Η στρατηγική της Άγκυρας στα ενεργειακά και η οφειλόμενη απάντηση των «Τριμερών Συνεννοήσεων»

Η στρατηγική της Άγκυρας στα ενεργειακά και η οφειλόμενη απάντηση των «Τριμερών Συνεννοήσεων»

Του Βασίλη Κοψαχείλη*

Όσο και αν θέλουν ορισμένοι κύκλοι να ωραιοποιούν τις καταστάσεις, η ανακάλυψη και πιθανολόγηση σημαντικών αποθεμάτων Υ/Α στην Ανατολική Μεσόγειο και συγκεκριμένα στο Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Κύπρο, δημιούργησε προφανώς ένα νέο σκηνικό με προοπτικές και δυναμική, αλλά δημιούργησε και νέους πονοκεφάλους για τις ηγεσίες των κρατών αυτών.

Το ένα ζήτημα, είναι η πολιτική εντροπία της περιοχής. Ρευστή και εν δυνάμει εκρηκτική! Το Ισραήλ έχει απέναντί του άλυτο το Παλαιστινιακό Ζήτημα και εξόχως προβληματικές σχέσεις με τον Λίβανο. Η πολιτική και νομική διευθέτηση των ζητημάτων του Ισραήλ με την Παλαιστινιακή Αρχή και τον Λίβανο είναι προϋπόθεση για την ουσιαστική εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου ενεργειακού πλούτου της χώρας. Ομοίως στην Αίγυπτο τα πράγματα δείχνουν ότι ακόμη δεν έχει λυθεί κανένα από τα πιεστικά ζητήματα που οδήγησαν το 2011 στην «Αιγυπτιακή Άνοιξη» και ο Πρόεδρος Sisi εξακολουθεί να έχει απέναντί του την ισχυρή Μουσουλμανική Αδελφότητα. Τέλος, στην Κύπρο οι Ε/Κ είναι διαρκώς αντιμέτωποι με το άλυτο Κυπριακό Ζήτημα και με την Τουρκική κατοχή και αδιαλλαξία.

Ένα δεύτερο ζήτημα είναι οι θέσεις και η στάση του διεθνούς παράγοντα σε αυτό το σκηνικό της Ανατολικής Μεσογείου. Κατά τον διεθνή παράγοντα, ο ενεργειακός πλούτος πρέπει να βγει και να αξιοποιηθεί στην παγκόσμια αγορά και από την άλλη να προωθηθούν λύσεις – οι «όποιες λύσεις» - προκειμένου να υπάρξει η αναγκαία σταθερότητα στην περιοχή. Κανείς να μην είναι απόλυτα ευχαριστημένος, κανείς να μην είναι απόλυτα ριγμένος, και τα συμφέροντα των «μεγάλων παικτών» ισόρροπα μοιρασμένα, με τις αναγκαίες εκκρεμότητες σε εκκρεμότητα… μέχρι να αποφασίσουν να ξαναμοιράσουν την τράπουλα μεταξύ τους. Έτσι, από την πρώτη κιόλας μέρα που ανακαλύφθηκαν ενεργειακά κοιτάσματα στην περιοχή, ο διεθνής παράγοντας πιέζει με το «Παλαιστινιακό», τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και το «Κυπριακό», το Τελ Αβίβ, το Κάιρο και την Λευκωσία αντίστοιχα, να συμφωνήσουν σε «λύσεις» αυτών των προβλημάτων. Εξαιρετικά αμφίβολες «λύσεις» ως προς την διαφύλαξη της πραγματικής σταθερότητας των παραπάνω κρατών!

