Η αμηχανία της ευρωπαϊκής στρατηγικής και η ελληνική ασφάλεια

Η αμηχανία της ευρωπαϊκής στρατηγικής και η ελληνική ασφάλεια

(Φωτ.: Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Barack Obama, συνομιλεί με τη Γερμανίδα Καγκελάριο, Angela Merkel, στα πλαίσια του G-7 στις 08/06/2015 στο ξενοδοχείο Schloss Elmau στην περιοχή Γκάρμις-Παρτενκίρχεν της Νότιας Γερμανίας. Στην ουσία, σήμερα οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί διαπραγματεύονται ποιος θα πρέπει να είναι υπεύθυνος για την άμυνα και ασφάλεια στην Ευρώπη, σε μια εποχή έλλειψης στρατηγικών.)

Του Δημήτρη Τσαϊλά*

Η απάντηση στο αν υπάρχει ένα διατλαντικό σχίσμα μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής είναι περίπλοκη και ανησυχητική. Ιδιαιτέρα τώρα που η Ρωσία αναδύεται ως ένας ισχυρός περιφερικός αντίπαλος στα ανατολικά της Ε.Ε.  Έτσι διαφαίνεται ότι το πραγματικό ζήτημα δεν είναι η κρίση στην Ουκρανία ή τη Μέση Ανατολή. Είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο ειδικά σε θέματα ασφάλειας.

Γεωπολιτική Επισκόπηση ανατολικά και νότια της Ευρώπης

Από όλα τα  γειτονικά κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βρίσκονται προς τα ανατολικά και νοτιοανατολικά, η Τουρκία και η Ουκρανία ξεχωρίζουν στον ενεστώτα χρόνο για την υψηλή στρατηγική τους σημασία. Και οι δύο χώρες είναι βασικοί δρώντες στην ευρύτερη αντιπαράθεση μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης, καθώς:

  • Η Τουρκία κρατά τα κλειδιά της Ευρώπης, τόσο στη διαχείριση της κρίσης των προσφύγων, όσο και στη Δυτική εμπλοκή στις εγγύς της Μέσης Ανατολής συγκρούσεις.
  • Η Ουκρανία είναι εξίσου σημαντική και πρωτοπόρος για τις εξελίξεις στο μετασοβιετικό χώρο, όπως η Τουρκία είναι για τον μουσουλμανικό κόσμο.
  • Αμφότερες οι  χώρες καταλαμβάνουν μια κρίσιμη γεωπολιτική θέση στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, την ανατολική πύλη και γέφυρα της Ευρώπης με τον Καύκασο, την Κεντρική Ασία και τη Μέση Ανατολή.

Η ευρωπαϊκή πολιτική προς αυτές τις δύο χώρες δεν έχει μέχρι τώρα επιδείξει μια σημαίνουσα στρατηγική θέση, αλλά μάλλον ακολουθεί τις εξελίξεις. Για πολλά χρόνια τώρα (σχεδόν μια δεκαετία), παρακολουθούνε αμήχανοι τη σύγκρουση μεταξύ των κρατικών δυνάμεων, που διοικούν σχεδόν απολυταρχικά, με τις δημοκρατικές κοινωνίες, τόσο στην Τουρκία, όσο και την Ουκρανία. Αυτή η μετατόπιση των κοινωνιών, που υπαγορεύεται από κοινωνικο-πολιτικούς λόγους και στις δύο χώρες, μέχρι σήμερα, δεν έχει εκτιμηθεί επαρκώς από τους δυτικούς παράγοντες, με αποτέλεσμα πολλές φορές να σύρονται οι Δυτικοί, σε αμφίβολες συμφωνίες  που βασίζονται στην αμοιβαία δυσπιστία και καχυποψία, αφού καμία πλευρά δεν πιστεύει ότι η άλλη θα υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της.

Τα σύνορα της Ελλάδος είναι και σύνορα της Ευρώπης;

Η κρίση σ' αυτές τις χώρες δεν μας δείχνει το μέλλον της πολιτικής και της ασφάλειας στην Ευρώπη. Ούτε αναδύει τις αντιρρήσεις των εταίρων, στους κανόνες των οργανισμών, την αρχιτεκτονική των συμμαχιών, καθώς και όλες τις άλλες αφηρημένες έννοιες που γεμίζουν σελίδες αναφορών στις Βρυξέλες. Είναι κάτι περισσότερο. Είναι σχετική με το ποιος είναι πρόθυμος να διαθέσει μια στρατιωτική δύναμη στη γραμμή του πυρός, για να υπερασπιστούν την Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη σήμερα και ίσως την Νοτιοανατολική αύριο. Με άλλα λόγια, η κρίση σε αυτές τις περιοχές είναι σχετική με τον ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών (ΝΑΤΟ) στην Ευρώπη. Είναι, κατά την άποψή μου, η απάντηση σε όσους υποστηρίζουν ότι «τα σύνορα της Ελλάδος είναι και σύνορα της Ευρώπης».

