(φωτ. Στυγμιότυπο από την τριμερή συνάντηση Κορυφής Ελλάδας - Αιγύπτου - Κύπρου προχτές στην Αθήνα. Από τα αριστερά προς τα δεξιά: Ο Πρόεδρος της Αιγύπτου, Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, ο Έλληνας πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης).
Του Δημήτρη Τσαϊλά *
Στις Διεθνείς Σχέσεις υποστηρίζεται ότι τα δημιουργούμενα κενά ασφαλείας καλύπτονται άμεσα με νέες συμμαχίες. Εξάλλου είναι φυσικό επακόλουθο, καθώς τα εθνικά συμφέροντα πιέζουν τα έθνη να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους, καθώς η πρότερη κατάσταση ασφαλείας φαίνεται ότι αποδυναμώθηκε.
Έτσι η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Κύπρος και η Ελλάδα έχουν κατανοήσει πλήρως την αναγκαιότητα συνεργασίας μεταξύ τους και ενεργούν αναλόγως. Γι' αυτόν τον λόγο, έχουν αυξήσει τις προσπάθειες συνεργασίας τόσο στην ενεργειακή ασφάλεια, όσο και σε αμυντικά θέματα. Η σημαντική πρόοδος σε αυτήν την περιφερειακή συνεργασία συνέπεσε με τη νεοοθωμανική πολιτική της Τουρκίας του Ερντογάν και τη γενικότερη αστάθεια στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Τα σημαντικά στρατηγικά ζητήματα περιλαμβάνουν αφενός το κενό ασφαλείας που προκλήθηκε από την επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ – Τουρκίας και Αιγύπτου – Τουρκίας και αφετέρου Τη μετατόπιση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή στη στρατηγική ισορροπία. Όχι μόνο από τη μεριά του Τελ Αβίβ και Καΐρου, αλλά και η Αθήνα έχει θορυβηθεί από αυτήν τη μετατόπιση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, καθώς και τις επιπτώσεις από την αλλαγή αυτή και τις πρόσφατες ατυχείς διεθνείς στρατιωτκο-πολιτικές διεργασίες της Τουρκίας με τη ρίψη του ρωσικού αεροσκάφους στη Συρία και την είσοδο τουρκικών στρατευμάτων στο Ιράκ.
Βέβαια δεν ζούμε με ψευδαισθήσεις ότι η Ελλάδα από μόνη της μπορεί να αντισταθμίσει εξ ολοκλήρου το κενό ασφαλείας που προκλήθηκε από την ανατροπή στις σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας και Αιγύπτου, όμως οι κοινές στρατιωτικές ασκήσεις είναι ένα σημαντικό βήμα που εξισορροπεί την απώλεια της Τουρκίας ως εταίρου για κοινές ασκήσεις. Ωστόσο, είναι δύσκολο να βρεθεί μια εναλλακτική λύση για τη μέχρι πρότινος συνεργασία με την τουρκική αντικατασκοπεία, όσον αφορά το Ισραήλ. Επιπλέον, μέχρι πριν λίγο καιρό η ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών δεν συμπεριέλαβε την Τουρκία στα κράτη στόχους, ενώ τώρα έχουν αλλάξει τα πράγματα. Επίσης κατά τα προηγούμενα έτη το μέγεθος της Τουρκίας και η γεωπολιτική της θέση την έφερνε ως ένα μεγάλο πελάτη αμυντικής βιομηχανίας του Ισραήλ. Αντίθετα η Ελλάδα κυριαρχείται από τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες.
Η ενεργειακή συνεργασία ως αντίβαρο
Υπάρχει όμως η σημαντική στρατηγική συνεργασία στον τομέα της ενέργειας που μπορεί να υποκαταστήσει τις παραπάνω αδυναμίες. Η ανακάλυψη μεγάλων ποσοτήτων φυσικού αερίου στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ της Κύπρου και Ισραήλ μετατρέπει αυτά τα κράτη, μέλη δυνητικών προμηθευτών. Ισραήλ και Κύπρος έχουν συμφέρον να παρακάμψουν την Τουρκία και να μειώσουν την απόσταση μεταξύ των πεδίων του φυσικού αερίου και του Ευρωπαίου καταναλωτή, όπως η Αίγυπτος και Κύπρος για τη μεταφορά στην Αφρική. Τόσο οι σχέσεις όσο και η θέση της Κύπρου ισχυροποιούν τον ρόλο της Ελλάδας ως καθοριστικό διαμετακομιστικό κρίκο στη διαδρομή του φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.
