Του Δημήτρη Τσαϊλά*
Τον τελευταίο καιρό, έχουν γραφτεί πολλά εξαιρετικά άρθρα που αναλύουν τις τουρκικές διεκδικήσεις, την εθνικιστική ρητορική του Ερντογάν καθώς και την τακτική των τουρκικών παραβάσεων και παραβιάσεων στο χώρο του Αιγαίου, και έχουν καλύψει σε μεγάλη κλίμακα την θεωρία ενός «αδιέξοδου παιγνίου». Ωστόσο, πιστεύω ότι πρέπει να αναζητήσουμε τη στρατηγική επιρροή της ναυτικής δύναμης στον καθορισμό του αποτελέσματος αυτού του παιχνιδιού. Είναι πεποίθηση μου, ότι στα ελληνοτουρκικά ζητήματα η θαλάσσια ισχύς είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία σε κάθε παιχνίδι της διπλωματίας, και ότι ο έλεγχος των θαλασσών τόσο στο Αιγαίο όσο και στην ανατολική Μεσόγειο είναι ο αποφασιστικός παράγοντας που τείνει να παραβλέπεται από πολλούς κυβερνώντες.
Η στρατηγική αξία της θαλάσσιας ισχύος
Εξ' άλλου είναι γνωστό, ότι η στρατηγική αξία της θαλάσσιας ισχύος, είναι καθοριστικός παράγοντας στην επιβίωση ιδιαίτερα των παρακτίων και αρχιπελαγικών κρατών όπως ακριβώς είναι και η Ελλάδα. Η θαλάσσια ισχύς δημιουργείται και πρέπει να χρησιμοποιείται ως όργανο της κρατικής πολιτικής καθώς αποτελεί εθνικό συμφέρον ζωτικής σημασίας. Σε μια ιστορική αναδρομή θα διαπιστώσουμε ότι τα έθνη επιλέγουν να αποκτήσουν και να χρησιμοποιήσουν αυτή την ισχύ σε διάφορες καταστάσεις και μορφές, που οι επιλογές τους διέπονται από τη σημασία που δίδεται στη θάλασσα από το μεμονωμένο κράτος ως μια αμυντική αναγκαιότητα ή ως μια επιθετική ευκαιρία.
Επομένως η θαλάσσια ισχύς είναι η πεμπτουσία για να τον έλεγχο των θαλάσσιων χώρων, καθώς και για την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων προς όφελος της συνολικής στρατηγικής θέσης μιας χώρας. Αυτά τα οφέλη μεγιστοποιούνται εάν ένας παίκτης μπορεί να επιτύχει ναυτική υπεροχή σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Υπό το πρίσμα λοιπόν αυτό πρέπει να εξετάσουμε τον ακραίο ρεαλισμό και την προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας, καθώς και τη συνολική της αναθεωρητική στάση ως προς τις διεθνείς συνθήκες οι οποίες κατοχυρώνουν εν τοις πράγμασι τις Ελληνικές θέσεις.
Ο στρατηγικός σχεδιασμός της Τουρκίας
Τα ζητήματα της υφαλοκρηπίδας και κατ' επέκταση της ΑΟΖ δεν εμπλέκονται μόνο με τα ενεργειακά θέματα, αλλά κατά κύριο λόγο με τις νέο-οθωμανικές φιλοδοξίες της Τουρκίας, που έχουσα πλήρη αντίληψη των απαιτήσεων έχει φροντίσει και φροντίζει για το αμυντικό σκέλος προβολής ισχύος καθώς και για το διπλωματικό που στην παρούσα φάση συνίσταται στην προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων και την αμφισβήτηση του status quo. Το πρόβλημα της Ελλάδος ιδιαίτερα τα χρόνια της κρίσεως, είναι η έλλειψη ρεαλισμού που έχει οδηγήσει στην πλήρη απουσία της χώρας από τον φυσικό γεωπολιτικό χώρο της, στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Δεν νοείται μια ναυτική δύναμη σαν την χώρα μας σε μια περιοχή σημαντικότατη για την παγκόσμια ναυσιπλοΐα και εμπόριο να είναι απούσα ειδικά όταν κανείς άλλος στην περιοχή δεν έχει τις ίδιες δυνατότητες σε ναυτική ισχύ.
Αυτό το κενό, προσπαθεί, να καλύψει η Τουρκία, σε συνδυασμό με τον έλεγχο των Βαλκανίων με εργαλείο της, τους Μουσουλμανικούς πληθυσμούς και με εκβιαστικές κινήσεις με τους μετανάστες, να προχωρήσει στον πλήρη έλεγχο της Ευρασίας έχοντας σχεδόν αποκλειστικά την διαχείριση των δρόμων του πετρελαίου. Όταν η Τουρκία θα πιστέψει ότι έχει ολοκληρώσει το στρατηγικό της σχεδιασμό, τότε εκτιμάται ότι, θα προχωρήσει στην απαραίτητη κρίση στο θαλάσσιο χώρο στο Αιγαίο ή τη Μεσόγειο μέσω του οποίου θα επιδιώξει την πλήρη αναθεώρηση του “status quo” της περιοχής με την διχοτόμηση του Αιγαίου και τον έλεγχο των θαλασσίων δρόμων. Για τους παραπάνω λόγους η ένταση και η προκλητικότητα θα βαίνουν αυξανόμενες καθώς οι τούρκοι θα χρησιμοποιούν την πολεμική τους ισχύ, για τη “διόρθωση” αυτού που θεωρούν ως ιστορική και γεωγραφική αδικία.
