Του Δημήτρη Τσαϊλά*
Τη στρατηγική της Ελλάδας στον πιθανολογούμενο μελλοντικό πόλεμο με την Τουρκία, πρέπει να τη χτίσουμε γύρω από δύο σενάρια: ένα κατά το οποίο η Ελλάδα θα νικηθεί επειδή δεν προετοιμάστηκε για το μελλοντικό πόλεμο, και ένα άλλο στο οποίο κυριαρχεί ο Ελληνισμός επειδή προετοιμάστηκε. Πιστεύω στο δεύτερο σενάριο και στην εκπόνηση μιας εθνικής στρατηγικής για το μέλλον του πολέμου στον ελλαδικό χώρο (και της ανάπτυξης της στρατηγικής αντίληψης) που θα πείσει την Τουρκία ότι σε καμία απολύτως περίπτωση θα ωφεληθεί αυτού του πολέμου ώστε να μην το φανταστεί. Αλλιώς η απειλή ενός τέτοιου πολέμου θα αναγκάσει τον Ελληνισμό να αποδεχθεί απαράδεκτους συμβιβασμούς είτε στην κυριαρχία είτε στην ασφάλεια του.
Αυτός ο μελλοντικός πόλεμος θα πρέπει να δει τον αντίπαλο με μια οπτική, που θα προσπαθήσει να καταστρέψει την ικανότητα του Ελληνισμού (Ελλάδα-Κύπρος), τόσο για να προστατεύσει τους ανθρώπους και τις ατομικές περιουσίες τους, όσο και για να καταφέρει να εξουσιάσει με την επιρροή ως περιφερειακή δύναμη. Έτσι αυτός ο μελλοντικός πόλεμος θα πρέπει να αποτελέσει μέρος μιας υψηλής στρατηγικής, ασύμμετρων και υβριδικών απειλών από τους εχθρούς για να αντισταθμιστεί η ισχύς των ημετέρων δυνάμεων.
Οι επιθέσεις στην κοινωνία του Ελληνισμού έχουν γίνει ήδη, καθημερινότητα, με σκοπό να κρατήσουν τον Ελληνισμό στρατηγικά, πολιτικά και στρατιωτικά εκτός ισορροπίας. Οι παραδοσιακές στρατιωτικές πλατφόρμες, οπλικά συστήματα, τεχνολογίες και στρατηγικές, θα δούμε να συνδέονται με νέες και επιταχυνόμενες τεχνολογίες όπως η ρομποτική, η τεχνητή νοημοσύνη και πέραν αυτής, θα χρησιμοποιηθούν σε μια προσπάθεια γρήγορης επίτευξης αποφασιστικών στρατηγικών στόχων.
Ναυτική Ισχύς και η έννοια της ασφάλειας του Ελληνισμού
Μετά από χρόνιους στροβιλισμούς και αντιφατικές γνώμες, στα περί της εθνικής ασφαλείας, η Ελλάδα τελικά αποφάσισε να υιοθετήσει τη λύση της πρόσκτησης σύγχρονων φρεγατών και της άμεσης ένταξης τους στο στόλο ως κύριες μονάδες κρούσεως, ενώ ταυτόχρονα γίνονται συζητήσεις για εκσυγχρονισμό των υφισταμένων στο εγγύς μέλλον. Οι νέες φρεγάτες με τις αυξημένες δυνατότητες, δίδουν μια αξιόλογη ώθηση στην επιχειρησιακή κατάσταση στο Πολεμικό Ναυτικό. Και αναφέρομαι σε ώθηση προς τα εμπρός, καθώς αναμένεται οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις να αντιμετωπίσουν δύσκολες προκλήσεις, όπως προαναφέραμε, στο μελλοντικό περιφερειακό πεδίο μάχης, τόσο στο Αιγαίο όσο και στη Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένων τόσο των "νέων" στρατιωτικών συγκρούσεων με υβριδικούς και "αόρατους" εχθρούς που έχουν προσαρμοστεί στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και στις επαναστατικές τεχνολογίες που διαθέτουν οι προηγμένοι στρατοί που κατάφεραν να αλλάξουν την προσέγγιση της χρήσης της βίας σε στρατιωτικές συγκρούσεις.
Από την απόφαση αυτή, εκτιμάται εφόσον υλοποιηθεί, ότι στην περιοχή θα υπάρξει επαναφορά της ισορροπίας δυνάμεων, στην συσσώρευση ισχύος του γνώριμου μας αντιπάλου εξ ανατολών, και κατά συνέπεια ενίσχυση της έννοιας της ασφάλειας του Ελληνισμού. Οι φρεγάτες είναι ένα σκάφος με καινοτόμες και προηγμένες δυνατότητες, όπως ένα υψηλό επίπεδο ανεξάρτητης άμυνας, που το επιτρέπουν να επιχειρεί σε ανοικτές θάλασσες, με συστήματα και αισθητήρες υψηλής ποιότητας που παρέχουν στα πληρώματα έναν αμυντικό και προειδοποιητικό χώρο γύρω το σκάφος που μπορεί να προειδοποιεί για απειλές.
