Του Βασίλη Κοψαχείλη*
Από το 2011, οπότε ξέσπασε η εξέγερση εναντίον του Καντάφι και του καθεστώτος του στη Λιβύη, η χώρα εξακολουθεί να είναι διαλυμένη και βαθιά διχασμένη στο έλεος της ανομίας και της αστάθειας. Πέντε χρόνια μετά τη «Λιβυκή Άνοιξη», η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί απειλεί την περιφερειακή σταθερότητα –με την Τυνησία και την Αίγυπτο ανοιχτά να το δηλώνουν–, ενώ θέτει σοβαρές προκλήσεις ασφάλειας στη Μεσόγειο και τη νότια Ευρώπη.
Ενόψει σημαντικών πολιτικών διεργασιών στη Λιβύη και για να προλάβουν τα χειρότερα, δυτικές δυνάμεις έχουν ήδη εμπλακεί σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στη χώρα και αναμένουν το πράσινο φως για κλιμάκωση της εμπλοκής προκειμένου να λειτουργήσουν ως δύναμη ελέγχου και σταθερότητας στην περιοχή.
Κυβέρνηση στα «χαρτιά»
Η κατάσταση πολιτικής σταθεροποίησης της χώρας αποτελεί εξίσωση για πολύ δυνατούς λύτες. Μετά την κατάρρευση του καθεστώτος του Muammar Gaddafi, αυτό που υπάρχει στη χώρα ως έννοια «πολιτικής οργάνωσης» σε επίπεδο κοινωνίας είναι οι φυλές και οι ένοπλες ομάδες. Πάνω από αυτούς βρίσκονται τουλάχιστον τρία «κέντρα εξουσίας». Μία επαναστατική ισλαμική «παράνομη» κυβέρνηση με έδρα την πρωτεύουσα Τρίπολη στα δυτικά μεσογειακά παράλια, ένα εκλεγμένο κοινοβούλιο που αναγνωρίζεται ως η νόμιμη κυβέρνηση με έδρα το Τομπρούκ στα ανατολικά μεσογειακά παράλια και στο ενδιάμεσο από την πόλη Ντέρνα ως την πόλη Μισράτα και νότια ως και την επαρχία Φεζάν κυριαρχούν οι διάφορες ακραίες ισλαμικές οργανώσεις που έχουν δηλώσει πίστη στο Ισλαμικό Κράτος και που απειλούν τόσο τις δυνάμεις που ελέγχουν την «παράνομη» και τη «νόμιμη» κυβέρνηση, όσο και τα πετρελαϊκά συμφέροντα στη λιβυκή έρημο, τη σταθερότητα στα σύνορα με την Τυνησία και την Αίγυπτο, καθώς και την ίδια την ασφάλεια στη Μεσόγειο μέσω των προσφυγικών ροών προς την Ευρώπη.
Μετά από πολύμηνες προσπάθειες και με την ισχυρή μεσολάβηση του διεθνούς παράγοντα, δημιουργήθηκαν επιτέλους συνθήκες πολιτικής συνεννόησης μεταξύ της «παράνομης» επαναστατικής κυβέρνησης στην Τρίπολη και του εκλεγμένου κοινοβουλίου στο Τομπρούκ. Τον περασμένο Νοέμβριο, η «κυβέρνηση» στην Τρίπολη (Νέο Γενικό Εθνικό Κογκρέσο – GNC) και το κοινοβούλιο στο Τομπρούκ (HoR) προχώρησαν από κοινού σε δήλωση πρόθεσης συνεργασίας και σχηματισμού κυβέρνησης εθνικής ενότητας.
