Η άτυπη Πενταμερής που ξεκινά σήμερα στην Γενεύη με την δεξίωση που θα παραθέσει για τους επικεφαλής των αντιπροσωπειών ο Α. Γκουτέρες στην έδρα του ΟΗΕ στην Γενεύη, δεν ήταν αποτέλεσμα μιας διαδικασίας συνομιλιών που αφού διαπιστώθηκε κοινό έδαφος αποφασίσθηκε το επόμενο βήμα που θα έφερνε πιο κοντά την λύση του Κυπριακού.
Η άτυπη Πενταμερής συγκαλείται για να δοθεί η εντύπωση της κινητικότητας στο Κυπριακό, ενώ όλα είναι σχεδόν «νεκρά» κυρίως από την στιγμή της ανάδειξης του Ε. Τατάρ ως επικεφαλής της τουρκοκυπριακής κοινότητας, για να υπάρξει ένα «πιστοποιητικό καλής διαγωγής» στην Τουρκία τόσο έναντι της Ε.Ε. όσο και της Ουάσιγκτον, αλλά και για να επιδιώξει ο κ. Γκουτέρες να επιδείξει μια επιτυχία στην άγονη και στείρα θητεία του ως Γ.Γ. του ΟΗΕ.
Κανείς από τους εμπλεκόμενους δεν πιστεύει ότι αυτή η διαδικασία μπορεί να οδηγήσει πουθενά, καθώς η στάση της Τουρκίας ιδίως μετά το δημοψήφισμα του 2004, δεν είναι με την επιλογή της λύσης αλλά αντιθέτως της διατήρησης της εκκρεμότητας.
Η συγκυρία δεν είναι καθόλου ευνοϊκή. Ο Τ. Ερντογάν έχοντας δεχθεί απανωτά πλήγματα από τον νέο Αμερικανό πρόεδρο με τελευταίο την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων, γνωρίζει ότι φθάνει η ώρα της κρίσης, για τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, ή καλύτερα για την σχέση των ΗΠΑ με την Ερντογανική Τουρκία.
Την πρωτοβουλία των κινήσεων την έχουν οι Αμερικανοί πλέον και αυτό φάνηκε με την αμήχανη και φοβική αντίδραση του Τ. Ερντογάν, που εξέφρασε την… λύπη του για την απόφαση Μπάιντεν και πρότεινε την σύσταση… ομάδων ιστορικών για να μελετήσουν το ζήτημα.
Ο κ. Ερντογάν απείλησε γενικώς με... αντιδράσεις αλλά γνωρίζει ότι κάθε προσπάθεια να κλιμακώσει τις αντιδράσεις εναντίον των Αμερικανών απλώς θα προκαλέσουν ακόμη πιο σφοδρή αντιπαράθεση, που το πρώτο θύμα της θα είναι η τουρκική οικονομία.
Ο Τ. Ερντογάν νιώθει και είναι πληγωμένος και έχει πολύ μικρά περιθώρια αντίδρασης στην «επίθεση» που δέχεται από την νέα αμερικανική κυβέρνηση. Αντιλαμβάνεται πλέον ότι δεν αρκεί μια λεκτική επίθεση και μερικές απειλές για να τιθασεύσει την αμερικανική κυβέρνηση, όπως είχε ίσως συνηθίσει με τον Προέδρο Τραμπ.
Η Άγκυρα συνειδητοποιεί ότι ακόμη κι αν αύριο δείξει καλή διάθεση για προώθηση λύσης του Κυπριακού, αυτό ελάχιστα θα επηρεάσει τα κέντρα λήψης αποφάσεων στην Ουάσιγκτον, που ενδιαφέρονται περισσότερο για τον γενικότερο γεωστρατηγικό προσανατολισμό και επιλογές της.
Και επίσης σε επίπεδο Ε.Ε., η Τουρκία γνωρίζει ότι αρκεί η διατήρηση ανοικτής μιας νεφελώδους διαπραγματευτικής διαδικασίας, ώστε να έχουν επιχειρήματα οι υποστηρικτές της στις Συνόδους Κορυφής ώστε να αποτρέπεται η επιβολή κυρώσεων και να διατηρείται η συζήτηση για την «θετική ατζέντα».
