Στο εσωτερικό της Τουρκίας τα πράγματα κάθε άλλο παρά ρόδινα είναι. Η πολιτική αντιπαράθεση έχει μεταφερθεί στα ανώτατα επίπεδα των κομμάτων εξουσίας, με κυρίαρχες μορφές τον Ρ.Τ Ερντογάν για το ΑΚΡ, τον Κ. Κιλιτσντάρογλου για το CHP, την Μ. Ακσενέρ για το İYİ Parti και τον φυλακισμένο Σ. Ντεμιρτάς για το HDP.
Ο Τούρκος πρόεδρος περιστοιχίζεται από τους βαστάζους του. Αυτοί είναι, καταρχάς, ο συγκυβερνήτης - ξεδοντιασμένος γκρίζος λύκος Ν. Μπαχτσελί του MHP και ο περιθωριακός εθνικο-κομμουνιστής Ν. Περιντσέκ του VP. Σε αυτούς πρέπει να προστεθεί και πλειάδα πολιτικών ή στελεχών της συμπολίτευσης και κρατικών αξιωματούχων. Για παράδειγμα, ο υπουργός εξωτερικών Μ. Τσαβούσογλου, ο υπουργός εσωτερικών Σ. Σοϋλού, ο υπουργός άμυνας Χ. Ακάρ, ο διοικητής της MİT Χ. Φιντάν, ο - υπό την δαμόκλειο σπάθη των αμερικανικών κυρώσεων – πρόεδρος της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας Ι. Ντεμίρ, και πολλοί άλλοι.
Και ενώ εν πρώτοις φαίνεται ότι, αφού οι ενεργοί υποστηρικτές του προέδρου είναι σημαντικά πρόσωπα, αυξάνει η δύναμή του, στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίστροφο∙ όσο περισσότεροι οι θιασώτες του Ερντογάν τόσο πιο εκτεθειμένος είναι ο ίδιος στις βολές της αντιπολίτευσης και της κοινωνίας των πολιτών στην Τουρκία. Διότι έκαστος των ακολούθων του αποτελεί αυτοτελή στόχο σκληρής πολιτικής κριτικής. Κι έτσι, μαζί με την κριτική πολλαπλασιάζεται και η φθορά του επικεφαλής του καθεστώτος.
Ο Τούρκος πρόεδρος έχει αποδείξει στα κοντά είκοσι χρόνια διακυβέρνησής του δύο τινά: πρώτον, ότι δεν είναι αφελής και δεύτερον, ότι ξέρει να διαβάζει τους πολιτικούς συσχετισμούς. Επομένως, είναι πλέον ή βέβαιον ότι βασικός σκοπός του είναι το πώς θα επιβιώσει σε περίπτωση που χάσει την εξουσία. Αρκεί να σκεφτούμε ότι κατηγορείται για τα πάντα απ’ όλους. Ότι ευθύνεται για διασπάθιση δημοσίου πλούτου, για ενθυλάκωση τεράστιων χρηματικών ποσών επ’ ωφελεία του ιδίου και της οικογενείας του, για την καταρράκωση της τουρκικής οικονομίας, για μυστικές συμφωνίες με άλλα κράτη οι οποίες αποβαίνουν εις βάρος της Τουρκίας και για πολλά άλλα. Οι κατηγορίες είναι αναρίθμητες. Και θυμίζω πως, στις περιπτώσεις που ένας αυταρχικός ηγέτης απολέσει την εξουσία, ουδείς ενδιαφέρεται και για το αν είναι και βάσιμες. Θεωρούνται αποδεδειγμένες και συνήθως επισύρουν την εσχάτη των ποινών.
Σφοδρή είναι η τελευταία επίθεση που δέχτηκε ο Τ. Ερντογάν από βουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Συγκεκριμένα, ο Α. Ερντογκντού διατύπωσε την βεβαιότητα ότι τα κρατικά συμφέροντα θυσιάστηκαν για τα πλούτη του Τούρκου προέδρου και ισχυρίστηκε πως γι’ αυτό θα πρέπει να δικαστεί για προδοσία. Συγχρόνως, υποσχέθηκε να εργαστεί με όλη του την δύναμη για να σύρει σε δίκη τον πρόεδρο. Αμέσως, φυσικά, διατάχθηκε εισαγγελική έρευνα εις βάρος του, αλλά αυτό ήταν αναμενόμενο. Ομοίως αναμενόμενες είναι και οι μομφές κατά των επιλογών του Τούρκου προέδρου για την απώλεια 128 δις δολαρίων από τα αποθεματικά συναλλάγματος της κεντρικής τράπεζας.
