηση του ισραηλινού πρωθυπουργού M. Netanyachu υπέρ της δημιουργίας ανεξάρτητου Κουρδικού κράτους, διαμορφώνουν το περιβάλλον εντός του οποίου κινείται και λαμβάνει αποφάσεις η Άγκυρα.
Κρίσιμο στοιχείο είναι επίσης η φιλοδοξία του Erdogan να μετατρέψει την Τουρκία σε περιφερειακή δύναμη, απαλλαγμένη από εξαρτήσεις και περιορισμούς που θα της θέτουν οι προμηθευτές εξοπλισμού και υψηλής τεχνολογίας και για αυτό εξάλλου έχει θέσει ως στόχο την πλήρη αυτάρκεια σε εξοπλισμούς μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Σε κάθε περίπτωση όμως ο χειρισμός της υπόθεσης των S-400, οι προηγούμενες απειλές για το Ιντσιρλίκ που εκτός των αεροπορικών δυνάμεων οι ΗΠΑ σταθμεύουν και πυρηνικές κεφάλες, η κόντρα με την Γερμανία που υποχρέωσαν το Βερολίνο να μεταφέρει στην Ιορδανία τα μαχητικά που συμμετείχαν σε επιχειρήσεις εναντίον του ISIS, θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία της Τουρκίας ως μέλους του ΝΑΤΟ και ως συνεπούς και σταθερού Συμμάχου της Δύσης. Δίνοντας την εντύπωση ότι δεν διστάζει ακόμη και σε δύσκολες στιγμές να εκβιάζει με πρωτοφανή τρόπο τους Συμμάχους.
Η πώληση των S-400 από την Ρωσία δεν είναι απλή υπόθεση καθώς η Τουρκία απαιτεί συγχρόνως και προνομιακή μεταχείριση με παραχώρηση τεχνολογίας και know how, τα οποία κάθε άλλο παρά είναι πρόθυμη να παραχωρήσει η Μόσχα αν και είναι εξαιρετικά σημαντική και για λόγους πρεστίζ της αμυντικής βιομηχανίας της η πώληση του υπερσύγχρονου αντιπυραυλικού συστήματος σε μια χώρα του ΝΑΤΟ.
Το 2015 η Τουρκία είχε ανακοινώσει την απόφαση της να αγοράσει το κινεζικό αντιπυραυλικό σύστημα FD-2000 για 3,4 δισ. δολάρια, αλλά υποχώρησε τελικά μετά τις πιέσεις που δέχθηκε από το ΝΑΤΟ αλλά και την άρνηση των Κινέζων να επιτρέψουν την πρόσβαση της Άγκυρας σε υψηλή τεχνολογία.
Ο Erdogan απέρριψε και με αρκετά προσβλητικό τρόπο μάλιστα τις ανησυχίες και ενστάσεις των Συμμάχων λέγοντας ότι η Τουρκία «έχει το δικαίωμα να αποφασίζει μονή της στα θέματα που αφορούν την ασφάλεια της χώρας
Η αγορά των S-400 θέτει όμως σοβαρά ζητήματα καθώς δεν υπάρχει διαλειτουργικότητα με το Νατοϊκό hardware.
Ο εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ Mark Sanders δήλωσε ότι «το ΝΑΤΟ δεν είχε ενημερωθεί για τις λεπτομέρειες της αγοράς προσθέτοντας ότι κανένας Σύμμαχος του ΝΑΤΟ δεν διαθέτει στην παρούσα φάση S-400». Διευκρίνισε ότι οι Σύμμαχοι αποφασίζουν τα οπλικά συστήματα που προμηθεύονται αλλά αυτό που ενδιαφέρει το ΝΑΤΟ είναι το υλικό που προμηθεύονται να μπορεί να λειτουργήσει από κοινού καθώς η διαλειτουργικοτητα των Συμμαχικών ενόπλων δυνάμεων είναι καθοριστικός παράγοντας για να μπορεί το ΝΑΤΟ να φέρει σε πέρας τις επιχειρήσεις και αποστολές του».
