Του Δρ Σπυρίδωνος Πλακούδα
Τις τελευταίες ημέρες λαμβάνουν χώρα δραματικές εξελίξεις στη Συρία που δεν έχουν τύχει (ακόμη τουλάχιστον) της δέουσας προσοχής από τα ΜΜΕ της Ελλάδας. Στο Χαλέπι (το προπύργιο της ένοπλης αντιπολίτευσης εναντίον του Άσσαντ) διεξάγονται οι σφοδρότερες συγκρούσεις από το θέρος του 2012 – όταν η τότε εμβρυική αντι-Άσσαντ αντιπολίτευση κατέλαβε το ήμισυ της συμπρωτεύουσας (και παρ' ολίγον να κυριεύσει την ίδια την πρωτεύουσα) με αστραπιαίες επιθέσεις που δεν ζήλεψαν σε τίποτα το blietzkrieg του Ισλαμικού Κράτους σε Ιράκ και Συρία το θέρος του 2014.
Ύστερα από πολύνεκρες συγκρούσεις, στα τέλη Ιουλίου οι κυβερνητικές δυνάμεις απέκτησαν τον έλεγχο επί του δρόμου Castello – της κύριας οδού ανεφοδιασμού του ανατολικού ημίσεος του Χαλεπίου – και απέκοψαν ερμητικά το προπύργιο των ανταρτών στη βόρεια Συρία με την ηπειρωτική ενδοχώρα της επαρχίας Χαλεπίου (υπό κατοχή ως επί το πλείστον από μια συμμαχία ισλαμιστών και τζιχαντιστών με τις ευλογίες της Άγκυρας). Η εξέλιξη αυτή σήμανε κόκκινο συναγερμό στην έδρα της αντιπολίτευσης στην Κωνσταντινούπολη καθώς και στις πρωτεύουσες των συμμάχων της (στην Άγκυρα, στο Ριάν και όχι μόνον). Ο λόγος προφανής: ο ερμητικός αποκλεισμός του Χαλεπίου προδιέγραφε την βέβαιη πτώση του ύστερα από μια στενή πολιορκία κατά το πρότυπο της Χομς το 2012 και, κατά πάσα πιθανότητα, το τέλος της ένοπλης αντιπολίτευσης στη βόρεια Συρία.
Γιατί; Γιατί το Χαλέπι έχει αποκτήσει κρίσιμη βαρύτητα στο πεδίο της μάχης του εξαετούς Συριακού Πολέμου. Μετά την αποτυχία των αντικαθεστωτικών να αλώσουν την Δαμασκό το θέρος του 2012 και να απωθήσουν τους Κούρδους ανατολικού του ποταμού Ευφράτη, η κατ' όνομα μετριοπαθής αντιπολίτευση διατηρεί υπό την κατοχή της ένα μωσαϊκό τόσο μικρών όσο και μεγάλων θυλάκων διάσπαρτων ανά την επικράτεια και μόνο στη βόρεια Συρία (στις επαρχίες Ιντλίμπ και Χαλέπι) διοικεί μια αρραγή επικράτεια κατά μήκος της μακράς μεθορίου με την (φίλα προσκείμενη) Τουρκία.
Η αντιπολίτευση φιλοδοξεί πλέον να καταστήσει το Χαλέπι, την πολυπληθέστερη και σημαντικότερη πόλη της Συρίας ήδη από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως την οιωνεί πρωτεύουσα του υπό διαμόρφωση ισλαμιστικού κρατιδίου στη βόρεια Συρία. Μια απλή αναφορά στα μεγέθη του Χαλεπίου και των πέριξ αυτού περιοχών πείθουν για την κρίσιμη βαρύτητά του. Πριν τον πόλεμο, η επαρχία Χαλεπίου φιλοξενούσε σχεδόν 5 εκατομμύρια κατοίκους (ή το /14 του συνολικού πληθυσμού της Συρίας) και παρήγε το 45% των σιτηρών και το 60% των βιομηχανικών προϊόντων της χώρας. Συν τοις άλλοις, η γειτνίαση του Χαλεπίου με την Τουρκία (μόλις 100 χιλιόμετρα) εξασφαλίζει την διαρκή έξωθεν υποστήριξη των αντικαθεστωτικών από το φιλικό νεο-Οθωμανικό καθεστώς του Ερντογάν.