Εις απάντηση της πρωτοφανούς δημόσιας τοποθέτησης του βουλευτή του CHP, ο Τούρκος αντιπρόεδρος Φ. Οκτάι σχολίασε: «Η ελπίδα να δικαστεί ο πρόεδρός μας για προδοσία είναι νοοτροπία Μεντερές. Μάθετε ότι εκείνες οι μέρες που λαχταράτε έχουν φύγει. Αυτό το μέρος τώρα έχει γίνει Νήσος Δημοκρατίας».
Η Δημοκρατία, ωστόσο, κατοχυρώνει την ελευθερία έκφρασης στους πολίτες. Να αρθρώνει κάποιος την σκέψη του, χωρίς τον κίνδυνο δίωξης – δίκης – καταδίκης. Η έκφραση έπεται της σκέψης και η εξωτερίκευση των πνευματικών διεργασιών αποτελεί πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης. Αν παλιά ίσχυε το “σκέφτομαι, άρα υπάρχω” (cogito ergo sum) του Ντεκάρτ, σήμερα πρωτίστως πρέπει να προστατεύεται το “εκφράζομαι, άρα υπάρχω”. Με την έκφραση οι πολίτες συμμετέχουν στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας του. Άνευ αυτής, είναι αποκλεισμένοι, περιθωριοποιημένοι, ξεχασμένοι.
Η Δημοκρατία, επίσης, προϋποθέτει την παροχή ίσων ευκαιριών και όχι την εξασφάλιση ίδιου αποτελέσματος. Το τελευταίο είναι χαρακτηριστικό των αυταρχικών καθεστώτων. Με την μαζοποίηση των πολιτών επιτυγχάνεται η αποτελεσματικότερη χειραγώγησή τους.
Η Δημοκρατία, ακόμη, σημαίνει πολιτική αντιμετώπιση των ιδεολογικών αντιπάλων και όχι παράλογη ποινικοποίηση της αντίθετης άποψης. Δεν κλείνεις στην φυλακή τους ανερχόμενους προέδρους κομματικών σχηματισμών για να εμφανιστείς «σκληρός» στους σκληρούς οπαδούς σου και «δίκαιος» στους ευσεβείς ψηφοφόρους σου.
Όπως γίνεται ευχερώς αντιληπτό, στην “τουρκική δημοκρατία” όλα τα ανωτέρω είναι ζητούμενα. Πολίτες σωρηδόν σύρονται στα δικαστήρια, επειδή εξέφρασαν άποψη που αντικρούει την κρατούσα. Πολιτικοί, δικαστές, δικηγόροι, πανεπιστημιακοί, δημοσιογράφοι και άλλοι βρίσκονται πίσω από τα κάγκελα, επειδή τόλμησαν να αντιταχθούν στο ΑΚΡ. Άλλωστε, η Τουρκία είναι δεύτερη στον αριθμό των φυλακισμένων δημοσιογράφων. Μέλη της κοινωνίας των πολιτών έχουν δολοφονηθεί (φερ' ειπείν, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ντιγιάρμπακιρ Ταζίρ Ελτσί), επειδή υπερασπίζονταν το δίκαιο. Και η λίστα είναι πραγματικά μακρά.
Ασφαλώς, ο Τούρκος πρόεδρος έχει σοβαρότερες έγνοιες από την πορεία της τουρκικής οικονομίας, καθώς είναι γνωστό ότι οι προσωπικές φοβίες μονοπωλούν την προσοχή των πολιτικών. Και οι δικές του είναι απολύτως δικαιολογημένες από τις πράξεις του.
Ο σοβαρός δημοσιογράφος Τ. Ντουντάρ συνελήφθη και φυλακίστηκε, διότι αποκάλυψε την γραμμή μεταφοράς όπλων από την τουρκική υπηρεσία πληροφοριών στο Ισλαμικό Κράτος. Όταν αποφυλακίστηκε, έγραψε το βιβλίο «Μας συνέλαβαν». Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει μια αγωνιστική φωτογραφία του με το δεξί χέρι ημιϋψωμένο σε γροθιά και από κάτω την λεζάντα: «Αγκαλιασμένος από τους αγαπημένους μου, βγήκα από την κλειστή φυλακή της Σηλυβρίας στη μ ι σ ά ν ο ι χ τ η φ υ λ α κ ή που ε ί ν α ι η Τουρκία» (η έμφαση δική μου).
Συνεπώς, μπορεί για τον Τούρκο αντιπρόεδρο και τους ζηλωτές του καθεστώτος η Τουρκία να είναι «νήσος δημοκρατίας», αλλά για όλους τους υπόλοιπους η Τουρκία έχει καταντήσει το «Α λ κ α τ ρ ά ζ της Μεσογείου».
* Ο Παναγιώτης Στ. Μπαλακτάρης είναι δικηγόρος, μέλος του ΕΛΙΣΜΕ και συγγραφέας.