Ένα τρίτο ζήτημα είναι τα βεβαιωμένα και εκτιμώμενα αποθέματα φυσικού αερίου της περιοχής. Αν τα δούμε σε εθνικό επίπεδο, η ενεργειακή και πολιτική τους δυναμική είναι συγκριτικά μικρή. Είναι τέτοιες οι ενεργειακές ανάγκες, κυρίως της Αιγύπτου και του Ισραήλ, που μακροπρόθεσμα οριακά περισσεύει αέριο προς εξαγωγή. Αν αντίθετα τα δούμε σε επίπεδο περιφερειακό και ως σύνολο, τότε η ενεργειακή τους δυναμική και η διεθνοπολιτική τους σημασία μεταβάλλεται αισθητά. Αναβαθμίζονται σε σημαντικούς ενεργειακούς παίκτες, ο ένας θα μπορεί να καλύπτει τον άλλο σε αποθέματα ανάλογα με τις ανάγκες, υποδομές που δεν έχει ο ένας τις έχει ο άλλος, τα κόστη νέων υποδομών επιμερίζονται, και φυσικά ως σύνολο έχουν πολλαπλάσια διεθνοπολιτική ισχύ στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη. Αν συνυπολογίσει κανείς και το σενάριο ενεργειακής ολοκλήρωσης της Ανατολικής Μεσογείου με μέρος του ενεργειακού πλούτου από την Μέση Ανατολή και την Ανατολική Αφρική, αντιλαμβανόμαστε πως η συνολική θεώρηση της Ανατολικής Μεσογείου την καθιστά σημαντικότατο ενεργειακό παίκτη στην παγκόσμια σκακιέρα.

Οι Τριμερείς Συνεννοήσεις

Μπροστά σε αυτό το νέο ενεργειακό περιβάλλον, το Ισραήλ, η Αίγυπτος και η Κύπρος προχώρησαν σε συνομιλίες και χάραξαν μεταξύ τους ΑΟΖ, προκειμένου να διευθετήσουν γενικά ζητήματα θαλάσσιας κυριαρχίας και οικονομικής εκμετάλλευσης. Αυτό που τεχνικά και νομικά δεν διευθέτησαν και παραμένει σε εκκρεμότητα είναι πως θα γίνεται η μοιρασιά στην περίπτωση των συγγενικών κοιτασμάτων που βρίσκονται μεταξύ δύο διαφορετικών ΑΟΖ.

Αυτή η όσμωση συμφερόντων, με την σύμπραξη της Ελλάδας πήρε και πολιτικό χαρακτήρα. Μετά τα τέλη του 2014 περάσαμε σε μια περιφερειακή αρχιτεκτονική «Τριμερών Συνεννοήσεων», Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου. Με τα ζητήματα των κρατών αυτών ανοιχτά και τις τιμές των Υ/Α εξαιρετικά χαμηλές, από τις αρχές του 2015 ως τα τέλη του 2016 το ενεργειακό ενδιαφέρον ατόνησε. Δεν ατόνησαν ωστόσο οι πιέσεις για «λύσεις» - τις «όποιες λύσεις».

Στις αρχές του 2017, το παγκόσμιο ενεργειακό σκηνικό άλλαξε. Αν και μαίνεται ένας πολύ ενδιαφέρον πόλεμος τιμών μεταξύ Αμερικανών παραγωγών, του ΟΠΕΚ και της Ρωσίας, όλες οι εκτιμήσεις αναφέρουν πως πιθανότατα το 2020 οι τιμές των Υ/Α θα έχουν σημαντικά ανακάμψει και έτσι το ενεργειακό ενδιαφέρον της Ανατολικής Μεσογείου αναθερμάνθηκε.