Στις 14 Δεκεμβρίου του 2015 συναντήθηκαν εκ νέου αντιπροσωπείες από τις δυο πλευρές, και στις 17 Δεκεμβρίου υπήρξε συμφωνία (Libyan Political Agreement) σχηματισμού κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Αργότερα ανακοινώθηκε η σύνθεση του νέου κυβερνητικού συμβουλίου της χώρας με μια προεδρική ομάδα στην οποία θα προΐσταται ο Fayez al-Sarraj. Πριν από λίγες μέρες και μετά από έντονο παρασκήνιο, το κοινοβούλιο αναγνώρισε στο σύνολό του το νέο κυβερνητικό συμβούλιο ως τη νόμιμη κυβέρνηση της χώρας. Πρώτιστο μέλημα της νέας κυβέρνησης αποτελεί η σταθερότητα και ασφάλεια της Λιβύης.
Το Ισλαμικό Κράτος κυριαρχεί
Η Λιβύη αποτελεί στρατηγικής σημασίας οχυρό στους γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς του Ισλαμικού Κράτους. Η εμπλοκή της Ρωσίας στη Συρία και η πίεση του δέχθηκε το ISIS σε στρατηγικό και οικονομικό επίπεδο στη Μεσοποταμία ενεργοποίησαν το «οχυρό Λιβύη» στους σχεδιασμούς τους. Πλέον, το Ισλαμικό Κράτος δεν στρατολογεί προσωπικό για τη Μεσοποταμία, αλλά τους τελευταίους μήνες ενισχύει και πυκνώνει τις τάξεις του στη Λιβύη. Ενέτεινε τις επιθέσεις του στις πετρελαιοπαραγωγές περιοχές της χώρας και έθεσε περισσότερο έδαφος και φυλές υπό τον άμεσο έλεγχό του. Σε αντίβαρο της πίεσης που δέχεται στη Μεσοποταμία, ενισχύει τις δυνάμεις τους και τις πηγές χρηματοδότησής του στη Λιβύη.
Παράλληλα πιέζει ασφυκτικά και ενεργοποιεί συνεχώς πυρήνες του στα γειτονικά κράτη Τυνησία και Αίγυπτο. Πριν από λίγες ημέρες έγινε γνωστό ότι επίσημα πλέον η Τυνησία ανησυχεί για τη δική της σταθερότητα και ασφάλεια από την εντεινόμενη δράση των οργανώσεων του Ισλαμικού Κράτους στη Λιβύη.
Η νέα κυβέρνηση της χώρας δεν έχει ούτε αστυνομικές ούτε στρατιωτικές δυνάμεις να διαθέσει για την καταπολέμηση του ISIS. Οι λιγοστές δυνάμεις που διαθέτει βρίσκονται υπό τον έλεγχο αμφιλεγόμενων φυλάρχων - στρατηγών. Ορισμένοι από αυτούς ήδη συνεργάζονται με δυνάμεις Βρετανών, Αμερικανών και Γάλλων στρατιωτών που βρίσκονται στη χώρα ως πυρήνες οργάνωσης δυνάμεων ασφαλείας για την προστασία σημαντικών εγκαταστάσεων και συμφερόντων στην κατεστραμμένη Λιβύη. Η πολυπλοκότητα της κατάστασης οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ενεργότερη εμπλοκή των δυτικών δυνάμεων στη διαδικασία σταθεροποίησης της μετα-επαναστατικής Λιβύης.
Εν αναμονή της δυτικής επέμβασης
Λόγω της αδυναμίας αντιμετώπισης της κατάστασης με ίδιες δυνάμεις, το πιθανότερο σενάριο θέλει τη νέα λιβυκή κυβέρνηση να καλεί τις δυτικές χώρες να συνδράμουν στρατιωτικά, με δύναμη περίπου 6000 ανδρών, στην προσπάθεια σταθεροποίησης της χώρας και στη συγκρότηση και εκπαίδευση των νέων λιβυκών ενόπλων δυνάμεων και σωμάτων ασφαλείας. Η διαδικασία δεν θα είναι καθόλου εύκολη και σίγουρα θα είναι πολύχρονη. Μάλιστα πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η προσπάθεια έχει πολύ μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας από αντίστοιχες ενέργειες στο παρελθόν στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτήν τη στιγμή στη Λιβύη επιχειρούν γαλλικές ειδικές δυνάμεις, συγκεκριμένα στην αεροπορική βάση Μπενίνα κοντά στη Βεγγάζη. Η βάση είναι υπό τον έλεγχο των δυνάμεων του στρατηγού Khalifa Haftar και θεωρείται ότι φιλοξενούσε περίπου 180 Γάλλους στρατιωτικούς τον Φεβρουάριο του 2016. Σκοπός των δυνάμεων αυτών είναι ο εντοπισμός τοπικών συνεργατών και η εκπαίδευση τοπικών δυνάμεων πολιτοφυλακής.
