Του Δημήτρη Τσαϊλά*
Στις 7 Ιουνίου 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε το έγγραφο σχετικά με το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας που παρουσιάζει τρία διαφορετικά σενάρια όπως αναφέρονται, αλλά είναι βασικοί παράγοντες, για τη μετάβαση προς μια Ένωση Ασφάλειας και Άμυνας. Την ίδια ημέρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε πρόταση για να ξεκινήσει ένα Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας με σκοπό να στηρίξει πιο αποτελεσματικά τις αμυντικές δαπάνες των κρατών μελών.
Από την εθελοντική κατά περίπτωση συνεργασία με κοινή άμυνα, τα σενάρια /παράγοντες που παρουσιάζονται στο έγγραφο προβληματισμού δεν αλληλοαναιρούνται, αλλά περιγράφουν διαφορετικά επίπεδα φιλοδοξίας για τα κράτη μέλη της ΕΕ που μπορούν να αποφασίσουν να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν με την υποστήριξη των θεσμικών οργάνων της ΕΕ στα επόμενα χρόνια.
Το έγγραφο προβληματισμού αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης συζήτησης, την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ξεκινήσει σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης με τη δημοσίευση της Λευκής Βίβλου για το μέλλον της Ευρώπης το Μάρτιο 2017. Το έγγραφο προβληματισμού συμπληρώνει επίσης τις προσπάθειες που γίνονται από τα όργανα της ΕΕ στο τομέα της ασφάλειας και της άμυνας, δηλαδή το σχέδιο εφαρμογής μιας παγκόσμιας στρατηγικής από την πλευρά της ΕΕ για την ασφάλεια και την άμυνα, το σχέδιο δράσης της Ευρωπαϊκής άμυνας και τη συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ.
Προσωπικά εκτιμάται ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώξουν το υψηλότερο επίπεδο φιλοδοξίας, δηλαδή μια κοινής αμυντικής πολιτικής της Ένωσης με ισχυρή κοινωνική διάσταση. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα θα πρέπει να υποστηρίξει την αναφορά στην ανάγκη για την ανάπτυξη μιας κοινής ευρωπαϊκής στρατιωτικής και κουλτούρας στρατηγικής, που θα προωθείται μέσω κοινών εκπαιδεύσεων, σε έναν τομέα στον οποίο τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο. Επίσης εκτιμάται ότι πρέπει να υποστηριχθούν πλήρως οι θέσεις της Βίβλου σχετικά με το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας . Καθώς το εν λόγω έγγραφο αναφέρει, «στενότερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση της άμυνας» θα απαιτήσει επίσης την εναρμόνιση των ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων, τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ του στρατιωτικού προσωπικού κάτω από την ομπρέλα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε αυτή τη διαδικασία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι θεμελιώδεις ελευθερίες του πολιτικού και στρατιωτικού προσωπικού χρειάζεται προσοχή ώστε να τηρούνται πλήρως. Προσοχή πρέπει επίσης να δοθεί στην κοινωνική διάσταση του προσωπικού που συμμετέχει στον τομέα της άμυνας, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι και των κοινών προτύπων για τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας στις διάφορες αποστολές. Κοινή κατάρτιση και εκπαίδευση θα πρέπει επίσης να επιδιωχθεί, η οποία θα μπορούσε τελικά να οδηγήσει στη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής Στρατιωτικής Ακαδημίας.
Σε περίληψη το έγγραφο προβληματισμού σχετικά με το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας θέτει τους τρεις παρακάτω παράγοντες για το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας:
Α. Παράγοντας Ασφάλειας και Αμυντικής Συνεργασίας
Οι χώρες της ΕΕ θα εξακολουθούν να αποφασίζουν σχετικά με την ανάγκη για την ασφάλεια και την άμυνα της συνεργασίας σε βάση εθελοντική και για κάθε περίπτωση ξεχωριστά, ενώ η ΕΕ θα συνεχίσει να συμπληρώνει τις εθνικές προσπάθειες. Η αμυντική συνεργασία θα ενισχυθεί, αλλά η συμμετοχή της ΕΕ στις πιο απαιτητικές επιχειρήσεις θα παραμείνει περιορισμένη. Το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας θα βοηθήσει στην ανάπτυξη κάποιων νέων κοινών δυνατοτήτων, αλλά οι χώρες της ΕΕ θα εξακολουθούν να έχουν τον πρώτο λόγο στο μεγαλύτερο μέρος της ανάπτυξης και προμήθειας αμυντικών δυνατοτήτων. Η συνεργασία ΕΕ / ΝΑΤΟ θα διατηρηθεί στη σημερινή μορφή και δομή.