Η στρατηγική της Άγκυρας

Οι σχεδιασμοί των Τριμερών Συνεννοήσεων αφήνουν έξω από το παιχνίδι την Τουρκία. Μπορεί, σήμερα, οι σχέσεις της χώρας με τη Δύση λόγω Erdogan να είναι λίαν προβληματικές, ωστόσο η Τουρκία είναι μία σημαντική χώρα και αγορά και κανείς δεν μπορεί να την αγνοήσει, ακόμη και αν το θέλει…

Η βούληση του διεθνούς παράγοντα είναι η Τουρκία να αποκαταστήσει δεσμούς με το Ισραήλ, να υπάρξει «λύση» του Κυπριακού και από εκεί και πέρα, η Δύση έχει τους δικούς της σχεδιασμούς και «λύσεις» για την μετά-Erdogan εποχή. Πάντως την Τουρκία δεν την θέλουν να μείνει εκτός του ενεργειακού παιχνιδιού της Ανατολικής Μεσογείου και σε καμία περίπτωση δεν θα την παραγκώνιζαν κάνοντάς την δώρο στην αγκαλιά της Μόσχας!

Με το Ισραήλ, αργά αλλά σταθερά, η Τουρκία αποκαθιστά δεσμούς. Οι διμερείς σχέσεις πιθανότατα δεν θα ξαναγίνουν ποτέ όπως ήταν πριν το 2010 (τουλάχιστο όσο στο τιμόνι της χώρα βρίσκεται ο Erdogan), όμως υπάρχουν τομείς συνεργασίας κοινού ενδιαφέροντος και πρόθυμοι εκπρόσωποι των κοινών τους συμφερόντων και στις δύο πλευρές για να τα προωθήσουν.

Με την Αίγυπτο του Προέδρου Sisi, η Τουρκία έχει σαφώς ανταγωνιστικές σχέσεις. Όμως, ο Erdogan γνωρίζει καλά την επιρροή που έχει στους Αδελφούς Μουσουλμάνους της Αιγύπτου, και άλλο τόσο ο Sisi γνωρίζει πόσο αδύναμος είναι απέναντι σε μια επανάληψη του σκηνικού του 2011 στην Αίγυπτο. Στην παρούσα φάση κανείς από τους δύο δεν θέλει να περάσει την κόκκινη γραμμή που θα ενεργοποιούσε πιθανά αντίποινα του άλλου.

Τέλος, στο Κυπριακό, και αφού η Τουρκία πήρε ότι ήθελε στον πρόσφατο νέο κύκλο συνομιλιών στην Ελβετία, τίναξε στη συνέχεια τις συνομιλίες στον αέρα με την αδιαλλαξία της, αφού γνωρίζει πολύ καλά πως αυτές, υπό την πίεση του διεθνούς παράγοντα προς τη Λευκωσία, σύντομα θα ξαναρχίσουν, με νέες προτάσεις φιλικότερες των τουρκικών επιδιώξεων. Αυτό τουλάχιστο δείχνει η ιστορία των συνομιλιών για το Κυπριακό!

Αντί η Κυπριακή Δημοκρατία να αδράξει την ευκαιρία και να πιέσει τον διεθνή παράγοντα να πιέσει με την σειρά του την Άγκυρα να αλλάξει στάση, ειδάλλως το γεωτρητικό πρόγραμμα θα αναβαλλόταν, στοιχείο που «καίει» τις εξορυκτικές εταιρείες και τα κράτη πίσω από αυτές, προχώρησε τελικά κανονικά στο γεωτρητικό-ερευνητικό της πρόγραμμα.

Και όλοι σε Αθήνα και Λευκωσία χάρηκαν που είδαν Γαλλικές φρεγάτες και Αμερικανικά αεροπλανοφόρα να «προστατεύουν» την Λευκωσία στις ενεργειακές της επιλογές. Δηλαδή, η Αθήνα και η Λευκωσία είχαν εκτιμήσει ότι η Τουρκία θα ασκούσε βία απέναντι στις ενεργειακές επιλογές της Κύπρου; Αν αυτή ήταν η εκτίμησή τους, να μας επιτρέψουν να τους πούμε ότι έχουν κάνει τραγικό λάθος! Η Άγκυρα γνωρίζει άριστα πως η χρήση βίας θα ενεργοποιούσε άμεσα τα αντανακλαστικά των μεγάλων δυνάμεων και οι συσχετισμοί θα έβαιναν σε βάρος της.

