Του Δημήτρη Τσαϊλά*
Η προσαρμογή στο δόγμα «Στρατηγικής Αποτροπής» απαιτεί νέες ρυθμίσεις ασφαλείας με κατεύθυνση κυρίως προς την τουρκική προκλητικότητα, καθώς το δόγμα της… «Στρατηγικής Ψυχραιμίας», που υιοθέτησε ο Ευάγγελος Βενιζέλος ως υπουργός Άμυνας και συνεχίζουν όσοι τον διαδέχτηκαν μέχρι σήμερα, αναμφίβολα τους ενθαρρύνει. Ωστόσο, η αποτροπή θα πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον διάλογο, καθώς αυτά χρειάζονται να είναι οι δύο πυλώνες της στρατηγικής της πατρίδας μας.
Κατά συνέπεια, σε ένα περιβάλλον ασφάλειας στο οποίο η Τουρκία χρησιμοποιεί τη στρατιωτική της δύναμη για εξαναγκασμό και καθώς παραβιάζει το διεθνές δίκαιο για το γκριζάρισμα όλο και μεγαλυτέρων περιοχών στο Αιγαίο, είμαστε αναγκασμένοι να βρούμε μια νέα ισορροπία μεταξύ της αποτροπής και του διαλόγου, για τη διασφάλιση της ασφάλειας στο Αιγαίο. Η Ελλάδα δικαίως πρέπει να αποζητήσει την ενίσχυση των μέτρων αποτροπής ως επείγουσα προτεραιότητα για την ασφάλεια της εθνικής της κυριαρχίας. Αυτά τα βήματα θα πρέπει να διαμορφωθούν ως μέρος μιας στρατηγικής διπλής κατεύθυνσης που, με την πάροδο του χρόνου, θα ενθαρρύνουν την Τουρκία να συμμορφωθεί με τους διεθνείς κανόνες, όχι μέσω κολακειών ή κουμπαριών, αλλά μέσω της εθνικής συνοχής (πολιτικής ενότητας) και της δύναμης (ισχύος).
Αυτό θα απαιτήσει σταθερή πολιτική δέσμευση, που θα υποστηρίζεται από όλες τις πολιτικές πτέρυγες καθώς και τις στρατιωτικές και διπλωματικές δυνάμεις του τόπου για να οδηγήσουν στην ανάπτυξη μιας βιώσιμης νέας ισορροπίας, της αποτροπής και του διαλόγου που θα στηρίξουν.
Διδάγματα του παρελθόντος
Σε όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, η Ελλάδα είχε δύο κύρια εργαλεία για την επίτευξη του στόχου της διασφάλισης της εθνικής κυριαρχίας της. Τα στρατιωτικά μέσα, που διασφάλιζαν την αποτροπή και την άμυνα, και τα πολιτικά μέσα, που με την άσκηση της διπλωματίας και του διαλόγου ανέστειλαν τις επιδιώξεις των αντιπάλων. Τελευταία όμως οι Τούρκοι έχουν αναβαθμίσει ποιοτικά και ποσοτικά τις παραβάσεις και παραβιάσεις στο χώρο του Αιγαίου. Είναι ως εκ τούτου σημαντικό να κατανοήσουμε πως η αποτροπή με το σύστημα άμυνας και ο επιδιωκόμενος «κατευνασμός» με τον διάλογο και τη διπλωματία απαιτούν αμφότερα ενίσχυση, ανακαλώντας διδάγματα του παρελθόντος που χρειαζόμαστε για να διδαχτούμε ποιες προσαρμογές είναι κατάλληλες και σκόπιμες στην τρέχουσα κατάσταση.