Η Τουρκία δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο να θέλει την λύση του Κυπριακού και μάλιστα στο πλαίσιο το οποίο έχει τεθεί από τα ψηφίσματα του ΣΑ του ΟΗΕ, τις αποφάσεις των συναντήσεων Υψηλού Επιπέδου, που αποτελούν τελικά το αποτέλεσμα του μεγάλου και οδυνηρού συμβιβασμού των ελληνοκυπρίων μετά την στρατιωτική ήττα του 1974.
Η Τουρκία του κ. Ερντογάν θέλει όλο και κάτι παραπάνω στο Κυπριακό και σε κάθε βήμα πίσω της ελληνοκυπριακής πλευράς αυτομάτως παρουσιάζεται μια νέα απαίτηση, ένα νέο πλαίσιο.
Έτσι τώρα στην Γενεύη η Τουρκική πλευρά είναι έτοιμη να διεκδικήσει την συμπερίληψη στην ατζέντα, της λύσης των δυο κρατών.
Ανεξαρτήτως εάν αυτή είναι η πραγματική επιδίωξη ή εάν πρόκειται για διαπραγματευτικό χαρτί προκειμένου να μετακινήσει την συζήτηση από τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, σε μοντέλο Συνομοσπονδίας, η τακτική αυτή δεν είναι παρά μια ακόμη «εισβολή», αυτή την φορά... διπλωματική.
Αθήνα και Λευκωσία αν και θεωρητικά έχουν εύκολο ρόλο στην Γενεύη, καθώς δεν έχουν παρά να επαναλάβουν την προσήλωση τους στις σχετικές αποφάσεις του ΣΑ του ΟΗΕ και στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά και στις θέσεις που ο ίδιος ο ΓΓ του ΟΗΕ είχε διατυπώσει στο Κραν Μοντανά, θα έχουν να αντιμετωπίσουν ένα ιδιότυπο σκηνικό.
Που πιθανότατα λόγω του άτυπου χαρακτήρα της Διάσκεψης, θα πρέπει να ακούσουν όλες τις ακραίες θέσεις της τουρκικής πλευράς και να αποφύγουν όμως τη διολίσθηση της όλης διαδικασίας σε μια πράξη νομιμοποίησης της ανατροπής του πλαισίου λύσης του Κυπριακού.
Ο Ν. Αναστασιάδης είναι αρκετά ευάλωτος λόγω των εσωτερικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει, όμως στο Κυπριακό γνωρίζει ότι κάθε υποχώρηση του θα συνδεθεί ακριβώς με τις κατηγορίες που έχουν καταγραφεί εναντίον του και συνεπώς δεν έχει πολλά περιθώρια ελιγμών.
Και η Αθήνα μετά από μια περίοδο αποτελεσματικής διαχείρισης των κρίσεων στα ελληνοτουρκικά, γνωρίζει ότι κάθε στραβοπάτημα στο Κυπριακό, θα εξαφανίσει το όποιο πολιτικό κεφάλαιο έχει εξασφαλίσει η διαχείριση της κρίσης στον Έβρο, η πολιτική συμμαχιών στην ευρύτερη περιοχή αλλά και η ίδια η επίσκεψη του Ν. Δένδια στην Άγκυρα.
Πολύ απλά Αθήνα και Λευκωσία δεν έχουν κανένα λόγο να πιστέψουν ότι μια παραχώρηση ή μια κίνηση «καλής θέλησης» προς τον κ. Ερντογάν θα έχει ως αποτέλεσμα την συναίνεση του Τούρκου ηγέτη σε λύση του Κυπριακού σε μοντέλο ομοσπονδίας στην βάση των αποφάσεων του ΣΑ του ΟΗΕ και σε Συμφωνία με το κοινοτικό κεκτημένο.
Ο κ. Ερντογάν δεν έχει να κερδίσει με το Κυπριακό στην παρούσα φάση και για τον λόγο αυτό δεν πρέπει Αθήνα και Λευκωσία να του δώσουν εύκολη οδό διαφυγής είτε με τυφλές αντιπαραθέσεις είτε με υπαναχωρήσεις, καθώς η Τουρκία δεν θα δώσει τώρα την λύση...
Όσο για εκείνους που φοβούνται το blame game για το ποιος δεν υποχώρησε αρκετά ώστε να… ευοδωθεί η Πενταμερής, ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: Ποιος διατηρεί επί μισό αιώνα κατοχική δύναμη στο έδαφος τρίτης ανεξάρτητης χώρας;