(Φωτ.: Η υποτονικότητα φθάνει ακόμα και σήμερα στα όρια της… απάθειας! Θριαμβολογούμε για το ότι ο Αλβανός πρωθυπουργός, κ. Rama, αφού «μας έκανε τη χάρη» να συναντηθεί με τον Έλληνα ΥΠΕΞ, Κ. Κοτζιά, κατά την επίσκεψη του εκεί (κάτι που επιτάσσει το διπλωματικό πρωτόκολλο), δεν… έθεσε το θέμα κατά τη διάρκεια της συνάντησης τους.)
Του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου
Το ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική της Χώρας, με εξαίρεση κάποια μικρά λαμπρά διαλείμματα, διαχρονικά χωλαίνει δεν χρειάζεται να το… φωνάξει κάποιος! Αυτό αποδεικνύεται από αυτή καθαυτή την πορεία όσων ζητημάτων ονομάζουμε εθνικά, από τη θέση την οποία καταλαμβάνουμε ως Χώρα στη διεθνή σκηνή, αλλά και κάποια άλλα στοιχεία, όπως π.χ. ακόμα και μία μικρή γειτονική μας χώρα, η Αλβανία, εγείρει συνεχώς θέματα σε βάρος μας, όπως έκανε πρόσφατα με το λεγόμενο «ζήτημα των Τσάμηδων».
Μήπως είμαι υπερβολικός λέγοντας… «χωλαίνει»; Οι μεταπολιτευτικές πολιτικές παθογένειες τις οποίες διαισθητικά αντιλαμβανόμασταν αλλά αρνιόμασταν να τις παραδεχθούμε και που αποκαλύφθηκαν με τη συστημική και όχι μόνο η οικονομική μας χρεοκοπία δεν ήταν δυνατόν να μην επηρεάσουν και το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Η έλλειψη μακροχρόνιας συγκροτημένης στρατηγικής για την υλοποίηση εθνικών αντικειμενικών σκοπών και της προώθησης των εθνικών μας συμφερόντων (Ποια κυβέρνηση άραγε τα ονομάτισε; Τα έχετε διαβάσει σε κάποιο θεσμικό κείμενο;) και οι κατά περίπτωση τακτικισμοί το μόνο που επετύγχαναν ήταν να βάλουν «τα σκουπίδια κάτω από το χαλί» και κάποια στιγμή αυτά να γίνονταν… βουνό και να… σκουντουφλήσουμε! Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με κατά περίπτωση ιδεοληψίες και μικροπολιτικά συμφέροντα δημιούργησαν και συνεχίζουν ακόμα περισσότερο και σήμερα να δημιουργούν σοβαρά διπλωματικά κενά, με αποτέλεσμα να μειώνεται επικίνδυνα ο γεωπολιτικός μας ορίζοντας και να μην είναι υπολογίσιμη η θέση μας στο διεθνές γίγνεσθαι.
Η υποτονικότητα φθάνει ακόμα και σήμερα στα όρια της… απάθειας! Μήπως πετύχαμε κάτι με το να λέμε για δεκαετίες ότι για εμάς τους Έλληνες δεν υπάρχει θέμα «Μακεδονικό», αντί στη γέννηση του να προηγηθούμε των εξελίξεων ώστε να έχουμε εμείς την πρωτοβουλία για να αποφύγουμε τη σοβαρή εθνική ζημιά; Μήπως αυτό δεν κάνουμε και σήμερα με το να λέει το ΥΠΕΞ ότι για την Ελλάδα δεν υφίσταται «θέμα Τσάμηδων», αντί με έξυπνο και ενεργητικό τρόπο να εξουδετερωθεί το θέμα πριν την ευρεία διεθνοποίηση του από τα Τίρανα, οπότε θέλοντας και μη θα είμαστε «αμυνόμενοι» στερούμενοι της πρωτοβουλίας κινήσεων; Αντί αυτού όμως, θριαμβολογούμε για το ότι ο Αλβανός πρωθυπουργός, κ. Rama, αφού «μας έκανε τη χάρη» να συναντηθεί με τον Έλληνα ΥΠΕΞ κατά την επίσκεψη του εκεί (κάτι που επιτάσσει το διπλωματικό πρωτόκολλο), δεν… έθεσε το θέμα κατά τη διάρκεια της συνάντησης τους.
