Των Δημήτρη Τσαϊλά και Αλέξανδρου Δρίβα*
Οι συσχετισμοί ισχύος είναι αυτοί που αναδεικνύουν τους νικητές και τους ηττημένους στη διεθνή πολιτική. Ο πολιτικός ρεαλισμός, στο σύνολο των κατευθύνσεών του, παραδέχεται πως τα κέρδη που προκύπτουν για ένα κράτος, (όταν οι συσχετισμοί ισχύος είναι επωφελείς γι'' αυτό) είναι σχετικά και όχι απόλυτα. Αν προχωρήσουμε παρακάτω αυτή την παραδοχή, θα δούμε πως εκεί οφείλεται η αλλαγή των ισορροπιών στο διεθνές σύστημα. Συγκριτικά λοιπόν, ο κερδισμένος παίκτης τα τελευταία 20 έτη, είναι η Ρωσία. Γιατί όμως ο πρόεδρος Putin έχει κάθε λόγο να χαμογελάει; Πώς κατάφερε η Ρωσία να είναι η χώρα που κατάφερε να αλλάξει υπέρ της τους συσχετισμούς ισχύος;
Η ορθή πρόβλεψη
Στο σύνολό του, ο δυτικός κόσμος έπαψε να ασχολείται με τη σφαίρα των προβλέψεων. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και το -μηδενικού αθροίσματος- παίγνιο μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων που διαμόρφωνε τους μεταξύ τους συσχετισμούς ισχύος, έλαβε τέλος. Το διεθνές σύστημα που προέκυψε μετά το τέλος της ΕΣΣΔ, ήταν ναι μεν πολυπολικό αλλά σαφώς ακίνδυνο (έως και φιλικό) για τις ΗΠΑ. Gorbachev και Yeltsin, σηματοδότησαν μια σιγουριά για τη Δύση, αναφορικά με το μέλλον της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Η αναρρίχηση στην εξουσία του Putin, έθεσε τα πράγματα σε άλλη βάση. Πολλοί ήταν αυτοί που πίστεψαν στην αναβίωση ενός Ψυχρού Πολέμου, όμως η άνοδος της Ρωσίας, είχε αρκετές συνέπειες. Πρώτον, κατέστη σαφές στις ΗΠΑ ότι η πρωτοκαθεδρία στις διεθνείς υποθέσεις δεν είναι μόνιμη, δεν αποτελεί ένα έπαθλο το οποίο μπαίνει σε κάποια τροπαιοθήκη. Τα πάντα διεκδικούνται. Δεύτερον, η Κίνα, συνέχισε να κερδίζει χρόνο. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, επωφελούμενη από την Τριγωνική Διπλωματία του Νixon, το Πεκίνο έκανε την δυναμική του είσοδο στις διεθνείς υποθέσεις.
Σήμερα, οι περισσότεροι αναλυτές και σχολιαστές (από ακαδημαϊκούς, μέχρι δημοσιολόγους και πολιτικούς) παραδέχονται ότι τα λάθη των ΗΠΑ εστιάζονται σε μια λέξη: «υποτίμηση του Putin και της Ρωσίας». Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ ατένισαν τη Ρωσική Ομοσπονδία ως ένα χώρο ο οποίος δεν έχει τη δυνατότητα να επανέλθει μετά από 60 έτη συνεχούς –πολεμικής- φθοράς. Η ορθή πρόβλεψη για τη Ρωσία, δεν ήλθε ποτέ από πλευράς Δύσης. Ο λόγος είναι ότι η Δύση ουδέποτε αντιλήφθηκε ότι το πολυπολικό και παγκοσμιοποιημένο διεθνές περιβάλλον, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και από άλλες δυνάμεις, προκειμένου να αυξήσουν τους συντελεστές ισχύος τους. Η –στα όρια νόμου- ταύτιση της δημοκρατίας με τον καπιταλισμό και την οικονομική ανάπτυξη, ήταν το μεγάλο λάθος της Δύσης. Αποδείξεις αυτού του λάθους, ήταν η Ρωσία αλλά και η Κίνα.
Ασκεί ο Trump τη δική του εξωτερική πολιτική;
Οι ΗΠΑ μετά από τις εκλογές του Νοεμβρίου του 2016, δεν είναι αυτές που ήταν πριν από την πόλωση του αιώνα, μεταξύ Hillary Clinton και Donald Trump. Ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ, είχε υποσχεθεί μια νέα εξωτερική πολιτική, αρεκτά διεκδικητική σε σύγκριση με αυτήν του προκατόχου του. Παράλληλα, είχε –προεκλογικά- υποσχεθεί ένα νέο διάλογο με τη Ρωσία.