Από το 2010, η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ έχουν καθιερώσει τη νέα πολιτικο-στρατηγική σχέση, βάσει της κοινής ασφάλειας και των ενεργειακών συμφερόντων τους. Σε αυτό το γεωπολιτικό «σύμπλοκο» έχει εγκαινιασθεί μια νέα τριμερής μεταξύ Ελλάδος, Κύπρου και Αιγύπτου, μετά την πολιτική αλλαγή με την ηγεσία του Αλ-Σίσι. Σκοπός όλων είναι η προστασία των τεραστίων ποσοτήτων φυσικού αερίου που έχουν ανακαλυφθεί στις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες (ΑΟΖ) των κρατών και η ασφαλής μεταφορά τους στη διεθνή αγορά. Γι' αυτό ο κάθε ένας έχει υπογράψει σύμφωνο άμυνας και συμφωνίες αποκλειστικής οικονομικής ζώνης, ώστε να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους.
Οι ΗΠΑ δεν «μπορούν»
Στην περίοδο της μονοκρατορίας των ΗΠΑ, ήταν η χώρα η οποία κατείχε την πολιτική, οικονομική και στρατιωτική εξουσία για να επηρεάσει την περιοχή και τη διεθνή τάξη σύμφωνα με τις αξίες και τα συμφέροντα της. Σήμερα για την υλοποίηση μιας πραγματικής στρατηγικής εταιρικής σχέσης απαιτείται μια ισχυρή, αποτελεσματική και διαρκής παρουσία που οι ΗΠΑ δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να παράσχουν. Η αποτελεσματική εμπλοκή των χωρών του γεωπολιτικού «συμπλόκου» της Νοτιοανατολικής Μεσογείου συμπλέει με την πολιτική των ΗΠΑ, που προσπαθεί και πάλι να διαμορφώσει σημαντικά αποτελέσματα στην αναφερόμενη περιοχή.
Η συνεργασία μεταξύ Ελλάδας, Ισραήλ, Κύπρου και Αιγύπτου μπορεί να οδηγήσει σε μια μεγάλη προσθήκη στην παγκόσμια προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) που κατέχει όχι μόνο η Κύπρος και το Ισραήλ, αλλά ίσως ο Λίβανος και η Ελλάδα στο μέλλον. Μετά τα θετικά αποτελέσματα από την Κύπρο και το Ισραήλ, η Ανατολική Μεσόγειος έχει μετατραπεί σε ένα νέο σύνορο για την ανάπτυξη του αερίου. Ακριβώς όπως το πετρέλαιο εθεωρείτο ζωτικής σημασίας για την ισορροπία στη Μέση Ανατολή, το φυσικό αέριο είναι για την Ανατολική Μεσόγειο.
Η τουρκική πολιτική αδιαλλαξία απειλή για την ενεργειακή ασφάλεια
Εκτιμάται ότι οι νέοι πόροι, θα οδηγούνται στη διεθνή αγορά της Αφρικής, της Ευρώπης, των ΗΠΑ και της Αυστραλίας. Αυτό είναι μια κατάσταση αμοιβαίου οφέλους (win-win). Βέβαια οι συνθήκες της περιοχής παραμένουν ασταθής και η αμυντική ικανότητα της Κύπρου για την ασφάλεια των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι αβέβαιη, όσο η τρέχουσα τουρκική πολιτική αδιαλλαξία παραμένει σε ισχύ. Η κλιμάκωση της έντασης θα αυξήσει τη δυσκολία της προσέλκυσης κεφαλαίων στην Ανατολική Μεσόγειο και ως εκ τούτου διαφαίνεται μια άσκηση πίεσης για να βρεθεί άμεση λύση στο Κυπριακό. Επίθεση κατά της Κύπρου ή του Ισραήλ βάζει σε κίνδυνο τουλάχιστον την περιφερειακή και, κατά πάσα πιθανότητα, παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια. Θα πρέπει να θεωρηθεί ως απειλή για τις αμερικανικές αξίες και τα ζωτικά συμφέροντα όλων.
Συγκεκριμένα, μια ισραηλινή αλλά και αιγυπτιακή πολιτικο-στρατιωτική προσέγγιση, πιο ισχυρή και συμπαγής σε διπλωματικό επίπεδο με την Ελλάδα, θα προσφέρουν στρατηγικό βάθος, πέρα από το παραδοσιακό περιορισμένο χώρο που κατέχουν αυτές οι χώρες. Επίσης, η Ελλάδα και η Κύπρος, ως πλήρη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούν να αποτελέσουν έναν πολύ αποτελεσματικό δεσμό μιας σοβαρής και σημαντικής ζεύξης του Ισραήλ και της Αιγύπτου στις διπλωματικές, οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Η ενεργειακή ασφάλεια της Μεσογείου έχει πλέον γίνει ένα παγκόσμιο ζήτημα. Μεταξύ των ΗΠΑ, Ισραήλ, Αιγύπτου, Κύπρου, Ελλάδας και Ευρώπης ώστε να εγγυάται ότι τα αποθέματα αυτά είναι προστατευμένα και παραμένουν αυτόνομα, ρέοντας ελεύθερα ως νέες πηγές ενέργειας που θα υποστηρίξουν την ενεργειακή ανάγκη της Δύσης που θα έχει εξάρτηση από φιλικά της κράτη.
* Ο Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υποναύαρχος ΠΝ ε.α.