(φωτ. Ουκρανός αυτονομιστής στην περιοχή του Donetsk. Η σημαντική μείωση των επεισοδίων στη γραμμή κατάπαυσης των εχθροπραξιών σε συνδυασμό με ενδείξεις για εντονότερο έλεγχο των Ρώσων επί των αυτονομιστών ενίσχυσαν τις ελπίδες επιτάχυνσης της εφαρμογής των συμφωνηθέντων.
Του Ιπποκράτη Δασκαλάκη*
Έχετε παρατηρήσει ότι η κρίση της Ουκρανίας που μεσουρανούσε το 2014 στα διεθνή γεγονότα έχει ουσιαστικά εξαφανιστεί από το προσκήνιο τις τελευταίες εβδομάδες! Αναρωτιέστε πιθανόν μήπως ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες που προέβλεπαν τα δύο πρωτόκολλα του Μινσκ για την ειρηνική λύση της κρίσεως. Ακόμη όχι, καθόσον επικρατεί καχυποψία και εμπλοκή στην υλοποίηση των συμφωνηθέντων.
Γεγονός είναι ότι τα δύο παραπλήσια πρωτόκολλα του Μινσκ έχουν τις δικές τους «δημιουργικές» ασάφειες αλλά αναμφισβήτητα πέτυχαν έστω και καθυστερημένα, τη μερική κατάπαυση των εχθροπραξιών. Η εύθραυστη εκεχειρία κινδύνευσε τους τελευταίους δύο μήνες του 2015 αλλά οριακά πριν τη λήξη της (30 Δεκεμβρίου), ανανεώθηκε για ένα έτος, δίδοντας τον απαραίτητο χρόνο και ανάσα για την προσπάθεια υλοποίησης των προβλέψεων των πρωτοκόλλων.
Σήμερα η Κριμαία ετοιμάζεται να γιορτάσει τη δεύτερη επέτειο της ενσωμάτωσης (μη διεθνώς αναγνωριζομένης) στη «μητέρα» Ρωσία. Οι φιλορώσοι αυτονομιστές των δύο αυτοανακηρυχθέντων ανεξαρτήτων δημοκρατιών (Donetsk People''s και Luhansk People''s Republics) εξακολουθούν να ελέγχουν «de facto» τις περιοχές αυτές. Η Ουκρανία βιώνει μια βαθιά οικονομική κρίση και έναν ακόμη βαθύτερο εθνοτικό διχασμό και κοινωνική κρίση. Η Ρωσία αισθάνεται τις συνέπειες των δυτικών κυρώσεων και της πτώσεως των τιμών του πετρελαίου. Η Δύση εξακολουθεί να χαμογελάει διστακτικά στην Ουκρανία αλλά αρνείται να «βάλλει» το χέρι βαθιά στην τσέπη για ουσιαστική οικονομική ανακούφιση της (ούτε λόγος να γίνει για εδαφικές εγγυήσεις). Συγχρόνως, η προσοχή όλων έχει στραφεί στη συριακή κρίση, τη νέα στρατιωτική εμπλοκή της Ρωσίας, τις προσφυγικές ροές στην Ευρώπη, την απειλή της τρομοκρατίας και το φόβο της ύφεσης της διεθνούς οικονομίας.
H Ουκρανία ζωτικός χώρος για τη Μόσχα
Η κοινή λογική υποδεικνύει ότι όλα αυτά τα ανοικτά αλληλοτροφοδοτούμενα ζητήματα απαιτείται να εξομαλυνθούν αποφεύγοντας αντιπαραγωγικές συγκρούσεις και με την επίτευξη, μέσω υποχωρήσεων, ενός ελάχιστου κοινού οφέλους. Απλά, στις διεθνείς σχέσεις για να επικρατήσει η κοινή λογική και το ελάχιστο κοινό συμφέρον απαιτείται πρώτα η επίτευξη μιας ευαίσθητης ισορροπίας μεταξύ ισχύος, ζωτικών συμφερόντων και αναμενόμενων κερδών των βασικών εμπλεκομένων. Σε αυτήν την κατεύθυνση, η Δύση ίσως να πρέπει συνειδητοποιήσει ότι η Ουκρανία αποτελεί ζωτικό στρατηγικό χώρο για τη Μόσχα και ενδεχόμενη προσχώρηση της στο δυτικό στρατόπεδο θεωρείται ως άμεση απειλή για την ασφάλεια της Ρωσίας. Αντίστοιχα, η Ρωσία πρέπει να αντιληφθεί ότι μια «φινλανδοποιημένη» ακέραιη Ουκρανία είναι ίσως προτιμότερη από μια ακρωτηριασμένη, βαθιά διχασμένη και ρεβιζιονιστική ασταθή χώρα.
Στα μέσα του παρελθόντος Ιανουαρίου μια ξαφνική συνάντηση υψηλόβαθμων συμβούλων της αμερικανικής και ρωσικής ηγεσίας πυροδότησε φήμες για μια κυοφορούμενη συμφωνία στην ουκρανική κρίση. Οι φήμες ενισχύθηκαν και από μια διαφαινόμενη προσέγγιση για δρομολόγηση λύσεως στο συριακό ζήτημα και στην αντιμετώπιση του ισλαμιστικού εξτρεμισμού. Συγχρόνως η σημαντική μείωση των επεισοδίων στη γραμμή κατάπαυσης των εχθροπραξιών σε συνδυασμό με ενδείξεις για εντονότερο έλεγχο των Ρώσων επί των αυτονομιστών ενίσχυσαν τις ελπίδες επιτάχυνσης της εφαρμογής των συμφωνηθέντων.