Στην πραγματικότητα η Άγκυρα έχει μία στρατηγική δύο κατευθύνσεων με την οποία ο διεθνής παράγοντας είναι σιωπηλά σύμφωνος, διότι εκτιμά πως λειτουργεί προς την κατεύθυνση εξασφάλισης ισορροπίας…

Από την μία η Άγκυρα εκμεταλλεύεται την ανάγκη αποκατάστασης σχέσεων με το Ισραήλ και τις συμπάθειες με τον Ισραηλινό υπουργό ενέργειας ώστε να προωθήσει τον αγωγό Λεβιάθαν-Τσειχάν ως εναλλακτικό εξαγωγικό αγωγό φυσικού αερίου για το Ισραήλ, και μάλιστα ασκεί επιρροή προς το Τελ Αβίβ ώστε να πείσει την Κύπρο να συναινέσει σε αυτόν τον σχεδιασμό. Από την άλλη, αμφισβητεί την κυριότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας επί του γεωτεμαχίου 11 στο οποίο σήμερα οι Total-Eni διεξάγουν έρευνες (Onisiphoros West-1) και ισχυρίζεται πως αυτό ανήκει στην Αίγυπτο. Ομοίως αμφισβητεί την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας επί του γεωτεμαχίου 6, το οποίο πράγματι παρουσιάζει μία ιδιαιτερότητα.

Γιατί τα κάνει αυτά η Άγκυρα; Τα κάνει διότι θέλει να σπάσει την ολότητα των ενεργειακών συμφερόντων της Τριμερούς Συνεννόησης στην περιοχή, καθώς και τον κατακερματισμό των κοιτασμάτων και των εξαγωγικών τους προοπτικών σε μικρά εθνικά συμφέροντα που θα έχουν συν τον χρόνο ανταγωνιστικό μεταξύ τους χαρακτήρα και χαμηλή πολιτική δυναμική. Θέλει το Ισραήλ, ως πιο έτοιμο αυτή τη στιγμή, να κινηθεί αυτόνομα και προς Τουρκία στον εξαγωγικό ενεργειακό του σχεδιασμό, βάζοντάς το μεσοπρόθεσμα απέναντι στα Ρωσικά συμφέροντα που κατεβαίνουν ενεργειακά στην Τουρκία με τον Turkish Stream 1 και αργότερα ενδεχομένως και με τον Turkish Stream 2, που θα έχει καθαρά εξαγωγικό προς την Ευρώπη προσανατολισμό. Παράλληλα, θέτει θέμα κυριότητας του Κυπριακού γεωτεμαχίου 11 από την Αίγυπτο, όχι γιατί ενδιαφέρεται για τα συμφέροντα της Αιγύπτου, αλλά γιατί θέλει να πλήξει το κύρος και το πατριωτικό προφίλ του προέδρου Sisi, ειδικά μετά και την περιπέτειά του με την εκχώρηση στη Σαουδική Αραβία των στρατηγικών νησιών Tiran και Sanafir στην Ερυθρά Θάλασσα. Βούτυρο στο ψωμί της Αιγυπτιακής αντιπολίτευσης και των Αδελφών Μουσουλμάνων, που επιβιώνουν των διώξεων μέσα από καινοτόμα πολιτικά σχήματα, να έχουν στοιχεία εναντίον του Sisi ότι χαρίζει Αιγυπτιακό έδαφος στη Σαουδική Αραβία και την Κύπρο! Και αυτό είναι μόνο το πρώτο σκέλος της Τουρκικής στρατηγικής…