Όπως αναμενόταν, λοιπόν, οι αντικαθεστωτικοί εκδήλωσαν ευρεία αντεπίθεση ούτως ώστε να άρουν την στενή πολιορκία της οιωνεί πρωτεύουσάς τους. Χάρη στην παρασκηνιακή παρέμβαση της Άγκυρας και του Ριάντ, οι αντιμαχόμενες παρατάξεις των αντικαθεστωτικών συνασπίστηκαν υπό τα λάβαρα των κρυπτοτζιχαντιστικών «Κατάκτηση του Χαλεπίου» και «Στρατός της Κατάκτησης» και οργάνωσαν μια ισχυρή αντεπίθεση στο νότιο Χαλέπι κατά των κυβερνητικών δυνάμεων. Χάρη στην υπέρτερη ισχύ πυρός τους (ελέω... Δύσης) και την (παραδόξως) αναιμική αεροπορική αντίδραση της Μόσχας, οι αντάρτες διέρρηξαν ύστερα από διαδοχικά κύματα επιθέσεων αυτοκτονίας την άμυνα των κυβερνητικών δυνάμεων στο τρωτό νοτιο-δυτικό τμήμα της αμυντικής περιμέτρου (των μέχρι πρότινος) πολιορκητών και άνοιξαν έναν μικρό διάδρομο στο ανατολικό Χαλέπι.
Παρ' όλο που χαιρετίστηκε ως μια μεγάλη νίκη της ενωμένης αντιπολίτευσης, εν τοις πράγμασι η ευρεία αντεπίθεση απλά παρέτεινε το δράμα της πολιορκημένης πόλης. Ύστερα από το σοκ της ήττας, οι κυβερνητικές δυνάμεις ανασυντάχθηκαν, αντεπιτέθηκαν (υπό την κάλυψη της πανταχού παρούσας πλέον αεροπορίας της Ρωσίας) και ανακατέλαβαν (χάρη στην χρήση ασφυξιογόνων αερίων) αρκετές περιοχές στα νότια προάστια της πόλης. Συν τοις άλλοις, πολυπληθείς αυτοκινητοπομπές μεταφέρουν μαχητές της Χεζμπολλάχ και του Στρατού Σαντρ (των Σιιτών δηλαδή του Λιβάνου και του Ιράκ) στο πεδίο της μάχης ενώ μονάδες των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν μετακινούνται μαζικά προς τα εκεί ως «εθελοντές». Η μάχη που θα κρίνει το μέλλον της βόρειας Συρίας έχει ανάψει για τα καλά.
Ο Μήνας των Εξελίξεων ...
Ο διάσημος σημειολόγος και συγγραφέας Ουμπέρτο Έκο συνήθιζε να σχολιάζει πως «τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις». Η πρόσφατη ιστορία της περιοχής μας όμως τείνει να διαψεύσει τον Έκο καθώς τον θερινό αυτό μήνα έχουν λάβει χώρα δραματικές εξελίξεις: η κατάρρευση του μετώπου στην Μικρά Ασία το 1922, η δεύτερη εισβολή (Αττίλας 2) στην Κύπρο και, εν προκειμένω, η ευρεία αντεπίθεση των ανταρτών στο Χαλέπι. Κατά παράβαση του αξιώματος του Έκο, ο Αύγουστος θα καταστεί ακόμα μια φορά ο μήνας των εξελίξεων.
