Του Δημήτρη Τσαϊλά*
Είναι ευρέως αποδεκτό ότι εφόσον οι ΗΠΑ αποφασίσουν τη στρατιωτική επίλυση στη Κορεατική κρίση, θα πρέπει να συνεχίσουν να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην ισχυροποίηση αποτροπής της επιθετικότητας της Βόρειας Κορέας. Το επίμαχο ζήτημα είναι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να προετοιμαστούν για να εκτελέσουν ένα προληπτικό κτύπημα, χωρίς να διακινδυνεύσουν τα αντίποινα κατά των ίδιων ακόμη και στο εσωτερικό της χώρας.
Δεδομένου ότι η Νότια Κορέα θα αναλάβει το κύριο βάρος της ζημιάς σε περίπτωση πολέμου, άμα ξεσπάσει, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να εκτελέσουν το προληπτικό κτύπημα με σαφή συναίνεση της Σεούλ. Σε αντίθετη περίπτωση, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η συμμαχία τους θα μπορούσε να επιβιώσει. Επίσης το παγκόσμιο γόητρο της Ουάσιγκτον θα τρωθεί, ως μη αξιόπιστου συμμάχου, καθώς θα καταστήσει σαφές ότι είναι διατεθειμένες να θυσιάσουν τη Σεούλ για την προστασία της Νέας Υόρκης.
Υποθέσεις εργασίας
Αν η Βόρεια Κορέα γίνει ισχυρή πυρηνική δύναμη, με περαιτέρω σημαντικές επενδύσεις για την ενίσχυση της άμυνας και των αποτρεπτικών δυνατοτήτων της, τόσο από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από τους συμμάχους στην Ασία, θα απαιτούνταν διασπορά πυρηνικών κεφαλών. Ωστόσο, οι μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι και τα έξοδα που συνεπάγονται από μια τέτοια προσέγγιση παραμένουν προτιμότερα από τη σχεδόν βεβαιότητα της καταστροφής, αν οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκινούσαν ένα χτύπημα εναντίον της Βορείου Κορέας χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των δρώντων που δεσμεύεται να προστατεύσει.
Βρισκόμαστε στο πιο καθοριστικό σημείο της Κορεατικής κρίσης, είναι ένα θέμα στο οποίο μπορούμε να δούμε εύκολα ότι οι ηγεσίες των άμεσων δρώντων (Βόρεια Κορέα και ΗΠΑ) δεν βρίσκονται σε πλήρη εναρμόνιση, ούτε ο πόλεμος εξυπηρετεί την ορθολογική πολιτική σκοπιμότητα, παρά του ότι όλα τα κείμενα περί τέχνης του πολέμου, τονίζουν την ανάγκη να ταιριάζει η στρατηγική με την πολιτική, όπως είναι άλλωστε το ζητούμενο στα κείμενα της Πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας και της Εθνικής Στρατιωτικής Στρατηγικής. Στρατιωτικά (και μη στρατιωτικά) μέσα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την επίτευξη των πολιτικών σκοπών που καθορίζονται από την πολιτική ηγεσία. Επιπλέον, το κόστος της διεξαγωγής πολέμου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ορθολογικά.
Όσοι ασχολούνται με τον πόλεμο γνωρίζουν πολύ καλά, ότι, όταν τα έξοδα υπερβαίνουν την “αξία του αντικειμενικού σκοπού” σε έναν πόλεμο, η χρήση πολεμικής ισχύος πρέπει να αξιολογηθεί εκ νέου, ακόμη και σε βαθμό αποποίησης της. Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος που θα επέλθει από το κόστος της παράτασης σε έναν πόλεμο καθώς θα υπονομεύσει την κοινωνική και οικονομική σταθερότητα του πολιτικού του συστήματος. Εμμονές σε στραγγαλισμούς του ορθολογισμού στον πόλεμο δεν είναι εύκολη υπόθεση. Οι εμπλεκόμενοι πρέπει να είναι ιδιαίτερα συνειδητοποιημένοι ότι οι παραλογισμοί πρέπει να αποφεύγονται στον πόλεμο. Συμπτώσεις, τύχη, πολυπλοκότητα, ανθρώπινα πάθη, και παράγοντες πέραν του ανθρωπίνου ελέγχου, κάνουν τον ορθολογικό υπολογισμό πολύ δύσκολη υπόθεση. Ο κάθε εχθρός μπορεί να ενεργήσει ή να αντιδράσει με αρκετά απρόβλεπτους τρόπους. Πράγματι, αξίζει μόνο σαν μια ενδιαφέρουσα προειδοποίηση η ιδιαίτερη μελέτη των πολεμικών αποτελεσμάτων από τους σύγχρονους θεωρητικούς, εξάλλου ο Clausewitz τονίζει πόσο δύσκολο είναι να προβλέψουμε τις επιπτώσεις από τις ενέργειες της μιας πλευράς που θα έχει η άλλη πλευρά σε ένα πόλεμο.
