Του Δρ. Χρήστου Μπαξεβάνη
Άλλες έξι αιτήσεις ασύλου των Τούρκων αξιωματικών που κατέφυγαν στην χώρα μας μετά το πραξικοπήματα της 15ης Ιουλίου απορρίφθηκαν σε πρώτο βαθμό, ενώ η Υπηρεσία Ασύλου δεν έκανε δεκτές τις αιτήσεις για συνέχιση της εξέτασης των υποθέσεων άλλων δύο στρατιωτικών για τις οποίες είχε εκδοθεί πράξη διακοπής. Έπειτα από αυτή την εξέλιξη, μαζί και με την απορριπτική απόφαση που είχε βγει για έναν ακόμη στρατιωτικό στα τέλη Σεπτεμβρίου, συνολικά δεν έχει δοθεί άσυλο σε επτά από τους οκτώ Τούρκους και εκκρεμεί η απόφαση για έναν στρατιωτικό.
Σε ανακοίνωσή τους μάλιστα, μέσω της δικηγόρου τους, οι Τούρκοι στρατιωτικοί εξέφρασαν την έκπληξη τους με τις απορριπτικές αποφάσεις της υπηρεσίας άσυλου, που εκτός του ότι απορρίπτουν το αίτημα άσυλου, τους αποδίδουν τον βαρύτατο χαρακτηρισμό του τρομοκράτη, «ο όποιος όχι μόνο δεν τεκμαίρεται από κανένα γεγονός αλλά δεν μας έχουν κατηγορήσει ως τρομοκράτες ούτε μέσα στη χωρά μας», για να καταλήξουν ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει «να λάβει σοβαρά υπόψιν της τη στάση των άλλων 5 κρατών μελών της ΕΕ που έθεσαν σε καθεστώς διεθνούς προστασίας τους Τούρκους αξιωματικούς που ζήτησαν άσυλο στις επικράτειες τους μετά το πραξικόπημα».
Το αίτημα για χορήγηση ασύλου εκ μέρους των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών με την παράλληλη απαίτηση των τουρκικών αρχών για άμεση παράδοσή τους συνιστά ζήτημα με κρίσιμες νομικές διαστάσεις, αλλά και αδιαμφισβήτητες διπλωματικές προεκτάσεις. Ενώ από διπλωματικής απόψεως η Ελλάδα δεν επιθυμεί τη διατάραξη των σχέσεών της με την Τουρκία, εντούτοις είναι παράλληλα υποχρεωμένη να τηρήσει μια σειρά από εσωτερικούς, ευρωπαϊκούς και διεθνείς κανόνες που αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του νομικού μας πολιτισμού.
Η έλλειψη διμερούς σύμβασης περί έκδοσης με την Τουρκία επιβάλλει την τήρηση των κανόνων της ελληνικής ποινικής δικονομίας, η οποία, μεταξύ άλλων, ορίζει ότι η έκδοση απαγορεύεται αν πρόκειται για έγκλημα που κατά τους ελληνικούς νόμους χαρακτηρίζεται πολιτικό ή στρατιωτικό ή όταν από τις περιστάσεις προκύπτει ότι η έκδοση ζητείται για λόγους πολιτικούς, γεγονός που θα κριθεί εκ παραλλήλου και με τη διατύπωση της κατηγορίας που τελικώς αποδοθεί από τις τουρκικές αρχές. Τα ανωτέρω θέματα πρέπει να τεθούν στην κρίση του Συμβουλίου Εφετών, του Αρείου Πάγου και εν τέλει του Υπουργού Δικαιοσύνης, και όλα αυτά χωρίς φυσικά να προκαταλαμβάνεται η απόφαση της δικαιοσύνης για την τύχη των οκτώ από δηλώσεις, όπως του τύπου «η Τουρκία έχει ισχυρά ερείσματα για την έκδοσή τους», οι οποίες έλαβαν χώρα τις προηγούμενες ημέρες από κυβερνητικούς αξιωματούχους.
Πέραν δε της σαφούς ως άνω ελληνικής νομοθετικής πρόβλεψης, τίθεται μείζον ζήτημα αναφορικώς και με την επιβαλλόμενη χορήγηση ασύλου, ιδίως υπό το πρίσμα της Συνθήκης της Γενεύης του 1951, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1950, καθώς και της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου του 1948. Το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) κατέχει θέση αναγκαστικού δικαίου, ήτοι ανώτατης ισχύος, και απαγορεύει τα βασανιστήρια καθώς και την απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Περαιτέρω, το άρθρο 2 της ΕΣΔΑ έχοντας ταυτόσημη δεσμευτική ισχύ με το άρθρο 3 διασφαλίζει το δικαίωμα στη ζωή. Ακολούθως, σχετική νομολογία από πληθώρα διεθνών δικαστηρίων έχει αποσαφηνίσει ότι δεν επιτρέπεται η έκδοση προσώπου σε χώρα στην οποία κινδυνεύει με θανατική ποινή, βασανιστήρια η με απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Ανάλογες προβλέψεις διατυπώνονται και στην Οικουμενική Διακήρυξη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Στα παραπάνω οφείλει κανείς να λάβει υπόψη τις μαζικές εκκαθαρίσεις δημοσίων υπαλλήλων και δικαστικών λειτουργών που λαμβάνουν χώρα στη γείτονα χώρα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, την προαναγγελία για βαρύτατη τιμωρία των υπαιτίων, καθώς και την (πιθανή) επαναφορά της θανατικής ποινής. Ο χειρισμός, λοιπόν, από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές, θα κριθεί όχι μόνο από τις διπλωματικές διαστάσεις του ζητήματος, όσο κυρίως, αν όχι μόνο, από το κατά πόσο η Ελλάδα έλαβε υπόψη τις διεθνείς και ευρωπαϊκές δεσμεύσεις της. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει κρίνει ότι η μη επαναπροώθηση προστατεύει «τις θεμελιώδεις αξίες των δημοκρατικών κοινωνιών», κάτι το οποίο ουδείς δικαιούται να λησμονεί.
* Ο Δρ. Χρήστος Μπαξεβάνης είναι διεθνολόγος
Διαβάστε ακόμα:
- Δριμύ κατηγορώ των 8 τούρκων στρατιωτικών που κάνουν λόγο για «διμερείς συμφωνίες»