Γράφει ο Δρ. Σπυρίδων Πλακούδας*
Το Εμιράτο του Κατάρ, νάνος ως προς την έκταση αλλά Μίδας ως προς τους φυσικούς πόρους, προ ετών παρουσιάστηκε ως διάττων αστέρας στο ουράνιο στερέωμα. Χάρη στην «μαλακή ισχύ» του δικτύου Al Jazeera, το εμιράτο υποστήριξε ενεργά (εάν δεν υποκίνησε ενίοτε) τις ειρηνικές λαϊκές επαναστάσεις στην Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική – ιδίως στην Τυνησία, Αίγυπτο και Λιβύη (στην τελευταία περίπτωση, μάλιστα, εγγυήθηκε την επιτυχία της εκστρατεύοντας υπό την αιγίδα των ΗΠΑ εναντίον του Καντάφι).
Ως ο «πνευματικός ανάδοχος» της Αραβικής Άνοιξης, η δυναστεία των Αλ Θάνι προέκρινε στις παραπάνω χώρες το «πνευματικά τέκνο» της – την Μουσουλμανική Αδελφότητα. Το έτος 2012 το εμιράτο άγγιξε τον κολοφώνα της ισχύος του. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα κατέλαβε την «αρχή» (δια της κάλπης) σε Λιβύη, Αίγυπτο και Τυνησία και κυριάρχησε επί της (ένοπλης και μη) αντιπολίτευσης σε Συρία, Ιορδανία και τις μοναρχίες του Περσικού Κόλπου.
Συν τις άλλοις, το εμιράτο ανέλαβε μια διεθνή διαμεσολαβητική αποστολή παρά το μικρό μέγεθός του. Το εμιράτο άνοιξε ένα προξενείο των Ταλιμπάν στο πλαίσιο των ειρηνευτικών συνομιλιών με τις ΗΠΑ το 2013, προσκάλεσε τους ηγέτες του Σουδάν και του Νταρφούρ το 2011 για την υπογραφή της Ειρήνης της Ντόχα και διευκόλυνε τις επαφές μεταξύ Ιράν και της Ομάδας 5+1 για την συνομολόγηση της Συμφωνίας της Λωζάννης το 2013.
Ενώπιον της «Θουκυδίδειας Παγίδας»,[1] ο Οίκος των Σαούντ, ο έτερος διεκδικητής των πρωτείων του Σουνιτικού Ισλάμ, αντέδρασε με μια ολομέτωπη εκστρατεία εναντίον των Αδελφών Μουσουλμάνων ανά την Μέση Ανατολή ως ηγέτης ενός περιφερειακού Σουνιτικού συνασπισμού (με μέλη από το Μαρόκο ως το Πακιστάν και τις Μαλβίδες). Το 2013 ο εν λόγω συνασπισμός υποστήριξε το αιματηρό στρατιωτικό πραξικόπημα εναντίον των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο και προκάλεσε έτσι ένα «φαινόμενο ντόμινο». Στην Τυνησία οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι παρέδωσαν την «αρχή» σε μια κοσμική κυβέρνηση, στην Ιορδανία παρήκμασαν, στη Συρία περιθωριοποιήθηκαν από ισλαμιστές και τζιχαντιστές, στη Λιβύη περιορίστηκαν στην κατοχή της πρωτεύουσας και της δυτικής χώρας ενώ στις μοναρχίες του Περσικού Κόλπου υπέστησαν απηνείς διώξεις.
Τον Σεπτέμβριο του 2014, το Κατάρ απομονώθηκε περιφερειακά όταν οι χώρες του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (GCC) απέσυραν τους πρεσβευτές τους από την Ντόχα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη συνεχή στήριξη της Ντόχα προς τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Ύστερα από εννέα μήνες, όμως, ο Οίκος Αλ Θάνι ανέκρουσε πρύμνα. Το 2015, το Κατάρ προστέθηκε στον διεθνή συνασπισμό υπό την αιγίδα των ΗΠΑ εναντίον του ΙΣΙΣ και συναίνεσε στη δημιουργία του «Στρατού της Κατάκτησης» στη βόρεια Συρία ύστερα από τη συνένωση τζιχαντιστών και ισλαμιστών. Εν τω μεταξύ, βέβαια, παραιτήθηκε του θρόνου ο εμίρης υπέρ του υιού του το 2014 εν μέσω ενός, σύμφωνα με αρκετούς επαϊοντες, αναίμακτου πραξικοπήματος με τις ευλογίες του προέδρου Ομπάμα.
