Του Γιάννη Σιδέρη
Ο Erdogan ερχόμενος στην εξουσία διακήρυξε την οραματική στρατηγική του πρώην πρωθυπουργού Ahmet Davutoglu «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες».
Στην πορεία του χρόνου, ο... ανοικονόμητος μουσουλμάνος ηγέτης με την νεοοθωμανική επεκτατικότητα (που αναπολεί τα «σύνορα της καρδιάς» του), εξακόντισε τον κύκλο των προβλημάτων, έως το κέντρο της Ευρώπης, τη Γερμανία, αλλά και πέραν του Ατλαντικού, στις ΗΠΑ.
H τελευταία όξυνση, με τις συλλήψεις εργαζομένων στο προξενείο των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη, την αναστολή της έκδοσης θεωρήσεων βίζας εισόδου αμφοτέρων των χωρών, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ήταν η φυσική κλιμάκωση μιας σειράς διπλωματικών εχθροπραξιών που έχει την έναρξή της στη διαφαινόμενη τάση των Αμερικανών να υποβαθμίσουν τον στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας, ως περιφερειακή δύναμη στην μεταψυχροπολεμική εποχή.
Είχαν προϋπάρξει σκιαμαχίες με την καταδίκη των σωματοφυλάκων του Erdogan, οι οποίοι που επιτέθηκαν εναντίον διαδηλωτών στην Ουάσιγκτον, αλλά το εναρκτήριο λάκτισμα της αντιπαράθεσης ήταν η καταγγελλόμενη από τη Τουρκία, ενίσχυση με αμερικανικό οπλισμό, των Κούρδων τη Συρίας. Στις αρχές του Καλοκαιριού τουρκικά ΜΜΕ δημοσίευσαν την είδηση ότι στους Kούρδους μαχητές του YPG, οι ΗΠΑ έστειλαν αμερικανικά άρματα μάχης, ελαφρά όπλα και πυρομαχικά. Η πρεσβεία των ΗΠΑ, είχε διαψεύσει ως ανακριβείς τις σχετικές πληροφορίες.
Βέβαια μεταξύ αυτών που διέσπειραν «ανακριβείς πληροφορίες» ήταν και το κρατικό ειδησεογραφικό πρακτορείο «Anadolu». Το τουρκικό πρακτορείο είναι όργανο του βαθέως τουρκικού κράτους, ασκεί κρατική πολιτική, όπως όλα τα σοβαρά πρακτορεία ειδήσεων των κρατών (δεν εννοούμε κυβερνητική, σαν κάποια… «γνωστά μας»), και σαφώς η συνεργασία του με πηγές των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών είναι δεδομένη.
Flashback: Όταν κατά τη δεκαετία του ''80 στην Ελλάδα, κάποιοι διεθνολόγοι και κάποιοι εξειδικευμένοι δημοσιογράφοι, εκτιμούσαν ότι σε βάθος χρόνου η Τουρκία πολύ πιθανόν να απολέσει εδάφη αντιμετωπίζονταν, ως «ελληναράδες» που εκλάμβαναν την επιθυμία τους ως πραγματικότητα.
Σήμερα η Τουρκία θεωρεί ότι οι ΗΠΑ υποβοηθούν τη δημιουργία αυτόνομων κουρδικών κρατών σε εδάφη της Τουρκίας, της Συρίας του Ιράκ και του Ιράν, τα οποία σε επόμενη χρονική φάση θα συνενωθούν και θα αποτελέσουν το κράτος του Κουρδιστάν. Πλέον το όραμα του νεοοθωμανισμού εξελίσσεται σε εφιάλτη γιατί η Τουρκία είναι αναγκασμένη να αγωνίζεται για την εδαφική της ακεραιότητα και όχι για να γίνει περιφερειακή δύναμη.
