Του Αλομπέιντ Άρεφ*
Η Συρία αποτελεί ένα πολύτιμο Μωσαϊκό πολλών κοινοτήτων και καταφύγιο ανθρωπιάς και ειρήνης για πολλούς λαούς, όπως Τσερκέζοι, Τουρκεμάνοι, Αρμένιοι, Κούρδοι, Παλαιστίνοι, Βαλκανικές φυλές, Κουβειτιανοί, Ιρακινοί και Λιβανέζοι κλπ. Αν και είναι ασυνήθιστο να υπάρχουν τόσες πολλές φυλές σε μια ανατολική μεσογειακή χώρα που να ζουν ειρηνικά ωστόσο, στη Συρία συμβαίνει. Αυτή η πολυμορφία των ανθρώπων έκανε, διαχρονικά, τη χώρα αυτή ξεχωριστή, προοδευτική και υπόδειγμα συνύπαρξης θρησκειών και διαφόρων δογμάτων. Κάθε κοινότητα προσέθεσε νέα έθιμα και νέες παραδόσεις στη συριακή κοινωνία με αποτέλεσμα να ενισχυθεί η ανθρώπινη συνύπαρξη και να εμπλουτιστεί η Σύρια με νέες κουλτούρες που της χάρισαν το προβάδισμα σε κοινωνικό επίπεδο σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Μέσης Ανατολής.
Πολλά γεγονότα σηματοδότησαν τη σύγχρονη συριακή ιστορία που ξεκινάει από την ανεξαρτησία της χώρας το 1946 μέχρι σήμερα. Το πρώτο γεγονός είναι η διάκριση της χώρας, κατά τη δεκαετία του 50 και του 60, στον οικονομικό τομέα με την ανάπτυξη μιας ισχυρής μεσαίας βιομηχανίας υφασμάτων και διαφόρων υφαντουργικών ειδών. Οι βιομηχανίες αυτές αποτελούσαν εκείνη την εποχή χρηματοδότες των κυβερνήσεων όταν χρειάζονταν οικονομική βοήθεια για την κάλυψη των όποιων κρατικών ελλειμμάτων. Επίσης μια δεύτερη διάκριση σχετίζεται με την ορθή λειτουργία των συνταγματικών και δημοκρατικών θεσμών που οδήγησαν, για πρώτη φορά, στην ανάληψη της εξουσίας το 1954 από το χριστιανό Σύριο πατριώτη και αγωνιστή Φάρες Αλ Χούρι.
Η αραβοϊσραηλινή διένεξη επηρέασε σημαντικά την κοινωνική σύνθεση του πληθυσμού λόγω της επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών και των κυμάτων των μεταναστών προς το εξωτερικό. Επιπλέον, τα 20 πραξικοπήματα που πραγματοποιήθηκαν από διάφορες αριστερές και συντηρητικές στρατιωτικές ομάδες του στρατού μεταξύ 1949-1970 έδωσαν τη χαριστική βολή στην λειτουργία της Δημοκρατίας και των θεσμών. Με τον έλεγχο της εξουσίας από το κόμμα Μπαάθ, με τη βοήθεια των αριστερών αξιωματικών, επιβλήθηκε ο στρατιωτικός νόμος εντός χώρας από το 1963 μέχρι σήμερα. Η Ανάληψη της εξουσίας από τον Αλαουΐτη στρατηγό Χαφέζ Αλ Άσαντ μέσω πραξικοπήματος οδήγησε στην καθιέρωση του ρόλου του Μπαάθ ως το όργανο που θα ηγείται της κοινωνίας και του κράτους σύμφωνα με το άρθρο 8 του συντάγματος που επιβλήθηκε από τον Άσαντ το 1973.
Με την άνοδο του Άσαντ στην εξουσία ενισχύθηκε η παρουσία των φτωχών Αλαουιτών στα όργανα του κράτους κυρίως του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας. Ο έλεγχος των ένοπλών δυνάμεων από τους Αλαουίτες αξιωματικούς, κυρίως από βαθμό συνταγματάρχη και άνω, προκάλεσαν την περιθωριοποίηση και τον περιορισμό των αξιωματικών των άλλων κοινοτήτων και πολιτικοποίησε το εθνικό στρατό.