Ο «Δεύτερος Γύρος»
Παρά ταύτα, οι διαφορές μεταξύ των Οίκων των Σαούντ και Αλ Θάνι παρέμειναν αγεφύρωτες. Το Al Jazeera συνέχισε ακάθεκτα τα επικριτικά δημοσιεύματα εναντίον των μοναρχιών του Περσικού Κόλπου, ενώ το εμιράτο παρέκκλινε της πεσυμφωνηθείσης πορείας σε ανοιχτά μέτωπα. Το Κατάρ υποστήριξε την «κυβέρνηση της Τρίπολης» έναντι της διεθνώς αναγνωρισμένης εξόριστης «κυβέρνησης του Τομπρούκ» στη Λιβύη, υπέθαλψε τον Μεσάλ (ηγέτης της Χαμάς) και τον Αλ Καράνταγι (εξοστρακισμένος κληρικός της Σαουδικής Αραβίας) και υποστήριξε τη συνένωση του παρακλαδιού της Αλ Κάιντα στη Συρία με 4 τζιχαντιστικές οργανώσεις για την δημιουργία της «Επιτροπής Απελευθέρωσης της Λεβαντίνης».
Οι εν λόγω πρωτοβουλίες συνεπικουρήθηκαν από την Τουρκία του Ερντογάν, του έτερου υποστηρικτή των Αδελφών Μουσουλμάνων απανταχού στην Μέση Ανατολή. Συν τις άλλοις, το Κατάρ εχρίσθη ανάδοχος (από κοινού με την Χεζμπολλάχ) του «Σχεδίου των Τεσσάρων Πόλεων» στη Συρία (ήτοι, εκεχειρίες σε 4 πόλεις υπό αποκλεισμό) ενώ ουδέποτε διέκοψε τις προσοδοφόρες οικονομικές σχέσεις με την Τεχεράνη – όπως πιστοποιεί άλλωστε η συνδιαχείριση του κολοσσιαίου κοιτάσματος φυσικού αερίου στη θαλάσσια ζώνη μεταξύ των δύο χωρών.
Γιατί, όμως, εξερράγη τώρα η διπλωματική κρίση μεταξύ του εμιράτου και των πρώην συμμάχων του – ελάχιστες ημέρες, μάλιστα, μετά την επίσκεψη του προέδρου των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή; Σύμφωνα με νεότερες πληροφορίες, οι πρόσφατες υπόγειες συναλλαγές μεταξύ του Κατάρ και του Ιράν, αφ' ενός, και της Αλ Κάιντα στη Συρία, αφ' ετέρου, ήταν οι σταγόνες που υπερχείλισαν το ποτήρι. Η σύλληψη των κυνηγών γερακιών του Οίκου των Αλ Θάνι στο νότιο Ιράκ από την Κιταϊμπ Χεζμπολλάχ αλλά και των μαχητών Επιτροπής Απελευθέρωσης της Λεβαντίνης από την Αλ Κάιντα στη Συρία υποχρέωσε το Κατάρ να πληρώσει λύτρα 700 εκατομμυρίων δολαρίων στο Ιράν και 300 εκατομμυρίων δολαρίων στην Αλ Κάιντα.
Οι κατηγορίες που εξαπέλυσε οι Οίκος των Σαούντ πως το Κατάρ ενισχύει το ΙΣΙΣ στη Συρία και τους Χούθι στην Υεμένη δεν ευσταθούν. Το εμιράτο, άλλωστε, συμμετέχει ενεργά στους συνασπισμούς (το διεθνή υπό την αιγίδα των ΗΠΑ και τον περιφερειακό υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας) κατά των ανωτέρω κρατικών δρώντων. Στο Κατάρ, συν τις άλλοις, εδρεύει η CENTOM και το αρχηγείο για τη διεθνή εκστρατεία εναντίον του ΙΣΙΣ.
Η επίσκεψη του προέδρου Τραμπ αποτέλεσε τον καταλύτη για την εκδήλωση της κρίσης. Ο Οίκος των Σαούντ απέσπασε το πολυπόθητο «πράσινο φως» ώστε να εξαπολύσει την ολομέτωπη επίθεση κατά του Κατάρ με δέλεαρ κολοσσιαία εξοπλιστικά συμβόλαια. Όπως αυτάρεσκα δήλωσε μέσω Twitter ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου, η εν λόγω κρίση αποδεικνύει πως αποδίδουν ήδη τους πρώτους καρπούς οι «πιέσεις» του προς τους συμμάχους των ΗΠΑ για την ανάληψη ενεργού δράσης κατά της τρομοκρατίας των τζιχαντιστών. Πρέπει να σημειωθεί, βέβαια, πως ακριβώς το αντίθετο συνέβη.
