Photo by Salih Mahmud Leyla/Anadolu Agency/Getty Images/Ideal Image
Του Ιπποκράτη Δασκαλάκη*
Η διαφαινόμενη πλήρης επικράτηση των κυβερνητικών δυνάμεων στη μακροχρόνια μάχη στο Aleppo αντανακλά τις νέες ισορροπίες των αντιμαχομένων αντιπάλων αλλά και των εξωτερικών «πατρόνων» τους. Η αναμενόμενη πτώση της βασανισμένης πόλης δεν σηματοδοτεί με τίποτα την επικράτηση της Δαμασκού επί των πολυκερματισμένων δυνάμεων της αντιπολίτευσης και των ισλαμιστικών οργανώσεων. Οπωσδήποτε αποτελεί σημαντική στρατιωτική επιτυχία του Assad με σημαντικότατες προεκτάσεις στο ψυχολογικό, διπλωματικό και πολιτικό τομέα.
Η συντριβή των αντικαθεστωτικών δυνάμεων, υπό τις παρούσες συνθήκες και παρά την εμπλοκή ιρανικών ενισχύσεων και σημαντικής ρωσικής υποστήριξης, είναι αδύνατη. Οι εξωτερικές ενισχύσεις και εμπλοκές έχουν περιορισμούς και πέραν ορισμένων ορίων θα προκαλέσουν την αντίστοιχη κλιμάκωση των αντιδράσεων των λοιπών ενδιαφερομένων, γεγονός που μάλλον δεν επιδιώκεται από καμία πλευρά, πλην ίσως των ακραίων τζιχαντιστικών στοιχείων. Με τη σημαία όμως του καθεστώτος να κυματίζει στο Aleppo, βελτιώνεται η διαπραγματευτική ικανότητα της Δαμασκού και αποδυναμώνονται οι πιέσεις για απομάκρυνση του καθεστώτος Assad. Οι επιλογές της Μόσχας φαίνονται να δικαιώνονται όπως και οι απώλειες των Ιρανών και γενικότερα των Σιιτών μαχητών στο πλευρό του Assad.
Εντύπωση όμως προκαλεί και η διαφαινόμενη αθόρυβη προσέγγιση Ρωσίας και Τουρκίας με γεφύρωση (προσωρινή;) των σημαντικών επιμέρους διαφορών για τις εξελίξεις στην περιοχή. Ενδεχομένως, ο Έρντογκαν έχοντας ορθά ιεραρχήσει την κουρδική απειλή ως το μέγιστο κίνδυνο για την Τουρκία, προθυμοποιήθηκε να υποχωρήσει από τις ακραίες θέσεις του για την τύχη του καθεστώτος Assad (δευτερεύον ζήτημα) και να βρει κοινό έδαφος συνεργασίας με τη Μόσχα. Μέχρι δε αυτού του σημείου και τα συμφέροντα ΗΠΑ και Δύσεως εξυπηρετήθηκαν καθώς αποφεύχθηκε μια σύγκρουση μεταξύ των δύο εμπλεκομένων ή ακόμη μεταξύ και Τουρκίας και κουρδικών δυνάμεων (Syrian Democratic Forces - SDF). Στους χαμένους της «συνεννόησης» εντάσσονται οι αντικαθεστωτικοί, που βλέπουν τη δύναμη και επιρροή τους να μειώνεται και φυσικά και οι κάτοικοι του Aleppo που βιώνουν την πολιορκία και τα αντίμετρα αμφοτέρων των πλευρών.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο υπό προθεσμία πλέον Πρόεδρος, αισθάνεται δικαιωμένος για την πολιτική της μη εμπλοκής στην άβυσσο της Συρίας αλλά και ικανοποιημένος από τη γενικότερη σταθερή υποχώρηση των μαχητών του «Ισλαμικού Κράτους» και τη, μετά βασάνων, συνέχιση της εναντίον τους συνεργασίας της ετερόκλητης συμμαχίας.
Σε αυτό το περιβάλλον εμφανίζονται ελπίδες για την επίτευξη μιας σταδιακής μείωσης των εχθροπραξιών για την εξουσία στη Συρία και επικέντρωσης των προσπαθειών στην εκδίωξη των τζιχαντιστών από την de facto πρωτεύουσα τους. Το πλαίσιο για τη συνέχιση των ειρηνευτικών συνομιλιών υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών υφίσταται και η νέα αμερικανική Προεδρία φαίνεται ότι προσφέρει τον αναγκαίο διπλωματικό χώρο για μια επαναπροσέγγιση Μόσχας-Ουάσινγκτον. Αν μάλιστα και η Άγκυρα μείνει ικανοποιημένη από τη μελλοντική διευθέτηση που θα δημιουργεί ένα ανίσχυρο ομοσπονδιακό κράτος στα νότια σύνορα της και θα απαγορεύσει την ισχυροποίηση των συριακών κουρδικών καντονίων, οι ελπίδες ειρήνευσης αυξάνονται. Αναμφίβολα, αντίστοιχα δικαιώματα αυτονομίας θα επιδιώξει και για τους προστατευόμενους της, Τουρκομένους.