Επίσης αμερικανικές, βρετανικές, γαλλικές και ιταλικές δυνάμεις δραστηριοποιούνται στη Λιβύη. Στη δυτική Λιβύη, Αμερικανοί και Βρετανοί φέρονται να συνεργάζονται με πολιτοφυλακές από τη Μισράτα. Στην ανατολική Λιβύη βρίσκονται, όπως αναφέραμε, οι Γάλλοι μαζί με τις δυνάμεις του στρατηγού Haftar. Ωστόσο θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο στρατηγός Haftar δεν απολαμβάνει ευρείας λαϊκής αποδοχής και αυτό είναι ένα στοιχείο που κάνει τους Γάλλους να είναι επιφυλακτικοί.
Η μεγάλη απειλή για την Ευρώπη
Η κατάσταση που επικρατεί στη Λιβύη αποτελεί τεράστια απειλή για την Ευρώπη. Ακόμη και αν υπάρξει αποτελεσματική δυτική επέμβαση στη χώρα, ο κίνδυνος για την Ευρώπη δεν περιορίζεται εύκολα. Ένας πρώτος παράγοντας αποσταθεροποίησης είναι ο έλεγχος του ISIS επί των προσφυγικών ροών. Ένας δεύτερος παράγοντας είναι η ύπαρξη πυρήνων του Ισλαμικού Κράτους εντός του ευρωπαϊκού εδάφους με το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού να είναι δικό τους.
Ωστόσο, η μεγάλη απειλή για την Ευρώπη είναι η σχετικά ακάλυπτη τεράστια ακτογραμμή της στη Μεσόγειο, που είναι γεμάτη από τουριστικά θέρετρα και κόσμο καθόλη τη διάρκεια της καλοκαιρινής περιόδου.
Το καλοκαίρι του 2015 έγινε μικρής κλίμακας καταδρομική ενέργεια τσιχαντιστών από τη θάλασσα εναντίον παραθεριστών στο Σάρμ Ελ Σέιχ στην Ερυθρά Θάλασσα. Τον περασμένο Νοέμβρη χτυπήθηκε ξενοδοχειακό συγκρότημα στο Μάλι. Τον Γενάρη του 2016 πραγματοποιήθηκε αντίστοιχο πολύνεκρο χτύπημα στη Βουρκίνα Φάσο. Το προχθεσινό χτύπημα στο τουριστικό θέρετρο στην Ακτή Ελεφαντοστού πρέπει να μας προβληματίσει πολύ σοβαρά για την ασφάλεια των μεσογειακών ακτών της Ευρώπης τους επόμενους μήνες.
Δυστυχώς, η Ευρώπη είναι απροετοίμαστη για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ένα πλήγμα στον τουρισμό της νοτίου Ευρώπης, εκτός από την ανυπολόγιστη ζημιά που θα έχει σε επίπεδο ψυχολογικό και ενδεχομένως σε ανθρώπινες απώλειες, θα έχει και τεράστιες οικονομικές επιπτώσεις στις δοκιμαζόμενες από την κρίση νότιο-ευρωπαϊκές οικονομίες. Ο κίνδυνος έχει επισημανθεί ήδη στις κυβερνήσεις, οι οποίες μέχρι σήμερα αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Και όμως ο κίνδυνος ελλοχεύει…
* Ο κ. Βασίλης Κοψαχείλης είναι διεθνολόγος, σύμβουλος εκτίμησης γεωπολιτικών κινδύνων.