Η έκβαση της Μάχης του Χαλεπίου θα κρίνει τις περιφερειακές και διεθνείς ισορροπίες σε μεγάλο βαθμό. Η Ρωσία υποστηρίζει αποφασιστικά τον Άσαντ καθώς η ήττα των αντικαθεστωτικών στη βόρεια Συρία θα σημάνει, κατά πάσα πιθανότητα, την οριστική ήττα του αντάρτικου – ένα κέρδος για τη Ρωσία και μια απώλεια για τις ΗΠΑ στο παίγνιο μηδενικού αθροίσματος του Συριακού Πολέμου. Παρ' όλο που οι δύο δυνάμεις ισχυρίζονται πως συνεργάζονται αγαστά για την επίλυση της Συριακής Κρίσης, επί της ουσίας αμφότερες δυνάμεις επιδιώκουν να αυξήσουν τη δική τους διαπραγματική ισχύ μέσω ενός άτυπου πολέμου δια αντιπροσώπων και, εν συνεχεία, να υπαγορεύσουν από θέση ισχύος τους δικούς τους όρους για την ειρήνευση στη Συρία. Παρομοίως, η Ουάσιγκτον θα αντιμετώπιζε θετικά μια ενδεχόμενη ήττα του Άσαντ στο Χαλέπι – πολλώ δε μάλλον μετά την ήττα του Ισλαμικού Κράτους στη Μάχη της Manbij από τους έτερους συμμάχους της, τους Κούρδους. Μια ήττα του Άσαντ θα δημιουργούσε μια συνεχόμενη εδαφική ζώνη στη βόρεια Συρία υπό την κατοχή φίλα προσκείμενων προς τις ΗΠΑ δυνάμεων και, ως εκ τούτου, θα αποδυνάμωνε τη διαπραγματευτική ισχύ της Ρωσίας.
Η Τουρκία, προφανώς, θα επιθυμούσε μια ήττα του Άσαντ η οποία θα εμφυσούσε νέο ζωογόνο πνοή στην αποτυχημένη πολιτική της στη Συρία. Παρά την (μετά το πραξικόπημα επιταχυνόμενη) εξομάλυνση των διμερών σχέσεων με τη Ρωσία, η Τουρκία δεν έχει αλλάξει ούτε κεραία τη στρατηγική της ως προς τη Συριακή Κρίση. Η απροθυμία του Πούτιν και του Ερντογάν να συζητήσουν το θέμα του Χαλεπίου τη στιγμή που οι δύο πλευρές υποστηρίζουν ανοικτά τους δύο εμπολέμους φανερώνει γλαφυρά τα όρια της όποιας επαναπροσέγγισης Τουρκίας-Ρωσίας. H Τουρκία του Ερντογάν, αποδυναμωμένη ύστερα από το στρατιωτικό πραξικόπημα και του ισλαμικό αντι-πραξικόπημα, δεν διαθέτει την απαραίτηση ισχύ ώστε να ενισχύσει όπως το παρελθόν την ισλαμική ένοπλη αντιπολίτευση.
Οι Κούρδοι, μια σημαντική ανεξάρτητη μεταβλητή της εξίσωσης στη Συρία, ίσως διαδραματίσουν καταλυτικό ρόλο στην Μάχη του Χαλεπίου. Ήδη στα τέλη Ιουλίου οι Κούρδοι στις βόρειες συνοικίες του Χαλεπίου εξαπέλυσαν επιθέσεις εναντίον των αντικαθεστωτικών και, ως εκ τούτου, επικούρησαν έμμεσα τις κυβερνητικές δυνάμεις στη σφράγιση της πόλης από τον Άσαντ. Εάν οι Κούρδοι μετά την πτώση της Manbij προελάσουν εναντίον του Ισλαμικού Κράτους κατά μήκος του διαδρόμου των 50 χιλιομέτρων που χωρίζει το καντόνι του Αφρίν από το αντίστοιχο καντόνι του Κομπάνι, τότε μάλλον οι κυβερνητικές δυνάμεις βορείως του Χαλεπίου θα αποδεσμευτούν από τον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους και θα ενισχύσουν την κυβερνητική φρουρά του Χαλεπίου με αρνητικές συνέπειες για τους αντικαθεστωτικούς. Ίσως, όμως, οι Κούρδοι να αποφασίσουν εν τέλει να επιτεθούν κατά της Ράκα – της πρωτεύουσας του Ισλαμικού Κράτους – κατ' απαίτηση των ΗΠΑ.
Ο άξονας προέλαση των Κούρδων θα συναρτηθεί από τις προτεραιότητες των Κούρδων αλλά και τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ. Ίσως ο μεγαλύτερος νικητής της Μάχης του Χαλεπίου να αποδειχθούν οι Κούρδοι οι οποίοι θα αδράξουν την ευκαιρία να ενώσουν τα δύο Κουρδικά καντόνια εις βάρος των αποδυναμωμένων αντιπάλων τους στη βόρεια Συρία (Άσαντ, Ισλαμικό Κράτος και ισλαμική αντιπολίτευση).