Στην ουσία, σήμερα οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί διαπραγματεύονται ποιος θα πρέπει να είναι υπεύθυνος για την άμυνα και ασφάλεια στην Ευρώπη, σε μια εποχή έλλειψης στρατηγικών. Αυτό απορρέει από τη σκέψη ότι ενώ η Ευρώπη δεν διαθέτει τον απαραίτητο και αξιόπιστο αμυντικό οργανισμό, και στην πραγματικότητα, αντί να φροντίσουν (οι Ευρωπαίοι ηγέτες) να αποκτήσουν μεγαλύτερη αυτονομία στην άμυνα και ασφάλεια, οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. εξακολουθούν να μεγιστοποιούν την εξάρτησή τους από τις αμυντικές δυνατότητες των ΗΠΑ (ΝΑΤΟ) με σταθερή μείωση των δικών μας δυνατοτήτων.

Αυτό συμβαίνει αφενός λόγω της οικονομικής δυσπραγίας και αφετέρου λόγω της «οξείας στρατηγικής δυσλεξίας». Οι Ευρωπαίοι φαίνεται να αγνοούμε τα δικά μας στρατηγικά διλήμματα. Από την άλλη μεριά, οι Ηνωμένες Πολιτείες εκτιμάται ότι αρχίζουν να μετατοπίζουν το γεωπολιτικό τους ενδιαφέρον προς τον Ειρηνικό, όπου η Κίνα, ένας άλλος τρομερός αντίπαλος τους, αναδύεται, και όπου το μέλλον του παγκόσμιου συσχετισμού δυνάμεων θα αποφασιστεί για τις επόμενες γενιές.

Η Δύση (πολύ σωστά κατά την άποψή μου) ήταν απρόθυμη να προχωρήσει σε πόλεμο στην Ουκρανία και στη Συρία. Με αυτόν τον τρόπο, οι δυτικοί ηγέτες κατέστησαν σαφές ότι δεν μπορούν να εγγυηθούν την ασφάλεια των Ουκρανών, ούτε να διαχειριστούν το μεταναστευτικό ρεύμα από την Τουρκία και ότι αυτές οι χώρες δεν είναι μέρος της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας. Μια στρατιωτική εμπλοκή των δυτικών θα ήταν καθαρή τρέλα. Το ίδιο βέβαια αναμένεται ότι  θα συμβεί σε δυνητική περίπτωση κρίσεως της Ελλάδας με την Τουρκία.

Συμπεράσματα

Πιστεύω ότι μας έγινε μάθημα για τις ημέτερες προστατευτικές πρακτικές για τα εθνικά μας συμφέροντα που πρέπει να είναι ο κοινός τόπος όλων των Ελλήνων, χωρίς κομματικές ιδεοληψίες και να θεωρούνται ζωτικής σημασίας για την εθνική μας ασφάλεια, χωρίς επίσης να αναθέτουμε αυτό το καθήκον σε εξωγενείς παράγοντες. Όμως για να επιτύχουμε τους στόχους της ποθητής ασφάλειας είναι απαραίτητοι οι εκσυγχρονισμοί και η ισχυροποίηση του αμυντικού εξοπλισμού μας.

Για την επίτευξη χαμηλών τιμών είναι απαραίτητο η πατρίδα μας να είναι πρόθυμη να προωθήσει μια περισσότερο ολοκληρωμένη εγχώρια σύγχρονη τεχνολογικά και καινοτόμο αμυντική βιομηχανία. Βραχυπρόθεσμα αλλά και μεσοπρόθεσμα αυτό θα είναι δύσκολο για την κυβέρνηση να το υλοποιήσει. Θα απαιτηθεί πολύ μεγάλο βάθος χρόνου, ωστόσο μια κυβερνητική οδηγία θα μπορούσε να συνδυαστεί με την επίδραση της μείωσης του αμυντικού προϋπολογισμού για να δημιουργηθεί η βάση για μια μετατόπιση από τις τρέχουσες πρακτικές προστατευτισμού.

Για να ολοκληρώσει ένας παράγων του συστήματος Εθνικής Άμυνας τη διαδικασία μιας συνεπούς στρατιωτικής στρατηγικής, ίσως το δυσκολότερο βήμα είναι να προσδιοριστούν οι δυνάμεις που απαιτούνται για να εφαρμοστεί αυτή η στρατηγική. Οι ενέργειες αυτές είναι οι δομικές πρακτικές και πρέπει να τις αντιμετωπίσουμε με σύνεση. Ειδικά τώρα που οι συνεχιζόμενες μεταναστευτικές ροές και προκλήσεις στον χώρο του Αιγαίου καθώς και οι φραστικοί λεονταρισμοί για τη νοτιανατολική Μεσόγειο από μέρους των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων εντείνονται ποιοτικά και ποσοτικά.

Για αυτούς τους λόγους ως επί το πλείστον, η συζήτηση πρέπει να είναι σχετική με τον τρόπο ισχυροποίησης της άμυνας μας, με προσοχή και σοβαρότητα σε ό,τι πρέπει να κάνουμε για να διατηρηθεί η ισχυρότερη δυνατή αποτρεπτική ισχύς στις καθημερινές προκλήσεις που είναι μπροστά μας.

* Ο κ. Δημήτρης Τσαϊλάς  είναι Υποναύαρχος ΠΝ ε.α.