Οι αντιδράσεις των υπόλοιπων κοινοτήτων στο μονοπώλιο της εξουσίας και στην καταστολής της δημοκρατικών λειτουργών από τον Αλαουίτη Χαφέζ Αλ Άσαντ ήταν ήπιες μέχρι το τέλος του 1979, αλλά από τις αρχές του 80΄ξεκίνησε ο νέος κύκλος αίματος μεταξύ του καθεστώτος και του κινήματος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, που επιδίωκε να αντιπροσωπεύσει το σουνητικό στοιχείο χωρίς να το πετυχαίνει. Οι αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ καθεστώτος και αντιφρονούντων κορυφώθηκαν με την καταστροφή της ιστορικής πόλης Χαμά και τη διάπραξη μιας σφαγής από τις μεγαλύτερες της σύγχρονης Μέσης Ανατολής, καταγράφοντας πάνω από 30000 νεκρούς και αγνοούμενους.
(Φωτ. Στιγμιότυπο από την καθημερινότητα της Δαμασκού, τον Αύγουστο του 2006, λίγο μετά τη λήξη του πολέμου Λιβάνου-Ισραήλ. Πηγή: Eurokinissi).
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι λόγω του ψυχρού πολέμου μεταξύ Δύσης και Ανατολής καθώς και της έλλειψης των ΜΜΕ, των κοινωνικών δικτύων και των δορυφορικών καναλιών δεν προβλήθηκαν οι συγκρούσεις που διεξάγονταν εντός Συρίας, το γεγονός αυτό ερμηνεύτηκε από παρατηρητές ως κάλυψη για τις βίαιες πράξεις του συριακού καθεστώτος.
Η λαϊκή εξέγερση που αρχικά ξεκίνησε στις περισσότερες επαρχίες με κύριο αίτημα την εφαρμογή πολιτικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων, και όχι την ανατροπή του Άσαντ αντιμετωπίστηκε με στρατιωτικά μέσα και τη κατάχρηση της βίας εις βάρος των διαδηλωτών κυρίως κατά τα έτη 2011 και 2012.
Η ύποπτη εμφάνιση ακραίων ισλαμιστικών οργανώσεων ήταν ένα βαρύ χτύπημα για τον αγώνα των Σύριων για μια καλύτερη μέρα στο μέλλον. Επίσης η παρέμβαση των κρατών Τουρκίας, Ιράν, Κατάρ, Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ υπό τη σκιά, μετέτρεψε τη Συρία σε πεδίο σύγκρουσης μεταξύ περιφερειακών συμφερόντων με κύριο τίμημα την ραγδαία αύξηση των θυμάτων, των καταστροφών και των κυμάτων προσφύγων που, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, ξεπέρασαν τα τέσσαρα εκατομμύρια μέχρι το τέλος του 2014.
Για την Ευρώπη το θέμα των προσφύγων προκαλεί αναταραχή, ανησυχία και ανασφάλεια για την δημόσια τάξη, ενώ για τους Σύριους το θέμα έχει σημαντικές διαστάσεις και προκαλεί αξιοσημείωτες ανησυχίες για το μέλλον του πληθυσμού της Συρίας .Τα στοιχεία των γειτονικών χωρών περί των Σύριων προσφύγων επιδεικνύουν τη συστηματική και τη μεθοδευτική αλλαγή του δημογραφικού πληθυσμού της χώρας με τη σκόπιμη εκδίωξη του μετριοπαθούς σουνιτικού μουσουλμανικού στοιχείου από τις εστίες τους και την αντικατάστασή τους από νέους κατοίκους ως επί του πλείστον ξένους σιίτες στο δόγμα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ιορδανίας ιδίως στον καταυλισμό Ζααταρί όπου η απόλυτη πλειονότητα των προσφύγων είναι σουνίτες. Επιπρόσθετα, η σκόπιμη εκκένωση των σουνιτικών περιοχών όπως Αλ Κουσέιρ, Νταρία, Μπάμπ Άμρο, Κουντσέια, Μααζαμία, Αλ Χάμε, περιοχές που συνορεύουν ή είναι κοντά στα σύνορα του Λιβάνου, δείχνει ότι επιδιώκεται η ίδρυση ασφαλούς ζώνης εντός Συρίας για την προστασία του κρατιδίου της οργάνωσης Χεζμπολάχ, εκπροσώπου των ιρανικών συμφερόντων στο Λίβανο.