Η κουβέντα-υπόθεση της ρωσικής εμπλοκής στις εκλογές των ΗΠΑ, έχει φέρει τον Trump σε ένα αδιέξοδο. Αυτό το αδιέξοδο το μοιράζονται και οι ίδιες οι ΗΠΑ. Οι Δημοκρατικοί στις ΗΠΑ, πιστεύουν πως μια αντιπολίτευση που θα στηριχτεί στις πιθανές υπόγειες σχέσεις μεταξύ επιτελείων Putin και Trump, σε συνδυασμό με την απειρία της κυβέρνησης του δεύτερου, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στην παραίτηση τον Trump. Ακόμη και τώρα που λαμβάνει χώρα το G20 στο Αμβούργο, πρώην δρώντες των ΗΠΑ σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, επιμένουν στη σκληρή γραμμή που πρέπει (σύμφωνα με αυτούς) να τηρούν οι ΗΠΑ απέναντι στη Ρωσία, μη διστάζοντας να θεωρούν «πατέρα» του λάθους της πολιτικής του κατευνασμού απέναντι στη Ρωσία των George Bush Jr.
Οι ΗΠΑ έχουν ανοίξει αρκετά μέτωπα. Το πρώτο είναι στην Ουκρανία. Το δεύτερο είναι στη Συρία. Ο Trump ακροβατεί ανάμεσα στις προεκλογικές του δεσμεύσεις και την πίεση που δέχεται στο εσωτερικό του. Η Β. Κορέα είναι η κατάλληλη –μολονότι επικίνδυνη - νομιμοποιητική είσοδος των ΗΠΑ στα αφορώντα την Ανατολική Ασία. Η Ρωσία εδώ και κάποιον καιρό, έχει στείλει στρατεύματα στα σύνορά της με την Β. Κορέα και διαμηνύει πως δε θα επιτρέψει να γίνει κάποια επιχείρηση εναντίον της Β. Κορέας, επιμένοντας πως πρέπει να υπάρξει διπλωματική οδός. Η ουδέτερη στήριξη που λαμβάνει η Β. Κορέα από Ρωσία και Κίνα, έχει ως αποτέλεσμα να αποθρασύνει τη Β. Κορέα. Με άλλα λόγια, η Ρωσία υπενθυμίζει στις ΗΠΑ πως οι σινο-ρωσικές σχέσεις θα αναβαθμιστούν περαιτέρω και αυτό θα έχει μεγάλο αντίκτυπο στην αμερικανική πολιτική που συνοψίζεται στο «pivot to Asia». Τα ανταλλάγματα που ουσιαστικά ζητά η Ρωσία για να πάψει να θέτει εμπόδια στα όσα γίνονται μεταξύ Β.Κορέας και ΗΠΑ (μαζί με Ιαπωνία και Ν. Κορέα) είναι η επίλυση του ουκρανικού ζητήματος υπέρ της Ρωσίας, ο σεβασμός των ρωσικών συμφερόντων στη νέα μέρα της Συρίας αλλά και η άρση (έστω μερική κατ'' αρχήν) των οικονομικών κυρώσεων που έχουν θέσει οι ΗΠΑ στη Ρωσία (συνολικά ο δυτικός κόσμος). Η Μόσχα υπενθυμίζει στις ΗΠΑ ότι τόσο με το Ιράν, όσο και με την Τουρκία, διατηρεί πλέον ειδικές σχέσεις.
Η ιδεοληψία στις διεθνείς σχέσεις δημιουργούσε πάντα τις μεγαλύτερες εντάσεις. Όταν πρόκειται για τη διατήρηση της τάξης της διεθνούς ασφάλειας, τα πράγματα είναι ακόμη πιο κρίσιμα. Η ισορροπία ισχύος μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας θα είναι και στο απώτερο μέλλον, το 1/3 της επιτυχούς διατήρησης της διεθνούς ειρήνης (σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας και σχέσεις Ρωσίας-Κίνας, συμπληρώνουν το παζλ της παγκόσμιας ισορροπίας δυνάμεων). Η επόμενη χρονιά, με τις αναμενόμενες εξελίξεις σε Συρία και Ουκρανία, θα είναι κρίσιμη για τις σχέσεις ΗΠΑ και Ρωσίας που καθορίζονται –πλέον- από πολλούς παράγοντες.
* Ο Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υποναύαρχος ε.α. και ο Αλέξανδρος Δρίβας είναι υποψήφιος Δρ. Διεθνών Σχέσεων, Συντονιστής της Ομάδας Ανατολικής Μεσογείου στο ΤΟ.ΡΕ.ΝΕ