Β. Παράγοντας Διανομής Ασφάλειας και Άμυνας
Κάτω από αυτόν τον πολύ φιλόδοξο παράγοντα οι χώρες της ΕΕ θα συγκεντρώσουν από κοινού ορισμένα οικονομικά και λειτουργικά περιουσιακά στοιχεία για να αυξήσουν την αλληλεγγύη στην άμυνα. Η ΕΕ θα προσπαθήσει να αποκτήσει πιο ενεργό ρόλο στην προστασία της Ευρώπης τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της. Θα αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο σε τομείς όπως στον κυβερνοχώρο, την προστασία των συνόρων, την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την ενίσχυση της άμυνας και της ασφάλειας στη διάσταση των εσωτερικών πολιτικών της ΕΕ όπως η ενέργεια, η υγεία, και τελωνειακές διασυνδέσεις. Αυτό θα πρέπει να συνδυαστεί με την πολιτική βούληση, καθώς και τη λήψη αποφάσεων για ένα ταχέως μεταβαλλόμενο πλαίσιο. Η ΕΕ και το ΝΑΤΟ θα αυξήσει επίσης την αμοιβαία συνεργασία και το συντονισμό σε ένα πλήρες φάσμα θεμάτων.
Γ. Παράγοντας Κοινής Άμυνας και Ασφάλειας
Το πιο φιλόδοξο σενάριο προβλέπει την προοδευτική διαμόρφωση μιας κοινής αμυντικής πολιτικής της Ένωσης, οδηγώντας σε κοινή άμυνα με βάση το άρθρο 42 της Συνθήκης της ΕΕ, η οποία επιτρέπει σε μια ομάδα από κράτη μέλη, με κοινό συμφέρον, να προβάλλουν ευρωπαϊκή άμυνα σε επόμενο επίπεδο. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, οι χώρες της ΕΕ θα αναλάβουν μεγαλύτερες δεσμεύσεις για την ασφάλεια των άλλων, καθιστώντας την προστασία της Ευρώπης κοινή ευθύνη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Η ΕΕ θα είναι σε θέση να διευθύνει τις επιχειρήσεις ασφάλειας και άμυνας, υποστηριζόμενη από ένα ορισμένο επίπεδο ολοκλήρωσης των ενόπλων δυνάμεων των κρατών μελών. Η ΕΕ θα υποστηρίξει τα κοινά προγράμματα άμυνα με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας, καθώς και θα δημιουργήσει ένα ειδικό Ευρωπαϊκό Οργανισμό Έρευνας Άμυνας. Αυτό θα ενισχύσει επίσης τη δημιουργία μιας πραγματικής αμυντικής ευρωπαϊκής αγοράς, και θα είναι σε θέση να προστατεύσει βασικές στρατηγικές δραστηριότητες της από εξωτερικές εξαγορές.
Οι παραπάνω παράγοντες δεν αποκλείουν, αλλά απεικονίζουν τρία διαφορετικά επίπεδα φιλοδοξίας όσον αφορά την αλληλεγγύη. Η ενίσχυση της ευρωπαϊκής ασφάλειας μπορεί να παρουσιαστεί όπως ο μούστος. Οι χώρες της ΕΕ είναι στη θέση του οινοπαραγωγού, που καθορίζει το επίπεδο φιλοδοξίας με την υποστήριξη των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Κοιτώντας προς το μέλλον, θα πρέπει να αποφασίσει τώρα τη διαδρομή που θέλουμε να πάρουμε και την ταχύτητα που θέλουμε να πάνε στην προστασία των πολιτών της Ευρώπης.
*O Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υπονάυαρχος ε.α. ΠΝ.