Ο πρίγκιπας διάδοχος του Άμπου Ντάμπι, Μοχάμαντ Μπιν Ζάγιεντ, και ο αναπληρωτής πρίγκιπας διάδοχος και (νεότερος ανά την υφήλιο) υπουργός άμυνας της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμαντ Μπιν Σαλμάν, πρωτοστατούν στη νέα σκληρή γραμμή εναντίον της Ντόχα έχοντας πείσει τον Τραμπ περί της αναγκαιότητας αυτής. Σταδιακά, εν ολίγοις, αποκρυσταλλώνονται οι προτεραιότητες της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στην Μέση Ανατολή: α) ήττα του ΙΣΙΣ και της Αλ Κάιντα στη Συρία και την Υεμένη παντί τρόπω, β) στήριξη των φιλικών καθεστώτων παρά το βεβαρυμένο «ποινικό μητρώο» τους, γ) ανάθεση σε «υποκατασκευαστές – συμμάχους» των ΗΠΑ «εργολαβιών» (π.χ. εναντίον Ιράν ή ΙΣΙΣ).
Το Άγχος του Ταγίπ
Οι επιπτώσεις της δεν θα αργήσουν να διαφανούν και θα αφορούν όχι μόνο το Κατάρ. Ήδη το Ομάν απόσχει επιδεικτικά και το Κουβέιτ έχει αναλάβει πυροσβεστικό ρόλο ως μεσάζων μεταξύ του Οίκου των Σαούντ και του Οίκου Αλ Θάνι, ενώ το Πακιστάν απέφυγε να εφαρμόσει κυρώσεις εναντίον του Κατάρ. Η Τουρκία ήταν, όμως, η χώρα που επιχείρησε δραστήρια να εκτονώσει την κρίση· προς τούτο μάλιστα, ο Ερντογάν επικοινώνησε με 9 ομόλογούς – με πενιχρά αποτελέσματα. Προς τι τέτοια βιασύνη όμως; Mα φυσικά επειδή το Κατάρ αποτελεί τον πολυτιμότερο, τον μοναδικό ενδεχομένως πραγματικό, σύμμαχο του Ερντογάν στην Μέση Ανατολή. Ενώνονται από τις ίδιες απόψεις περί Αδελφών Μουσουλμάνων και τις ίδιες «αμαρτίες» (π.χ. υποστήριξη της Αλ Κάιντα στη Συρία) ενώ η αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο έχει αγγίζει νέα ύψη: το Κατάρ αποτελεί τον σημαντικότερο προμηθευτή ισλαμικού «μαύρου χρήματος» στην Τουρκία και, παρομοίως, η Άγκυρα αναδείχθηκε στον υπ' αριθμόν 1 εργολάβο και τον υπ' αριθμόν 2 προμηθευτή όπλων της Ντόχα. Προ ολίγων ημερών, μάλιστα, άνοιξε τις πύλες της η στρατιωτική βάση της Τουρκίας στο Κατάρ – μια περαιτέρω εμβάθυνση της αλληλεξάρτησης των δύο χωρών.
Ο Ερντογάν, ως εκ τούτου, δικαίως ανησυχεί για την κρίση στο Κατάρ. Όχι μόνον επειδή η Τουρκία θα απωλέσει τον κύριο «μυστικό» χρηματοδότη της αλλά και πελάτη όπλων και έργων. Αλλά επειδή η εν λόγω κρίση αποδεικνύει την χαμηλή θέση στον νέο καταμερισμό ισχύος και επιρροής στην περιοχή. Οι ΗΠΑ ξεκάθαρα προτιμούν τη Σαουδική Αραβία, το Ισραήλ, την Αίγυπτο και τα ΗΑΕ ως συμμάχους και «εντολοδόχους» στην περιοχή παρά την απρόβλεπτη και «εν πολλές αμαρτίες περιπεσούσα» Τουρκία. Ως εκ τούτου, οι εξελίξεις σε θέματα άμεσου ενδιαφέροντος της Τουρκίας (Συρία, Ιράκ και Κουρδικό) κάθε άλλο παρά θετικές προμηνύονται καθώς δεν υπάρχουν ευήκοα ώτα στον Λευκό Οίκο.
*O Δρ Σπυρίδων Πλακούδας είναι Επίκουρος Καθηγητής Στρατηγικής και Διεθνών Σχέσεων στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο των Εμιράτων και Συνεργάτης του ΚΕΔΙΣΑ (Academia, Research Gate)
[1] Η «Θουκυδίδεια Παγίδα» αναφέρεται στο δίλημμα «πόλεμος ή ειρήνη» που αντιμετωπίζει μια καθιερωμένη δύναμη (π.χ. Σπάρτη) λόγω της αυξανόμενης ισχύος μιας ανερχόμενης δύναμης (π.χ. Αθήνα). Για περισσότερες πληροφορίες, Σπυρίδων Πλακούδας: «Νέες Απειλές Ασφαλείας – Υβριδικός Πόλεμος», Καθημερινή, 4/12/2016.