Του Λάμπρου Τζούμη*
Πριν από λίγες ημέρες ενημερωθήκαμε για την παραίτηση του Βρετανού υπουργού Άμυνας Michael Fallon, για σκάνδαλο σεξουαλικής παρενόχλησης, στο οποίο είχε εμπλακεί πριν από 15 χρόνια. Ο προβληματισμός είναι πως είναι δυνατόν οι Βρετανοί να αντιδρούν κατ'' αυτόν τον τρόπο, ενώ κάποιοι στην Ελλάδα, να απολαμβάνουν ανοχής και ασυλίας, μεταξύ των οποίων και ο υπουργός Εθνικής Άμυνας κ. Καμμένος, παρά το βάρος υποθέσεων που έχουν ώσμωση σκανδάλου, όπως η επίσκεψη στο καζίνο του Λονδίνου και το τεράστιο θέμα πώλησης πυρομαχικών στη Σαουδική Αραβία.
Είναι γεγονός πως είναι εξαιρετικά δύσκολο για οποιονδήποτε κατέχει πολιτική εξουσία να την απαρνηθεί και τα κριτήρια που οδηγούν σε παραίτηση είναι καθαρά υποκειμενικά. Η παραίτηση όμως επιβάλλεται όταν ο υπουργός χάνει την εμπιστοσύνη που απαιτείται για ένα τόσο υψηλό δημόσιο αξίωμα. Στην Ελλάδα για πάρα πολλά χρόνια δεν έχει υποβληθεί παραίτηση υπουργού. Ενδεχομένως να είναι θέμα κουλτούρας και προφανώς όλοι θεωρούν πως τα έχουν κάνει όλα σωστά και πως δεν τίθεται θέμα παραίτησης από τις αβλεψίες τους. Αυτές όμως οι συμπεριφορές διευρύνουν το χάσμα μεταξύ της ελληνικής κοινωνίας και του ευαίσθητου χώρου της άμυνας.
Στη Μεγάλη Βρετανία όμως δεν υπάρχουν περιθώρια στον οποιονδήποτε να δημιουργήσει μελανά σημεία στο χώρο της άμυνας. Το θέμα των αμυντικών δαπανών αποτελεί ένα σοβαρότατο πρόβλημα, με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης να αντιδρά, τόσο στην υλοποίηση εξοπλιστικών προγραμμάτων όσο και στη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων. Ένα μεγάλο μέρος αυτού του τμήματος δεν διακατέχεται από αντιμιλιταριστικά αισθήματα, όμως αντιτίθεται στις δαπάνες, οι οποίες κατά τη γνώμη του πρέπει να κατευθυνθούν είτε στο κοινωνικό κράτος είτε στην πραγματοποίηση παραγωγικών επενδύσεων. Προκειμένου λοιπόν να κατευναστούν αυτές τις αντιδράσεις, το βρετανικό πολιτικό σύστημα αποβάλλει αξιωματούχους που εμπλέκονται σε κοινωνικά κατακριτέα γεγονότα.
Πέραν του τρόπου αντιμετώπισης περιστατικών όπως αυτό του υπουργού Άμυνας, Michael Fallon, το βρετανικό κράτος έχει σχεδιάσει μια εκστρατεία μεταστροφής της κοινής γνώμης με πιο «επιθετικές μεθόδους». Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσεται η αναδιοργάνωση του Στρατού, υπό την κωδική ονομασία «ARMY 2020», αφού με την ολοκλήρωσή της θα καταργηθούν παρωχημένες δομές και θα επιτευχθεί δημοσιονομικό όφελος. Αυτό όμως που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι ότι οι βρετανικές κυβερνήσεις έχουν εμπλέξει και τον πανεπιστημιακό χώρο στην προσπάθεια «εξομάλυνσης» των σχέσεων άμυνας και κοινωνίας.
Ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα θα μπορούσε να αναφερθεί ότι το Σεπτέμβριο του 2014, διοργανώθηκε από το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, με τη συμμετοχή εκπροσώπων πολλών βρετανικών Πανεπιστημίων, κολεγίων και think tanks, ένα workshop με θέμα «Ένοπλες Δυνάμεις και Κοινωνία στη Βρετανία». Τα κυριότερα συμπεράσματα που προέκυψαν είναι συνοπτικά τα παρακάτω:
- Ενώ η κοινή γνώμη είναι αντίθετη στον απομονωτισμό της Βρετανίας και επιθυμεί τη ζωηρή παρουσία της στη διεθνή πολιτική σκηνή, εντούτοις, υπάρχει έντονος σκεπτικισμός, αναφορικά με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξάγει η χώρα.
- Το προσωπικό των βρετανικών ΕΔ, που συμμετάσχει σε επιχειρήσεις, απολαμβάνει τη μεγαλύτερη αποδοχή από την κοινωνία, σε σχέση με τα τελευταία 50 χρόνια. Όμως, αυτή η αποδοχή δεν μεταφράζεται σε υποστήριξη προς τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις, ούτε αντανακλά μεγαλύτερη προθυμία της κοινωνίας για αύξηση των αμυντικών δαπανών ή για στρατολόγηση στις ΕΔ.
- Αν και το προσωπικό, που υπηρετεί ή επιστρέφει από επιχειρήσεις, αντιμετωπίζεται με τον πλέον θετικό τρόπο από το μεγαλύτερο μέρος της βρετανικής κοινωνίας, δεν συμβαίνει το ίδιο με την υποστήριξη των ρόλων και των αποστολών τους στις επιχειρήσεις στις οποίες εμπλέκονταν.
- Οι ΕΔ αποτελούν μια ιδιαίτερη δομή, η οποία δεν είναι ούτε χωριστή αλλά ούτε και πλήρως εναρμονισμένη με την ευρύτερη κοινωνία της οποίας αποτελεί μέρος. Αυτό σημαίνει ότι οι κοινωνικές αλλαγές επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίον η κοινή γνώμη αντιλαμβάνεται τις υποχρεώσεις απέναντι στις ΕΔ.
Οι συμμετέχοντες στην προσπάθεια εξεύρεσης τρόπων μεταστροφής της κοινής γνώμης, κατέληξαν στα εξής:
- Τόσο η κυβέρνηση όσο και οι φορείς της άμυνας πρέπει να επανεξετάσουν το κατά πόσον ο τρόπος με τον οποίον παρουσιάζεται ο ρόλος των ΕΔ και η χρήση στρατιωτικής δύναμης, είναι εναρμονισμένος με τη δημόσια αντίληψη περί νομιμότητας και απειλής.
- Υπάρχει επιτακτική ανάγκη για έναν ανοικτό και ειλικρινή διάλογο σχετικά με το ποιες είναι οι ΕΔ, τι κάνουν και πως αυτές συμβάλλουν στην υλοποίηση του οράματος της χώρας για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της και των υποχρεώσεών της.
Έχοντας, λοιπόν, υπόψη τα παραπάνω αναρωτιόμαστε αν ως χώρα προβαίνουμε σε αντίστοιχες ενέργειες, προκειμένου να πείσουμε την κοινή γνώμη για την αναγκαιότητα της άμυνας. Πιστεύω ότι όχι μόνο δεν κάνουμε τίποτα, αλλά αφήνουμε ασύδοτους και κάποιους επιτήδειους να αμαυρώνουν αυτόν τον ευαίσθητο χώρο.
*Ο κ. Λάμπρος Τζούμης είναι Αντιστράτηγος ε.α.