«Διαβιβάσαμε τις ανησυχίες μας στους τούρκους αξιωματούχους όσον αφορά ενδεχόμενη αγορά των S-400. Ένα αντιαεροπορικό σύστημα πυραύλων που μπορεί να λειτουργήσει μεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ παραμένει η καλύτερη επιλογή για την υπεράσπιση της Τουρκίας από ολόκληρο το εύρος των απειλών στην περιοχή της», δήλωσε και ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Johnny Michael.
Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου πάντως προσπάθησε να χαμηλώσει τους τόνους και να διασκεδάσει την εικόνα του ρήγματος που δημιουργείται μεταξύ των δυο χωρών: «Η Τουρκία είναι βασικός Σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και είμαστε δεσμευμένοι σε μια ισχυρή αμυντική συνεργασία. Η ισχυρή σχέση αγοράς και προμήθειας εξοπλισμών παραμένει. Η Τουρκία επιδιώκει να πάρει αντιπυραυλικά συστήματα από τους Συμμάχους στο ΝΑΤΟ ,περιλαμβανομένων και των ΗΠΑ για τις δικές της ευρύτερες αμυντικές ανάγκες και οι ΗΠΑ είναι δεσμευμένες να επισπεύσουν την παράδοση του εξοπλισμού που έχει αγορασθεί από την Τουρκία, όταν θα είναι δυνατό.»
Ο Τ. Erdogan μιλώντας χθες σε συγκέντρωση των Δημάρχων που έχουν εκλεγεί με την σημαία του κόμματος του, επανήλθε στο θέμα και δήλωσε ότι θα διαθέσει στον Στρατό μια μεγάλη γκάμα από νέα όπλα για τον αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας δίνοντας το μήνυμα της παραγωγής περισσοτέρων εγχώριων όπλων.
«Θα κάνουμε ότι είναι αναγκαίο για να κρατήσουμε αυτή την χώρα όρθια. Και θα το κάνουμε με οπλισμένα drones με τανκς και κανόνια.. Θα το κάνουμε ενισχύοντας και εξοπλίζοντας τις δυνάμεις ασφαλείας με όλα τα αναγκαία όπλα..»
Ο κ. Erdogan συνέχισε αναφερόμενος στους Συμμάχους ότι «τρελάθηκαν επειδή κάναμε την συμφωνικά των S-400. Τι νομίζανε ότι θα κάνουμε; Θα τους περιμέναμε;»
Ο κ. Erdogan αναφέρθηκε και σε ένα ευαίσθητο θέμα, καθώς το Ισραήλ από την διακοπή των σχέσεων με αφορμή το επεισόδιο του Μαβή Μαρμαρά σταμάτησε την υλοποίηση του προγράμματος προμήθειας UAV's στην Τουρκία τα οποία είναι αναγκαία στον αγώνα εναντίον των μαχητών του PKK. Και οι ΗΠΑ έχουν επιβάλλει περιορισμούς στην παραχώρηση τέτοιων οπλικών συστημάτων και έτσι δόθηκε η ευκαιρία στον κ. Erdogan να ξιφουλκήσει και πάλι: «Η Αμερική και το Ισραήλ ήταν πάντα πολύ απρόθυμοι να μας δώσουν UAV(unmanned air vehicle) Τώρα η Τουρκία παράγει τα δικά της UAV και μάλιστα τέτοια που μπορεί να φέρουν και οπλισμό..» Μόλις την περασμένη εβδομάδα υπήρξαν αναφορές για χρήση οπλισμένων UAV στην περιοχή Χακκάρι του τουρκικού Κουρδιστάν με θύματα και αμάχους.
Το τουρκικό UAV «Bayraktar» κατασκευάζεται από την μεγάλη οικογενειακή επιχείρηση με το όνομα Bayraktar Group και ένας από τους γόνους της οικογένειας ο Selcuk Bayraktar μηχανικός που εκπαιδεύθηκε από την ΜΙΤ και ηγήθηκε της ομάδας που κατασκεύασε το UAV, παντρεύθηκε πριν έναν χρόνο την νεότερη κόρη του Ταγιπ Ερντογάν Summeye (στην οποία σύμφωνα με δημοσιεύματα έχει ιδιαίτερη αδυναμία) και απέκτησαν μάλιστα τον Ιούλιο το πρώτο τους παιδί.