Του Αλέξανδρου Δρίβα*
Στις 28 Ιανουαρίου, η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ θα συμμετέχουν επίσημα στην Τριμερή που έχουν σταδιακά οικοδομήσεις από το έτος 2009-2010. Όπως και η Τριμερής μεταξύ Ελλάδος, Κύπρου και Αιγύπτου, έτσι και αυτή που θα λάβει χώρα στο Τελ Αβίβ, είναι κρίσιμη για τα συμφέροντα του Ελληνισμού. Το έτος 2010, δεν ήταν μόνο κρίσιμο για το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας αλλά και για την εξωτερική της πολιτική. Η αλλαγή στρατηγικής πλέυσης της Ελλάδας, έδωσε μια νέα ώθηση στον τρόπο με τον οποίο η χώρα μας διεκδικεί τα συμφέροντά της στην ίδια της την περιφέρεια. Ωστόσο, η αστάθεια της ευρύτερης περιοχής της Μέσης Ανατολής, πολλαπλασιάζει τις ευκαιρίες αλλά και τους κινδύνους, κάνοντας την εικόνα της περιοχής εξαιρετικά πολύπλοκη.
Η πολυσχιδής υφή της άσκησης της εξωτερικής πολιτικής
Μπορεί στο μικρο-επίπεδο και στους ανθρώπους να μπορεί να υπάρξει δυϊκός αριθμός, όμως στο περιβάλλον που καλείται ένα κράτος να ασκήσει εξωτερική πολιτική, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Ο Λόρδος Πάλμερστον, κάποτε ανέφερε: «Τα Έθνη δεν έχουν σταθερούς φίλους ή εχθρούς. Έχουν μόνο σταθερά συμφέροντα». Η χώρα μας, πριν από το 2010, φαίνεται πως δοκίμασε λανθασμένες πολιτικές που αποσκοπούσαν κυρίως στη δημιουργία ενός θυμικού προκειμένου η εκάστοτε κυβέρνηση να προσδέσει όσο το δυνατόν, μεγαλύτερο μερίδιο του εκλογικού σώματος.
Η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, εξαρτάται σαφώς από τις εσωτερικές πολιτικές συνθήκες που επικρατούν, όμως αυτό που έχει σημασία, είναι ποιές τάσεις επικρατούν εκτός της εκάστοτε χώρας. Ένα τέτοιο παράδειγμα, που αφορά άμεσα την επικείμενη Τριμερή, αποτελεί το Ισραήλ. Το ισραηλινό κράτος, θα μπορούσε να είναι ένα πρότυπο προκειμένου να κατανοήσουμε τα πλαίσια χάραξης της εξωτερικής πολιτικής που τίθενται πάνω σε μια υψηλή στρατηγική. Το Ισραήλ, από το 1948 και μετά, φρόντισε να έχει ειδικές σχέσεις με τις ΗΠΑ, με την Τουρκία, με την Ιορδανία και τη Σαουδική Αραβία. Επίσης, το Ισραήλ βελτίωσε τις σχέσεις του με την Αίγυπτο μετά τις τρεις πρώτες δεκαετίες της ύπαρξής του. Πριν από τη βελτίωση αυτή που έχει φέρει τις δύο χώρες στο να μιλούν για διεύρυνση της συνεργασίας τους, η Αίγυπτος αποτελούσε τον βασικό περιφερειακό εχθρό του Ισραήλ.
Η δημιουργία στενότερων δεσμών με κάποιες χώρες, δεν αποτελεί αιτία για δημιουργία παιγνίων μηδενικού αθροίσματος με άλλες. Το οτι συνεργάζεται για παράδειγμα η Ελλάδα με το Ισραήλ, δε σημαίνει πως το Ισραήλ θα πάψει να έχει οποιαδήποτε σχέση με την Τουρκία.
Η προσέγγιση του Ισραήλ με την Τουρκία, ίσως δίνει όφελος στην Ελλάδα.
Βασική ανησυχία της Αθήνας από το 2011 και μετά, ήταν μήπως το Ισραήλ κοιτά τις σχέσεις της με την Ελλάδα και την Κύπρο ως «βραχυπρόθεσμες» και η προσέγγιση των δύο χωρών από το Τελ Αβίβ, έγινε προκειμένου να «εξαναγκάσει» την Τουρκία προκειμένου να επιστρέψει η τελευταία στο status quo ante που πλαισίωνε τις –στενές- τουρκο-ισραηλινές σχέσεις.