Φυσικά αυτό είναι το ιδανικό σενάριο που προϋποθέτει μια μετριοπαθή προσέγγιση όλων των πλευρών και τη σταδιακή και πολύπλευρη αντιμετώπιση του τζιχαντιστικού κινδύνου. Επιπλέον προϋποθέτει ότι καμία πλευρά, ένεκα λανθασμένων υπολογισμών, δεν θα υιοθετήσει μαξιμαλιστικούς στόχους. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος καθώς το καθεστώς της Δαμασκού φαίνεται να ονειρεύεται την πλήρη αποκατάσταση του ελέγχου στην ερειπωμένη χώρα. Αντίστοιχα οι Κούρδοι βιώνουν την ισχυροποίηση των δυνάμεων και θεσμών τους και επιζητούν ενισχυμένη αυτονομία έως και ανεξαρτησία. Ταυτόχρονα, η Άγκυρα διακηρύσσει (και μάλλον στοχεύει) την επανίδρυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέσω επέκτασης και ελέγχου γειτονικών εδαφών.
Πλανώνται οικτρά όσοι νομίζουν ότι η πτώση της Aleppo συνεπάγεται και την κατάρρευση των ισλαμιστικών οργανώσεων που ακόμη διατηρούν δεσμούς και δέχονται σημαντική υποστήριξη από σουνιτικές χώρες. Η πρόσφατη ανακατάληψη της Παλμύρας αποτελεί μια επίδειξη ισχύος του «Ισλαμικού Κράτους» που καίτοι απειλείται στις δύο «πρωτεύουσες» του, διαθέτει τις δυνάμεις για μια επιθετική επιστροφή. Συγχρόνως παραμένει ανοικτό και το ερώτημα των δυνάμεων που θα αναλάβουν την τελική έφοδο για την κατάληψη της Ράκκας. Δύσκολα φαίνεται ότι ο συριακός στρατός θα είναι πρόθυμος για μια παρόμοια αποστολή ούτε όμως και η παρουσία του θα ήταν καλοδεχούμενη. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και για τις τουρκικές δυνάμεις, με μοναδική αξιόπιστη δύναμη για το έργο αυτό να εμφανίζεται αυτή των Syrian Democratic Forces.
Επίσης δεν πρέπει να θεωρούμε ότι η πτώση της Aleppo θα επιφέρει τον τερματισμό του ανταρτοπόλεμου και των πράξεων τρομοκρατίας στην υπόλοιπη Συρία, το εν τρίτο και μόνο της οποίας ελέγχεται από τα κυβερνητικά στρατεύματα. Δυστυχώς μεγάλο μέρος της συριακής επικράτειας είναι υπό των έλεγχο τοπικών οπλαρχηγών, βαρόνων και αδίστακτων συμμοριών με ελάχιστο έως και μηδενικό θρησκευτικό ή ιδεολογικό υπόβαθρο. Επιπλέον, η αναμενόμενη ανακατάληψη της Μοσούλης θα ωθήσει μεγάλο αριθμό καλά εκπαιδευμένων τζιχαντιστών στη Συρία, πυροδοτώντας παράλληλα αύξηση των τρομοκρατικών ενεργειών και στις δύο χώρες και στοχεύοντας στην κατάρρευση κάθε κοινωνικού και οικονομικού ιστού και υποδομής και στη δημιουργία εμφυλιοπολεμικών καταστάσεων.
Αβέβαιη λοιπόν η εξέλιξη της κρίσεως καίτοι εμφανίζονται ελπίδες εκτόνωσης και δρομολόγησης μιας κοινά αποδεκτής λύσεως σε βάθος χρόνου. Βασικός παράγοντας μιας επιτυχημένης διευθέτησης, η κατανόηση εκ μέρους όλων των εμπλεκομένων της αδυναμίας των να επιτύχουν την αποφασιστική στρατιωτική νίκη. Κλειδί όμως των εξελίξεων, για άλλη μια φορά οι σχέσεις Ουάσινγκτον-Μόσχας με μια ευνοϊκή περιρρέουσα ατμόσφαιρα να δημιουργείται. Διαχρονικά όμως στην πολιτική, ο μέγιστος κίνδυνος προέρχεται από την κατάρρευση αβάσιμων ελπίδων που έχουν λανθασμένα καλλιεργηθεί. Ο δρόμος ακόμη είναι μακρύς, οι εμπλεκόμενοι πολλοί, ορισμένοι άπειροι, άλλοι φανατικοί, αρκετοί μαξιμαλιστές και το ατύχημα πάντα παραμονεύει.
*Ο κ. Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Υποστράτηγος (εα)
- Πτυχιούχος τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Παντείου Πανεπιστημίου
- Μεταπτυχιακό στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
- Διευθυντής Μελετών του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ)
- Συνεργάτης του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ)
- Διαλέκτης στη Σχολή Εθνικής Αμύνης (ΣΕΘΑ)
- [email protected]