Υπάρχει Στρατιωτική λύση;
Δεν υπάρχει στρατιωτική λύση όσον αφορά τη Βόρεια Κορέα, αν δεν είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε τα εκατομμύρια των θανάτων, συμπεριλαμβανομένου του αφανισμού της Νότιας Κορέας, ενός στρατηγικού εταίρου της ΕΕ.
Υπάρχουν μόνο τρεις επιλογές:
- Μια συμφωνία με το διάβολο. Αυτή είναι ίσως η καλύτερη επιλογή, καθώς οι κυρώσεις έχουν αποτύχει εδώ και 20 χρόνια, αλλά είναι απίθανο να γίνει αποδεκτό από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι ο Kim θα κρατήσει τα πυρηνικά του.
- Μια ισχυροποίηση της αποτροπής και επέκταση της αντιπυραυλικής ασπίδας άμυνας στη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία. Ωστόσο, αυτό είναι κάτι περισσότερο από μια βραχυπρόθεσμη λύση.
- Να αποδεχτούν η Κίνα και η Ρωσία τις κυρώσεις του πετρελαίου που θα ακρωτηριάσουν γρήγορα το καθεστώς του Kim. Αλλά, όπως πολύ σωστά ανέφερε τελευταία ο Putin, «ο Kim θα προτιμούσε να φάει χορτάρι από το να εγκαταλείψει τα πυρηνικά του».
Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις συνέπειες αυτής της κρίσης. Μια ειρηνική αλλαγή καθεστώτος στη Βόρεια Κορέα φαίνεται απίθανη. Η Κίνα φοβάται τα εκατομμύρια των προσφύγων και την παρουσία των αμερικανικών στρατευμάτων στα σύνορά της. Υπάρχει ένας πραγματικός κίνδυνος Παγκοσμίου Πολέμου. Γι' αυτό πλέον είναι επιτακτική ανάγκη το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (συν την ΕΕ, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα) αρχίσουνε να μιλάνε σοβαρά για όλες τις επιλογές, αντί να αφήνουν τα επόμενα βήματα στη συνθηματολογία του Kim και του Donald.
Συμπεράσματα
Σε αυτό το σημείο φαίνεται το κρίσιμο ζήτημα της στρατηγικής εφαρμογής από τους ηγέτες που προσλαμβάνει γιγαντιαίες διαστάσεις σ' ένα πόλεμο.
Οι ηγέτες κατά την εφαρμογή της στρατηγικής πρέπει να κατέχουν την αλληλεπίδραση από τον εχθρό αν επιθυμούν την επίτευξη των πολιτικών σκοπών με ορθολογικούς περιορισμούς.
Μεγάλο μέρος της ανάλυσης αφιερώνεται στον Clausewitz, καθώς και πολλοί από τους αφορισμούς του Sun Tzu, είναι απολύτως σχετικοί τόσο με τα χαρακτηριστικά όσο και με τις δραστηριότητες τις ηγεσίες που εφαρμόζουν στρατηγική με σκοπό να χειριστούν αποτελεσματικά τα προβλήματα του ορθολογισμού και της αλληλεπίδρασης. Ο Clausewitz, ο οποίος εκφράζει τον Δυτικό τρόπο σκέψης, τονίζει τον χαρακτήρα, την εμπειρία, και την διαίσθηση. Ο Sun Tzu, που εκφράζει τον Ασιατικό τρόπο σκέψης, παίζει με τον υπολογισμό, τη δημιουργικότητα και την ευελιξία.
Ότι λένε μπορεί να ελεγχθεί υπό το πρίσμα των στρατηγικών που εφαρμόσθηκαν από ηγέτες που ξεχώρισαν στην ιστορία, σε σχέση με τα σύγχρονα μοντέλα της ηγεσίας. Οι αναλυτές στην παρούσα συγκυρία, θα πρέπει επίσης να έχουνε κατά νου ότι αυτό που ταιριάζει σε επιχειρησιακό επίπεδο ηγεσίας δεν σημαίνει ότι μπορεί να ταιριάζει σε στρατηγικό επίπεδο ηγεσίας. (και αντιστρόφως).
Επίλογος
Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να αναλάβουν το δύσκολο ρόλο τείνοντας διπλωματικές συνεργασίες στην περιοχή, διατηρώντας παράλληλα επιχειρήσεις συλλογής πληροφοριών και επιβολής του Διεθνούς Δικαίου. Με αυτό τον τρόπο, η Ουάσιγκτον μπορεί να χτίσει σιγά-σιγά την ισχύ για να διαπραγματευτεί προς μια λιγότερο προκλητική κατάσταση. Η αποτροπή τώρα πλέον, είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί, τόσο από ηθική όσο και από πολιτική άποψη. Έτσι θα βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις με έναν φαύλο καθεστώς. Γνωρίζουμε ότι αυτό δεν είναι η καλύτερη των επιλογών, αλλά είναι η μόνη μας πραγματική επιλογή.
* Ο κ. Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υποναύαρχος ΠΝ ε.α.