Θα μου πείτε βέβαια για ποια εξωτερική πολιτική και ποια στρατηγική συζητάμε γενικότερα, όταν από το 2008 μέχρι σήμερα έχουμε οκτώ διαφορετικούς υπουργούς Εξωτερικών έξι διαφορετικών κυβερνήσεων! Ποια μακροπρόθεσμη συνεκτική στρατηγική και ποιες πολιτικές οδηγίες; Όταν υπουργός μπέρδευε συνειδητά τις δημόσιες σχέσεις (public relations) με τη δημόσια διπλωματία (public diplomacy), όταν κάποιος άλλος θεώρησε τα καθήκοντα του ως part time υποχρέωση μιας και το κύριο μέλημα του είναι η ανάταξη του καταρρέοντος κόμματος του, όταν σήμερα χαράσσουμε εξωτερική πολιτική με όρους παραδόσεων σε πανεπιστημιακό αμφιθέατρο! Ευτυχώς οι άριστοι στην πλειονότητα τους διπλωμάτες μας με την επάρκεια και τις άοκνες προσπάθειες τους αμβλύνουν κατά το δυνατόν την αναποτελεσματικότητα των πολιτικών τους προϊσταμένων.
Εστιάζοντας στο σήμερα και στις ελληνοαλβανικές σχέσεις, θα επαναλάβω τον επιτυχή χαρακτηρισμό του χθεσινού σχετικού άρθρου του Γιάννη Σιδέρη στο liberal.gr ότι αυτές είναι ετεροβαρείς. Το «κατορθώσαμε» και αυτό με μία χώρα η οποία οικονομικά εξαρτάται από τους πάνω από 700.000 πολίτες της πουν ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, το «κατορθώσαμε» και αυτό όταν η Αλβανία είχε μέχρι σήμερα την αμέριστη ελληνική υποστήριξη για την ένταξη της στις ευρώ-ατλαντικές δομές, όταν έχουν γίνει τόσα πολλά έργα υποδομής, περισσότερα και ποιοτικά ανώτερα μάλιστα από αυτά που έκανε η… καθοδηγήτρια της Τουρκία.
Τέλος, το σημαντικό ερώτημα που προκύπτει μετά τα όσα ανακοινώθηκαν περί… οδικού χάρτη είναι γιατί συμπεριλήφθηκε το θέμα της ελληνικής εθνικής μειονότητας στην Αλβανία και συνδέθηκε με την πλήρη άρση του εμπολέμου, όταν τα μειονοτικά θέματα ρυθμίζονται στο σύνολο του από τις υφιστάμενες διεθνείς συνθήκες και τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Ρωτήθηκαν άραγε οι διπλωμάτες για το θέμα αυτό και εάν ναι, ποιες ήταν οι εισηγήσεις τους!
Έστω και αν οι κόκκινες γραμμές της ελληνικής πλευράς γίνονται «ροζ ξέφτια», με την αυτοκριτική και την αποδοχή των εισηγήσεων των έμπειρων διπλωματών μας μπορούμε με νηφάλιο τρόπο και τη βέλτιστη χρησιμοποίηση όλων των διαθεσίμων εθνικών μέσων, με ενόραση και με μία δυναμική πολιτική πρωτοβουλιών να αποφύγουμε δυσάρεστες καταστάσεις σε διεθνές επίπεδο και στο θέμα που φαίνεται ότι αναδεικνύει πλέον και επίσημα η αλβανική πλευρά. Είναι, εκτός των άλλων, θέμα διεθνούς κύρους της Χώρας, αλλά και υπερηφάνειας και αξιοπρέπειας των ίδιων των Ελλήνων.