(Φωτ. Δυνάμεις τις αντιπολίτευσης επιτίθενται σε δυνάμεις του Άσαντ, ανάμεσα στις περιοχές Latakia και Idlib. Photo by Anadolu Agency/Getty Images/Ideal Image).
Επίσης η εκτόπιση των Σύριων από το καθεστώς δεν περιορίστηκε μόνο στο σουνιτικό στοιχείο αλλά επεκτάθηκε και στους χριστιανούς της Δαμασκού. Σήμερα οι απερίγραπτες αγοραπωλησίες σπιτιών, ακινήτων, οικοπέδων, από τους Ιρανούς σιίτες αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η συριακή κοινωνία. Χριστιανοί αναγκάζονται να πωλήσουν τα σπίτια τους κυρίως σε διάφορα μέρη της παλιάς Δαμασκού, συγκεκριμένα, στην περιοχή Μπαμπ Τούμα (Πύλη του Θωμά: μια από τις εφτά πύλες της αρχαίας Δαμασκού). Οι φύλακες της συγκεκριμένης περιοχής είναι μέλη των παραστρατιωτικών σιιτικών ομάδων που μάχονται υπέρ του προέδρου Άσαντ όπως η οργάνωση Χεζμπολάχ.
Οι παράμετροι του ζητήματος των προσφύγων είναι πολλές, μια από αυτές σχετίζεται με τις προσδοκίες του Ιράν να μετατρέψει τη Δαμασκό από σουνιτική πρωτεύουσα των Ομεϊάδων σε δική του σιιτική επαρχία. Ήδη, η Τεχεράνη έχει επενδύσει δεκάδες δις εκ. $ με τη στήριξη της συριακής στρατιωτικής μηχανής για να παραμείνει το καθεστώς Άσαντ στην εξουσία. Επίσης, η Τεχεράνη δηλώνει άφοβα ότι τα σύνορά της έφτασαν στη Μεσόγειο και η κατασκευή αγωγού μεταφοράς πετρελαίου από ιρανικό έδαφος μέχρι τη μεσογειακή θάλασσα είναι η πρώτη προτεραιότητα της ιρανικής ηγεσίας. Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι ο πατέρας Άσαντ ποτέ δεν επέτρεψε στη Τεχεράνη να έχει μεγάλη επιρροή μέσα στη Συρία. Σε αντίθεση με το γιο Άσαντ που άφησε το λουρί στους Ιρανούς με αποτέλεσμα να χάσει η Συρία την κυριαρχία της.
Επιπλέον, το δημογραφικό ζήτημα της Συρίας, χωρίς έμφαση στις ανθρώπινες αξίες, κατέληξε να είναι ένα διαπραγματευτικό πολιτικό μέσω πίεσης προς τη Ευρωπαϊκή Ένωση από την Τουρκία, τη Ρωσία και το καθεστώτος Άσαντ. Οι βομβαρδισμοί ασαντικών και ρωσικών μαχητικών αύξησαν τις ροές των προσφύγων και το απλό ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί η Μόσχα δεν δέχεται Σύριους πρόσφυγες, ενώ ο μοναδικός προσανατολισμός των Σύριων, για μόνιμη μετεγκατάσταση, είναι οι δυτικές χώρες;
*Ο Αλομπέιντ Άρεφ είναι Δρ. πολιτικής επιστήμης και ιστορίας, ειδικός σε θέματα Μέσης Ανατολής.