Η ασφάλεια είναι το αποτέλεσμα τόσο της αποτροπής όσο και του διαλόγου. Παρουσιάζοντας μια πολλή ισχυρή άμυνα, χωρίς πολιτική επαφή μεταξύ των αντιπάλων, θα κινδυνεύαμε να παρεξηγηθούμε, καθώς μια ακούσια προβοκάτσια και κλιμάκωση είναι σίγουρο ότι δημιουργούν μεγαλύτερη αστάθεια και, ως εκ τούτου, μεγαλύτερη ανασφάλεια. Ομοίως, όταν είμαστε αντιμέτωποι με ένα αντίπαλο που ασκεί αναθεωρητική πολιτική και διακηρυκτικά δείχνει ή υπονοεί χρήση στρατιωτικής βίας και ταυτόχρονα απορρίπτει ουσιαστικά το Διεθνές Δίκαιο, μόνο ο διάλογος χωρίς στοιχεία αποτροπής θα ήταν μια επικίνδυνη ανοησία.
Στρατηγική αποτροπής και διάλογος μια δύσκολη εξίσωση
Αυτό που χρειάζεται να επιλύσουμε είναι η δύσκολη εξίσωση της διατήρησης μιας ικανής στρατιωτικής δύναμης από τη μια πλευρά και από την άλλη πλευρά μια πολιτική ύφεσης της αντιπαλότητας για να αποτρέψουμε την επιθετικότητα και να υπερασπιστούμε την εθνική μας ακεραιότητα. Αυτό απαιτεί, αφενός, μια κατάλληλη στρατιωτική ικανότητα για να εξασφαλιστεί η ισορροπία των δυνάμεων και η δημιουργία ενός κλίματος σταθερότητας, ασφάλειας και εμπιστοσύνης. Αφετέρου δημιουργία ενός πολιτικού κλίματος που θα μπορεί να πραγματοποιήσει την αναζήτηση για την πρόοδο προς μια πιο σταθερή σχέση όπου τα υποκείμενα πολιτικά θέματα μπορούν να λυθούν.
Έτσι, η αποτροπή με την άμυνα και ο κατευνασμός με τον διάλογο είναι συμπληρωματικές και άρρηκτα συνδεδεμένοι παράγοντες, με την προϋπόθεση ότι υπάρχει μια σαφής ακολουθία, ότι δηλαδή ο διάλογος μπορεί να συνεχιστεί, μόνο αν η αποτροπή είναι εξασφαλισμένη.
Και οι δύο βασικές λειτουργίες επιδιώκουν να αποφύγουμε τον πόλεμο
Η αποτροπή είναι μια στρατηγική που αναφέρεται σε μια στρατιωτική απειλή και χρησιμοποιεί στρατιωτικά μέσα. Συνίσταται στο να έχουν τη στρατιωτική ικανότητα και την πρόθεση να την χρησιμοποιήσουν, για να πείσουν ένα πιθανό αντίπαλο ότι οι κίνδυνοι και οι ζημίες από τη χρήση βίας υπερτερούν σαφώς από τα πιθανά οφέλη που πιστεύει ότι θα αποκομίσει, με αποτέλεσμα να επιλέξει την ειρήνη από τον πόλεμο.
Ο κατευνασμός χρησιμοποιεί διαφορετικά μέσα, όπως την εκτόνωση της έντασης και της μερικής συνεργασίας, μέσα από νομικές συμφωνίες, λεκτική αποκλιμάκωση, διάλογο και τη συνεχή διπλωματία. Ο στόχος είναι να βελτιωθεί η προβλεψιμότητα, η ικανότητα, η υπευθυνότητα και η σταθερότητα, βοηθώντας να αποφευχθεί ο πόλεμος. Ωστόσο, ο κατευνασμός δεν είναι αυτοσκοπός.
Μια δίκαιη και βιώσιμη ειρηνική λύση συνοδεύεται από τις κατάλληλες εγγυήσεις για την ασφάλεια. Επομένως, είναι σημαντικό για όλες τις πολιτικές παρατάξεις να έχουν ένα κοινό όραμα για το πώς θα επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Σε αντίθετη περίπτωση, ο εθνικός διάλογος για την επίτευξη λύσης κινδυνεύει να γίνει ένα διχαστικό ζήτημα και θα μπορούσε ακόμη και να αυξήσει την αντίληψη της ανασφάλειας.
* Ο κ. Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υποναύαρχος ΠΝ ε.α.