Δυναμώνουν οι ακραίες φωνές στο Κίεβο
Η πρόσφατη ανανέωση των δυτικών κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας και η έκδοση ψηφίσματος του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου (συναρτά την άρση των κυρώσεων με την επανεγκαθίδρυση της ουκρανικής κυριαρχίας επί της Κριμαίας) καίτοι επιτείνουν την αντιπαράθεση, φαίνεται ότι αποτελούν μέρος της διαπραγματευτικής διελκυστίνδας των δύο πλευρών στα πλαίσια της αναζήτησης μιας συμβιβαστικής λύσεως. Η βασική διαφορά των δύο πλευρών (Ουκρανίας-αυτονομιστών) έγκειται στη διαφορετική αντίληψη των συμφωνηθέντων συνταγματικών τροποποιήσεων για παραχώρηση περισσοτέρων προνομίων και αυτονομίας των δύο επαρχιών και στο χρόνο παράδοσης του ελέγχου των εξωτερικών συνόρων στην ουκρανική κυβέρνηση.
Σήμερα, η εξασθενημένη θέση της κυβέρνησης του Κιέβου καθιστά σχεδόν αδύνατη την υπερψήφιση αντίστοιχων νόμων στο διχασμένο ουκρανικό κοινοβούλιο, γεγονός που ενδυναμώνει τις ακραίες φωνές στο στρατόπεδο των αυτονομιστών που αρνούνται να παραχωρήσουν τον έλεγχο των συνόρων.
Αναμφισβήτητα, η ανάγκη συνεργασία Δύσεως-Ρωσίας σε αριθμό κρίσιμων ζητημάτων (θέματα Μέσης Ανατολής, τρομοκρατία, προσφυγικό-μεταναστευτικό, διάδοση όπλων μαζικής καταστροφής, οικονομικά θέματα) καθιστά ευκταία μια γενικότερη προσέγγιση, αποκλιμάκωση και εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσεως στην ουκρανική κρίση. Αμφότερες οι άμεσα εμπλεκόμενες πλευρές (ουκρανική κυβέρνηση, αποσχιστικά στοιχεία) είναι σήμερα σχετικά αδύναμες και ευάλωτες σε εξωτερικές πιέσεις από Δύση και Μόσχα αντίστοιχα.
Το μεγαλύτερο αγκάθι στην προσπάθεια αυτή είναι η προσάρτηση της Κριμαίας, ενέργεια πλήρως αντίθετη με το διεθνές δίκαιο και νομιμοποίηση της οδηγεί σε σταδιακή αποδυνάμωση των ήδη παραβιαζόμενων άρχων της μη επέμβασης και βίαιης μεταβολής των συνόρων. Σε κάθε περίπτωση, οι επιλογές κυμαίνονται μεταξύ της συνέχισης της αντιπαραγωγικής αντιπαράθεσης και μιας συμβιβαστικής λύσης που οδηγεί σε μια ουδέτερη Ουκρανία (εκτός ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκής Ένωσης) που δεν θα θεωρείται απειλή για τη Ρωσία ενώ θα επιτρέπει στην Δύση να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την Μόσχα.
Βέβαια, σε παρόμοιες καταστάσεις, μια ειρηνευτική λύση επιβάλλει εκατέρωθεν υποχωρήσεις κυρίως όμως είναι σε βάρος του πλέον αδυνάμου μέρους, δηλαδή της Ουκρανίας, με διαφαινόμενη την παραχώρηση σημαντικών δικαιωμάτων αυτονομίας στις ανατολικές περιοχές της χώρας (προβλέπεται άλλωστε και από τα Πρωτόκολλα του Μινσκ) και αποδοχής μιας ειδικής τυπικής σχέσεως με την Κριμαία.
Σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων για εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσεως (μικρή πιθανότητα), τυχόν επανάληψη των συγκρούσεων, συνεπακόλουθη επέκταση των κυρώσεων, απρόβλεπτες εξελίξεις και πολιτικοί ακροβατισμοί δεν αποκλείεται να οδηγήσουν σε μια μαζική κίνηση προσαρτήσεων ρωσόφωνων επαρχιών (Αμπχαζία, Νότια Οσσετία, Υπερδνειστερία, Ανατολική Ουκρανία) και στην επακόλουθη ολική αντιπαράθεση Δύσεως-Ρωσίας με τελικά χαμένους αμφότερες τις πλευρές. Περισσότερο όμως πιθανή διαφαίνεται σήμερα η προσέγγιση των δύο πλευρών ή στη χειρότερη περίπτωση η διατήρηση μιας ακόμη «παγωμένης» σύγκρουσης (frozen conflict).
* Ο κ. Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Υποστράτηγος (εα), Πτυχιούχος του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Παντείου Πανεπιστημίου και κάτοχος Μεταπτυχιακού στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι Μέλος του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ) και Συνεργάτης του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ).Διαλέκτης στη Σχολή Εθνικής Αμύνης (ΣΕΘΑ).