Το δεύτερο σκέλος της Τουρκικής στρατηγικής αποσκοπεί στο να δημιουργήσει τετελεσμένα μεταξύ της Κυπριακής ΑΟΖ και μιας υποτιθέμενης μελλοντικής Ελληνικής ΑΟΖ, με την μεταφορά και εγκατάσταση μιας τουρκικής εξέδρας έρευνας και άντλησης Υ/Α στον θαλάσσιο χώρο μεταξύ Ελλάδoς-Κύπρου. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως Ελλάδα και Τουρκία είναι συμμαχικά κράτη στα πλαίσια του ΝΑΤΟ και ότι το διεθνές δίκαιο νομιμοποιεί τη μονομερή χρήση βίας εναντίον ενός κράτους που ασκεί ή αξιόπιστα απειλεί με βία, και μόνο. Οποιαδήποτε άλλη εμπλοκή κρίνεται παράνομη. Και εδώ, με το Κυπριακό να έχει πραγματικά περιγράψει τα όρια του σύγχρονου διεθνούς νομικού πολιτισμού μας, δυσκολεύομαι να φανταστώ πόσοι «σύμμαχοι» θα ερμήνευαν την ρυμούλκηση μιας τουρκικής πετρελαϊκής εξέδρας από εμπορικά ρυμουλκά σε διεθνή ύδατα, ως αξιόπιστη απειλή χρήσης βίας ή χρήση βίας εναντίον της Ελλάδος ή της Κύπρου. Και μάλιστα θα έλεγα πως αυτό που περιμένουν να κάνουμε όλοι – «σύμμαχοι» και Τούρκοι – είναι πρώτοι εμείς να «προκαλέσουμε» την Τουρκία με μια μονομερή χάραξη ΑΟΖ, ώστε να της δώσουμε πάτημα να δημιουργήσει τετελεσμένα και ο διεθνής παράγοντας να μας σύρει σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων και την επιβολή μιας «λύσης» και στα Ελληνοτουρκικά!

Μπορούμε να το διαχειριστούμε; Το αντέχουμε;

Εναλλακτικά, η οφειλόμενη απάντηση…

Εάν ακολουθηθεί η μέχρι σήμερα πορεία, έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε πως οι «λύσεις» που θα επιβληθούν δεν θα είναι καθόλου ωφέλιμες για το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Κύπρο και την Ελλάδα, αντίθετα θα δημιουργούν νέες υποθήκες αστάθειας για το μέλλον.

Το μόνο που μένει για τις Τριμερείς Συνεννοήσεις της Ανατολικής Μεσογείου είναι να μείνουν δεμένες στα κοινά τους συμφέροντα και να καινοτομήσουν διεθνοπολιτικά και επιχειρηματικά ώστε και η δουλειά να γίνει και η ασφάλειά τους και η προοπτική τους να διασφαλιστούν.

Στις διεθνείς σχέσεις υπάρχει ο όρος και το παράδειγμα των Διεθνών Νομικών Καθεστώτων ή αλλιώς International Regimes. Είναι συμπράξεις κρατικών ή μη-κρατικών δρώντων που γίνονται για την υπηρέτηση πολύ συγκεκριμένων σκοπών υπό κοινά αποδεκτούς κανόνες, και εφαρμόζονται σε πολιτικά δυσεπίλυτες περιπτώσεις και καταστάσεις. Αν παίρναμε αυτό το μοντέλο και το μεταφράζαμε στο επιχειρηματικό πεδίο, θα μπορούσαμε να είχαμε μία πρακτική κατάληξη για τις Τριμερείς Συνεννοήσεις σε ότι αφορά την εκμετάλλευση των Υ/Α της περιοχής προκειμένου να μην εγκλωβιστούν στις λογικές των «λύσεων» που προτείνονται ή επιβάλλονται από τον διεθνή παράγοντα και ταυτόχρονα να προκύψουν τα μέγιστα δυνατά κέρδη για τα ίδια τα κράτη από τον ενδεχόμενο εκβιασμό που υφίστανται από τις εταιρίες για λεόντειες συμβάσεις έναντι του υποτιθέμενου υψηλού πολιτικού και νομικού ρίσκου που αναλαμβάνουν στην περιοχή με τα τόσα ζητήματα άλυτα και σε εκκρεμότητα.