Η βάση μιας συμμαχίας, μπορεί να στηρίζεται στο «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Όμως, η διεθνής εμπειρία, έχει αποδείξει πως στις περιπτώσεις που τα κράτη ακολουθούν την εξωτερική εξισορρόπηση των κινδύνων (συμμαχίες, συνεννοήσεις, στρατηγικές συνεργασίες με άλλα κράτη) όσο πιο πολύ στηρίζονται στο «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου», τόσο πιο βραχυπρόθεσμες είναι. Με άλλα λόγια, η πρωτόλεια ακόμη επαναπροσέγγιση που λαμβάνει χώρα μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ, σε συνδυασμό με το οτι η ισραηλινή ηγεσία επιμένει να συνδιαλέγεται στο υψηλότερο επίπεδο με Αθήνα και Λευκωσία, πρέπει να μας καθησυχάζει και όχι να μας ανησυχεί.
Αυτό σημαίνει πως ένα σοβαρό κράτος σαν το Ισραήλ, έχει αποφασίσει πως Ελλάδα και Κύπρος αποτελούν βασικούς πυλώνες για τον επαναπροσδιορισμό της εξωτερικής του πολιτικής και οτι δεν έχει βραχυπρόθεσμα στοιχεία που εδράζουν στο «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Έτσι και αλλιώς, η επαναπροσέγγιση Τουρκίας και Ισράηλ, έχει ακόμη πολύ δρόμο προκειμένου να εξελιχθεί και ο δρόμος αυτός, δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα σε μια περίοδο που η Τουρκία πράττει ως περιφερειακός ταραξίας. Το δυτικό βάθος του Ισραήλ, καλύπτεται από την Ελλάδα και την Κύπρο, είτε οι σχέσεις του με την Τουρκία ομαλοποιηθούν, είτε όχι.
Η Τριμερής και τί αναμένουμε
Δύο σημαντικά στοιχεία, μπορούν να μας δείξουν πως όντως η στενή συνεργασία μεταξύ Ισραήλ, Ελλάδας και Κύπρου, συνεχώς εμβαθύνεται. Το ένα στοιχείο, έρχεται από το πολύ πρόσφατο παρελθόν. Στην πρόσφατη οικονομική διένεξη μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ, το Ισραήλ επικιοινώνησε με τον Κύριο Λακκοτρύπη. Αμέσως, το Ισραήλ επέλεξε την Κύπρο ως διαμεσολαβήτρια δύναμη. Στο προ-Σίσι καθεστώς, αυτόν τον ρόλο μπορούσε να τον παίξει η Άγκυρα. Πλέον, η Τουρκία έχει αρκετά κακές σχέσεις με την Αίγυπτο. Το δεύτερο στοιχείο, αποτελεί τα όσα απορρέουν από την ανακάλυψη του κοιτάσματος του Zohr στην Αίγυπτο. Σε μια πρόχειρη και βραχυπρόθεσμη συνεργασία, οι όποιες ενεργειακές συζητήσεις θα είχαν περιθωριοποιηθεί. Παρόλα αυτά, η αξιοποίηση των υδρογονανθράκων ως ζήτημα, θα έχει ξεχωριστή θέση στις συνομιλίες που θα λάβουν χώρα στο Τελ Αβίβ στις 28 Ιανουαρίου.
Το ενεργειακό κομμάτι, είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και πρέπει να υπολογίζουμε το ρόλο των εταιρειών που εμπλέκονται σε ενδεχόμενες επενδύσεις στον τομέα. Πέραν αυτού, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη συγκυρία και τις κοσμογονικές αλλαγές που γίνονται στη Μέση Ανατολή. Η εν εξελίξει κρίση της Συρίας, το μέλλον της Σαουδικής Αραβίας αλλά και το Κυπριακό, καθιστούν εταιρείες και κράτη ως επιφυλακτικούς δρώντες σχετικά με την επόμενη μέρα. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με τα ιστορικά χαμηλά στις τιμές που πωλούνται σήμερα οι υδρογονάνθρακες ανά τον κόσμο. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίων οι πληροφορίες που έρχονται από το ενεργειακό «μέτωπο» είναι αρκετά συγκεχυμένες και τις περισσότερες φορές, αντιφατικές. Εκτός από τον ενεργειακό τομέα, η Ελλάδα και η Κύπρος μπορούν να προχωρήσουν σε συνεργασία με το Ισραήλ στα θέματα των πληροφοριών και της ασφάλειας σε μια περίοδο που το προσφυγικό, έχει γίνει κύριο ζήτημα για την Ε.Ε. Αθήνα και Λευκωσία, μπορούν να αυξήσουν τη διαπραγματευτική τους θέση εντός Ε.Ε, χρησιμοποιώντας μια πιθανή, ειδική σχέση τους σε αυτόν τον τομέα με το Ισραήλ. Επιπρόσθετα, η οικονομική δυναμική του Ισραήλ και το know how που διαθέτει στην παραγωγικότητα του ιδιωτικού τομέα, μπορεί να βοηθήσει πάρα πολύ την Αθήνα και τη Λευκωσία.
