Δυο δημοσιεύματα της περασμένης εβδομάδας δημιουργούν σοβαρά ερωτηματικά για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση χειρίζεται μείζονος σημασίας θέματα εξωτερικής πολιτικής και την στοιχειώδη δυνατότητά της να προασπίζει θέματα της εθνικής κυριαρχίας.
Το πρώτο αφορά το επεισόδιο που προκλήθηκε τον περασμένο Αύγουστο στα Ίμια όταν συμπωματικά(;) έφτασε στην βραχονησίδα σκάφος με πρόσφυγες οι οποίοι και αποβιβάστηκαν ζητώντας βοήθεια. Αμέσως κινητοποιήθηκαν οι ελληνικές αρχές και κατευθύνθηκε σκάφος του Λιμενικού στην περιοχή. Ταυτόχρονα όμως εξέδιδε NAVTEX και η Τουρκία διεκδικώντας την ανάληψη από την ίδια της Έρευνας και Διάσωσης στα Ίμια.
Έτσι σχεδόν ταυτόχρονα έφρασαν στα Ίμια και οι έλληνες και οι τούρκοι Λιμενικοί και αποβιβάστηκαν στα Ίμια. Υπήρξε κινητοποίηση και σήμανε συναγερμός καθώς οι άνδρες ηταν οπλισμένοι και η αποκλιμάκωση της έντασης δρομολογήθηκε όταν -κατόπιν προφανώς συμφωνίας που υπήρξε σε ανώτερο διπλωματικοστρατιωτικό επίπεδο- αποχώρησαν ταυτόχρονα από την βραχονησίδα, αφού προηγουμένως όμως «μοιράστηκαν» οι έλληνες και οι τούρκοι λιμενικοί, τους πρόσφυγες που είχαν βρεθεί πάνω στα Ίμια.
Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι για να γίνει η "μοιρασιά", χρειάστηκε να χωρισθεί μια οικογένεια Σύρων, που δυο από τα μέλη της βρεθήκαν στο σκάφος του τουρκικού Λιμενικού, με τα υπόλοιπα μέλη της να αποχωρούν με το σκάφος του Ελληνικού Λιμενικού.
Το επεισόδιο (το όποιο αποκάλυψε η Καθημερινή) συνέβη στις 14 Αυγούστου και κρατήθηκε στο σκοτάδι από την ελληνική κυβέρνηση.
Το επεισόδιο αυτό, το οποίο βεβαίως δεν διαψεύστηκε, εγείρει μείζονα ζητήματα.
Ποιος χειρίσθηκε την υπόθεση και ποιος υπουργός ή επιτελής ανέλαβε την ευθύνη να αποδεχθεί μια τέτοια συμφωνία απεμπλοκής, η οποία αποτελεί την πιο ακραία επαναβεβαίωση, με ελληνική μάλιστα υπογραφή, της αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας στα Ίμια;
Διότι μετα το 1996 όταν έγινε η συμφωνία απεμπλοκής δια χειρός Χολμπρουκ, ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε επίσημη αποδοχή από την Ελληνική πλευρά ότι στα Ίμια έχει και η Τουρκία τα ίδια δικαιώματα με την Ελλάδα. Που αποτελεί επίσημη παραδοχή της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών».
Το δεύτερο επεισόδιο αφορά την πτήση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσιπρα προς την Τεχεράνη, στο πλαίσιο της επίσημης επίσκεψης του στο Ιράν. Το πρωθυπουργικό αεροσκάφος υπέβαλε σχέδια πτήσης που προέβλεπαν ανεφοδιασμό του στην Ρόδο, αλλά οι τουρκικές αρχές αρνήθηκαν να δώσουν άδεια υπερπτησης του τουρκικού εναερίου χώρου, με τον γνωστό ισχυρισμό, ότι η Ρόδος όπως και τα Δωδεκάνησα έχουν υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης και συνεπώς το πρωθυπουργικό αεροσκάφος που ανήκει στην Πολεμική Αεροπορία και έχει πλήρωμα αξιωματικούς της Πολεμικής Αεροπορίας, δεν μπορεί να κάνει χρήση του αεροδρομίου της Ρόδου. Η Άγκυρα μάλιστα πρότεινε ο ανεφοδιασμός του αεροσκάφους να γίνει είτε στην Αλεξανδρούπολη είτε στην Άγκυρα.
Μετά από διαβουλεύσεις αποφασίστηκε να επιλεγεί νέα διαδρομή μέσω της Αιγύπτου, Ιορδανίας και Σαουδικής Αραβίας, ώστε να μην υπάρξει έμμεση αποδοχή της τουρκικής αμφισβήτησης.
Και αυτό το περιστατικό όμως, δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά για την κυβέρνηση, η οποία λίγες ημερες αργότερα έσπευσε να συναινέσει στο γερμανοτουρκικό σχέδιο για εμπλοκή του ΝΑΤΟ στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού στο Αιγαίο, γνωρίζοντας ότι υπάρχει ο κίνδυνος με αφορμή της αποστολές διάσωσης να επανέλθει και πάλι η αμφισβήτηση χρήσης εναερίων κυριως μέσων από τα Ελληνικά νησιά, για τα οποία η Άγκυρα απαιτεί να αποστρατιωτικοποιηθουν…