Συγκεκριμένα, η Ελλάδα, η Κύπρος, το Ισραήλ και η Αίγυπτος θα μπορούσαν να ανατρέψουν τους τουρκικούς σχεδιασμούς διάρρηξης των μεταξύ τους συμφερόντων προχωρώντας στη σύσταση μιας πολυεθνικής εταιρείας με τα τέσσερα κράτη να κατέχουν το πλειοψηφικό προνομιακό μετοχολόγιο, δηλαδή σε κάθε αύξηση κεφαλαίου εκείνα να έχουν τον πρώτο λόγο και το προβάδισμα. Η κυριότητα των κοιτασμάτων θα παρέμενε στις εθνικές κυβερνήσεις και η εκμετάλλευσή τους θα ήταν ο κοινός σκοπός.

Μέσα από τη σύσταση μια κοινής εταιρείας, τα τέσσερα κράτη θα εξασφάλιζαν:

  • Tην αποδέσμευση του ζητήματος της κυριότητας από την εκμετάλλευση, με τα ίδια τα κράτη να κερδίζουν τα μέγιστα από αυτό,
  • Την κοινή χρηματοδότηση ή χρήση υποδομών και αναγκαίων μέσων,
  • Η ασφάλεια υποδομών και κοιτασμάτων θα ήταν πραγματικά «κοινή» υπόθεση, χωρίς την εμπλοκή (και έκθεση) των εθνικών δυνάμεων σε κινδύνους ή κριτική (βλέπε μοντέλο Αγγλικής Εταιρίας Ανατολικών Ινδιών),
  • Την εξασφάλιση των εθνικών συμφερόντων τους μέσα από το προνομιακό μετοχολόγιο,
  • Την εξασφάλιση της ολότητας των κοιτασμάτων και όχι τη διάσπασή τους σε κατακερματισμένα εθνικά μικροσυμφέροντα,
  • Απέναντι στις διεθνείς αγορές και στην διεθνοπολιτική σκακιέρα, δεν θα είναι μεμονωμένα το Ισραήλ, η Κύπρος η Ελλάδα ή η Αίγυπτος, αλλά μια ισχυρή πολυεθνική εταιρεία η οποία θα μπορεί να μιλά εξ ονόματος των τεσσάρων, ως σύνολο ή μεμονωμένα, από θέση ισχύος.

Φυσικά, η παραπάνω πρόταση χρίζει περαιτέρω μελέτης και επεξεργασίας σε όλο το βάθος και την έκταση των λεπτομερειών της.

Ωστόσο, είναι καιρός να αρχίσουμε να βλέπουμε ευρύτερα και να αναζητούμε τις λύσεις εκεί που τα δικά μας συμφέροντα συναντούν τα συμφέροντα της πλειονότητας των μεγάλων παικτών στο διεθνές σύστημα, αφήνοντας ανεπίκαιρους απέξω όσους βλέπουν τα πράγματα «παραδοσιακά» και στη βάση μηδενικού αθροίσματος. Η σημερινή Τουρκία σκέφτεται και λειτουργεί «παραδοσιακά» και σε αυτό παρασύρει και τα υπόλοιπα κράτη που συντάσσονται μαζί της. Αν οι Τριμερείς Συνεννοήσεις προχωρήσουν δυναμικά σε κάτι νέο που εξυπηρετεί τον διεθνή παράγοντα και τον απεγκλωβίζει από τις «παραδοσιακές» λογικές που πλέον τον εκθέτουν, τότε η Τουρκία θα παραγκωνιστεί. Ομοίως θα παραγκωνιστούν και οι αδιάλλακτοι Αδελφοί Μουσουλμάνοι και οι αδιάλλακτοι Παλαιστίνιοι.

Στο χέρι μας είναι λοιπόν, να διεκδικήσουμε πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ιστορία.

*Ο κ. Βασίλης Κοψαχείλης είναι Διεθνολόγος, Γεωστρατηγικός Αναλυτής.