Τουρκία, Κύπρος και Ισραήλ: Αγωγός;
Η δημιουργία αγωγού, σηματοδοτεί στενές σχέσεις. Δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι αν ένας αγωγός μεταξύ Κύπρου (με λύση στο Κυπριακό) Ισραήλ και Τουρκίας μπορεί να λάβει χώρα έστω και αν είναι οικονομικότερη λύση. Οι λόγοι που θα εξετάσει επίσης ένας επενδυτής αλλά και ένα κράτος είναι οι εξής: Πρώτον, σε ποιά Τουρκία; Η Τουρκία βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση τόσο εκτός των συνόρων της, όσο και εντός καθώς το Κουρδικό έχει περάσει πάλι σε φάση έξαρσης. Ταυτόχρονα, η εξωτερική πολιτική της Άγκυρας έχει αποδείξει πως είναι ευκαιριακή και αναξιόπιστη. Δεύτερον, ένα κράτος όπως το Ισραήλ, θα απέφευγε να εγκλωβιστεί με έναν αγωγό που μπορεί να ισχυροιποιήσει την οικονομία του αλλά να υποθηκεύσει την ασφάλειά του. Το Ισραήλ, όπως και τα περισσότερα κράτη πλέον, επιλέγουν συνεργασίες ιχυρές σε βάθος (κάποιου τομέα, εν προκειμένω στον ενεργειακό τομέα) και αποφεύγουν το εύρος καθώς υπάρχει κίνδυνος εγκλωβισμού. Οι συμμαχίες, όσο πιο δεσμευτικές είναι, τόσο ευκολότερα μπορούν να παγιδεύσουν τα κράτη σε περίπτωση αλλαγής του περιφερειακού ή του διεθνούς status quo. Το περιφερειακό status quo της Μέσης Ανατολής, είναι εξαιρετικά ασταθές και επιρρεπές σε αλλαγές, κάτι που σημαίνει πως οι συμμαχίες, δύσκολα μπορούν να οικοδομηθούν από τη μία μέρα στην άλλη και ιδιαίτερα, αν πρόκειται για διεύρυνση και εμβάθυνση.
Η εξωτερική πολιτική ως επιχειρηματικότητα και η περιφεριοποίηση των τουρκικών προκλήσεων.
Η άσκηση εξωτερικής πολιτικής, μοιάζει πολύ στον τρόπο που χαράσσεται, με την επιχειρηματικότητα. Η επιχειρηματική δραστηριότητα, μολονότι στοχεύει στο κέρδος, λαμβάνει χώρα σε πλαίσια που εγγενώς υπάρχει το ρίσκο. Σίγουρο και «εξασφαλισμένο» κέρδος, δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει και «αιώνια φιλία» μεταξύ κρατών. Κάθε συμμαχία, έχει τα παράθυρα ευκαιρίας της και ταυτόχρονα, τους κινδύνους αυτής. Η «επένδυση» των κρατών στη δημιουργία ισχυρών σχέσεων με άλλα κράτη, εδράζεται στην πίστη οτι οι ευκαιρίες είναι περισσότερες από τους κινδύνους. Η χώρα μας πρέπει να αντιληφθεί πως ο ψυχροπολεμικός κόσμος έχει τελειώσει και το οτι συνεργάζεται με μια χώρα, δε σημαίνει πως αποκλείεται από το «κάδρο συνεργασίας» κάποια άλλη.
Τα οφέλη που έχουν να αποκομίσουν Ελλάδα και Κύπρος από το Ισραήλ, είναι ευτυχώς σημαντικά, ανεξάρτητα από το ρόλο που θα παίξει η «μεταβλητή» Τουρκία. Επίσης, ο βαθύτερος στόχος της Ελλάδας και της Κύπρου, είναι στην Τριμερή, να ενταχθούν και άλλες χώρες, όπως η Ιορδανία ώστε να δημιουργηθεί μια ευρύτερη συνεννόηση στην περιοχή που θα πείσει ακόμη και την Τουρκία στο να μάθει να συνεργάζεται. Αν Ελλάδα και Κύπρος περιφεριοποιήσουν τα ζητήματα και τις προκλήσεις που απορρέουν από την Τουρκία, τότε και οι όροι θα αλλάξουν προς όφελος του Ελληνισμού. Η Τριμερής μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισράηλ, όπως συμβαίνει για την αντίστοιχη Τριμερή με την Αίγυπτο, αποτελούν φωτεινές εξαιρέσεις συνεργασίας σε μια περιοχή που είναι εθισμένη στη σύγκρουση.
*Υποψήφιος Διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου - συντονιστής στο Παρατηρητήριο Ανατολικής Μεσογείου στον Τομέα Ρωσίας Ευρασίας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΤΟ.ΡΕ.ΝΕ)