Η Ελληνική Ναυτική Ισχύς
Παρά το γεγονός ότι το Πολεμικό Ναυτικό μας που είναι βασικός συντελεστής της θαλάσσιας ισχύος, παραμένει πολλές τάξεις μεγέθους πιο ισχυρό από ότι του πλησιέστερου ανταγωνιστή μας, πρέπει να προσέξουμε τις προσαρμογές της παραδοσιακής τέχνης της ναυτικής στρατηγικής τονίζοντας ότι θα αποτελέσει θρίαμβο για την ηγεσία του Πολεμικού Ναυτικού να διατηρήσει ισχυρό το στόλο κάτω από τις σημερινές συνθήκες μεγάλων εξωτερικών πιέσεων σε συνδυασμό με την δημοσιονομική αδυναμία. Αν επιτρέψουμε μια περαιτέρω φθορά στη ναυτική ισχύ μας, κινδυνεύουμε να επαναλάβουμε την εμπειρία των χρόνων του Βυζαντίου που είχε αποδυναμωθεί ο στόλος.
Μια ανησυχητική παράμετρος που σημειώνουμε είναι η συνεχής ανάπτυξη των τουρκικών ναυτικών δυνάμεων, επισημαίνοντας ότι το τουρκικό ναυτικό έχει ένα μεγάλο αριθμό αρματαγωγών, φρεγατών και ενός αυξανόμενου αριθμού υποβρυχίων. Πιο σοβαρή απ'' όλα, περιγράφουμε την αυξανόμενη απειλή που ανοίγει μια νέα εποχή για τον τουρκικό ιμπεριαλισμό. Ο καθορισμός των ΑΟΖ, στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή έχει μετατρέψει την Τουρκία σε μια επεκτατική, περιφερειακή εξουσία.
Σε κάθε κατηγορία το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό συνδυάζει την τεκμαρτή αριθμητική ισορροπία με ένα σημαντικό ποιοτικό πλεονέκτημα από πλοίο σε πλοίο πάνω από το Τουρκικό ναυτικό. Αυτή η κατάσταση είναι απίθανο να αλλάξει σύντομα. Όμως καθώς αυξάνεται το ναυτικό της Τουρκίας και το δικό μας μειώνεται, στο μέλλον η ισορροπία ισχύος θα διαταραχθεί υπέρ του αντιπάλου. Αντί να αντιμετωπίσουμε αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση, εμείς οι ίδιοι πρέπει να προβούμε σε επανακαθορισμό της ναυτικής στρατηγικής αποκλείοντας τη σχετική ευκολία δράσεως των αντιπάλων τόσο με τη σύναψη συμμαχιών στο μέτωπο της Μεσογείου, όσο και με την απόκτηση και πρόσκτηση των νέων υποβρυχίων και πυραυλακάτων από τα ελληνικά Ναυπηγεία. Δεν μιλάω για μια αναλαμπή που θα μετακινήσει τον έλεγχο της θάλασσας με το μοντέλο του ισχυρού όψιμου ηγέτη που θα έχει ως αποτέλεσμα τον οπλικό ανταγωνισμό με τα αντίπαλα ναυτικά. Αν εμείς οι ίδιοι ξεπεταχτούμε ως όψιμοι ηγέτες, η Τουρκία θα οδηγηθεί ακόμη πιο γρήγορα στην κατασκευή ενός υπέρτερου ναυτικού με σκοπό να κυριαρχήσει στις θάλασσες, και το μόνο που θα πετύχουμε είναι μια πλήρη αντιστροφή του ποθητού αποτελέσματος.
Συμπεράσματα
Υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι για τους οποίους η εθνική μας στρατηγική είναι σήμερα υποχρεωμένη να έχει προ οφθαλμών ένα ευρύτατο φάσμα πιθανών εξελίξεων και σεναρίων, εντελώς απλοϊκά πρέπει να γίνει απώτερος σκοπός της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ο πλήρης έλεγχος των θαλάσσιων δρόμων της ευρύτερης νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Στο πλαίσιο αυτής της κατεύθυνσης είναι αναπόφευκτο πως θα υπάρξουν στιγμές έντασης από τους βασικότερους παίκτες στη περιοχή δράσης.
Παρά την αναγκαιότητα, της μείωσης του ελλείμματος που δεν είναι το μόνο ή ακόμα και το πιο σημαντικό πράγμα σε σχέση πάντα με την εθνική μας ασφάλεια, δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε τον σταθεροποιητικό ρόλο στο Αιγαίο, παραμελώντας τη στρατιωτική ισορροπία, καθώς και να αρνηθούμε την παραίτηση από εθνικές θέσεις που είναι πλήρως ταυτισμένες με την επιβίωση μας.
Μόνο η θαλάσσια ισχύς θα συγκρατήσει τις επερχόμενες τεκτονικές ανακατατάξεις μεταξύ των εθνών της Μεσογείου. Κρίμα, αν παραμελήσουμε την θαλάσσια ισχύ μας.
* Ο κ. Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υποναύαρχος ΠΝ ε.α.