Σύμφωνα με έμπειρους παρατηρητές των εξελίξεων στη γείτονα, το ενδεχόμενο δημιουργίας κουρδικού κράτους στα σύνορα Τουρκίας - Συρίας, αποτελεί την αιτία που ο Εrdogan στράφηκε σε συνεργασία προς το Ιράν, τον Assad, σε κάποια φάση και το ISIS, την Αλ Νούσρα και βεβαίως την Ρωσία, προς την οποία αναθέρμανε τις σχέσεις μετά την εχθρική ατμόσφαιρα που είχε δημιουργηθεί με την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού Sukhoi τον Νοέμβριο του ''15. Στην συνέχεια αιτήθηκε από την Ρωσία την προμήθεια των S-400, ενέργεια που προκάλεσε σοκ σε Αθήνα και Ισραήλ, καθώς ανέτρεπε τις ισορροπίες στην περιοχή, αλλά και στην Ουάσιγκτον επειδή ένα ρωσικό όπλο θα εντασσόταν οργανικά στις στρατιωτικές δομές μιας Νατοϊκής χώρας.
Η Άγκυρα κατανόησε ότι υπερέβαινε τις δυνάμεις της και χθες προέβη σε μια έμμεση υπαναχώρηση. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Mevlut Cavusoglu δήλωσε ότι η χώρα του μπορεί να ακυρώσει την αγορά των S-400, εάν δεν υπάρξει συμφωνία με τη Μόσχα για την από κοινού κατασκευή των εν λόγω αντιαεροπορικών συστημάτων. Μια τέτοια συμπαραγωγή θεωρείται αδύνατη, καθώς τα συγκεκριμένα συστήματα ενσωματώνουν εξελιγμένη τεχνολογία, και η Μόσχα δεν είναι πρόθυμη να την μεταγγίσει στην Άγκυρα. Άλλωστε προσφάτως ο σύμβουλος του Ρώσου προέδρου Vladimir Kozin, αρμόδιος για θέματα στρατιωτικής και τεχνολογικής συνεργασίας, είχε δηλώσει ότι «το ζήτημα της μεταβίβασης τεχνολογίας που απαιτείται για την κατασκευή των αντιαεροπορικών συστημάτων S-400 δεν συζητείται».
Υπό το φως και αυτών των εξελίξεων, προσλαμβάνει ιδιαίτερο βάρος η επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στην Ουάσιγκτον. Αφενός οι πιέσεις για αναβάθμιση της βάσης της Σούδας θα είναι έντονες – δεδομένου ότι μέσα στο νέο τοπίο υποβαθμίζεται η στρατηγική σημασία της τουρκικής βάσης του Ιντζιρλίκ στα Άδανα. Αφετέρου η τιμητική υποδοχή του Έλληνα πρωθυπουργού, με τη διαμονή του στο Blair House, ενδεχομένως να είναι και ένα σημειολογικό μήνυμα προς την Άγκυρα, η θέση της οποίας καθίσταται ασταθής (χωρίς να σημαίνει ότι ενδεχόμενη δική μας αναβάθμιση εκ μέρους των ΗΠΑ θα είναι για καλό μας!).
Όμως αυτό αυξάνει τι ευθύνες της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία δείχνει να μην έχει επεξεργασθεί καμία πολιτική πρακτικής αναβάθμισης του ρόλου της χώρας, έτσι που να αντιστοιχηθεί με την γεωπολιτική της αξία. Είναι δεδομένο ότι τα αποτελέσματα της επίσκεψης του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ θα μπουν στο μικροσκόπιο, όσο ποτέ άλλοτε, σε ανάλογες επισκέψεις πρωθυπουργών. Πέραν από τα μεγαλεία της υποδοχής, που οι κυβερνητικοί δίαυλοι θα υπερτονίσουν, θα καταστεί διαφανές αν η πολιτική ηγεσία έχει σχέδιο για τη χώρα και την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων, ή θα συμπεριφερθεί και πάλι ως αποικία.