Διαδικασία σχεδιασμού δυνάμεων
Η διαδικασία προμηθειών οπλικών συστημάτων και πλατφορμών έχει μεγάλη σημασία για την εθνική ασφάλεια. Στην περίπτωση της Ελλάδος, η διαδικασία είναι εκτεταμένη και ιδιαίτερα περίπλοκη, επειδή η Ελλάδα στερείται στρατηγικού βάθους. Επομένως, οι υπεύθυνοι για τη λήψη αποφάσεων πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη σημασία στην αρχή της συγκέντρωσης δυνάμεων που θα αποτελέσει τη βέλτιστη λύση για μια σειρά προκλήσεων στα διάφορα μέτωπα. Οι πόροι είναι περιορισμένοι και βασίζονται στους υπολογιζόμενους κινδύνους, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις (ΕΕΔ) πρέπει να λάβουν αποφάσεις και να δημιουργήσουν μια δομή δυνάμεων με συγκεκριμένο εξοπλισμό και προτεραιότητα.
Για παράδειγμα, η πρόσκτηση και ο εκσυγχρονισμός των φρεγατών, εφόσον υλοποιηθούν, είναι πιθανό να προσφέρουν μαζί με τα σύγχρονα ταχέα περιπολικά κατευθυνόμενων βλημάτων τύπου Super Vita class 7 (κλάσης Ρουσσέν) και τα υποβρύχια τύπου 214 (κλάσης Παπανικολής), καλύτερη άμυνα στο νησιωτικό χώρο του Αιγαίου, αλλά ταυτόχρονα να βελτιώσει τις ικανότητες επίθεσης του Πολεμικού Ναυτικού στο χώρο της Μεσογείου. Με άλλα λόγια, το συνολικό άθροισμα από αυτή την υλοποίηση είναι το σημαντικό.
Συμπεράσματα
Μια στρατηγική αντίληψη για το μέλλον του πολέμου στην Ελλάδα πρέπει να εγκαινιαστεί για να δημιουργήσει γρήγορα έναν αξιόπιστο αποτρεπτικό και αμυντικό εξοπλισμό στο μέλλον και να σφυρηλατήσει την έξυπνη χρήση της σκληρής ισχύος με την έξυπνη χρήση τεχνολογιών και την επιρροή σε όλο το φάσμα των συγκρούσεων.
Οι πολεμικές επιχειρήσεις θα χρειαστούν νέες τακτικές στη σχεδίασή μας για να κατανοήσουμε πότε θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια επίθεση και να δημιουργήσουμε μια ταχεία δράση, υπεράσπιση του κυβερνοχώρου, υβριδική άμυνα και αντιμετώπιση, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της κοινωνίας για την αντιμετώπιση της επίθεσης.
Η Ελλάδα πρέπει να είναι ικανή και πρόθυμη να ανταποκριθεί στην πρόκληση της ισχύος από την Τουρκία. Ο Ελληνισμός βρίσκεται πίσω από τη μελλοντική πολεμική καμπύλη του εικοστού πρώτου αιώνα και η προσαρμογή πρέπει να βοηθήσει τις Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις να σχεδιάσουν μια νέα δομή δυνάμεως.
Βασικό μήνυμα αντί επιλόγου
Το κεντρικό μήνυμα αυτής της αναλύσεως είναι λοιπόν το εξής: Η Ελλάδα χρειάζεται μια νέα Εθνική Στρατηγική για την έννοια του μελλοντικού πολέμου, εάν ο Ελληνισμός θέλει να διατηρήσει μια αξιόπιστη αποτροπή και υπεράσπιση στο μέλλον. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα θα πρέπει να έχει μια πολύ πιο ολιστική αντίληψη της σχέσης μεταξύ προστασίας των πολιτών και προβολής της ισχύος και της επιρροής της, σε όλους τους οργανισμούς και συμμαχίες. Οι αναδυόμενες τεχνολογίες με ευρείες στρατιωτικές εφαρμογές, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και οι αλγόριθμοι οδήγησης συστημάτων που δημιουργούνται, πρέπει να μας καθιστούν όλο και πιο ανήσυχους με εγρήγορση των αντανακλαστικών μας.
* Ο κ. Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υποναύαρχος ε.α., ΠΝ.