Του Αλέξανδρου Δρίβα*
Για αρκετούς αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και αναλυτές, το έτος 2007-2008 ήταν ένα έτος ολοκλήρωσης για την Ε.Ε. Ουσιαστικά, το Ευρωσύνταγμα που απορρίφθηκε με τα δημοψηφίσματα σε Γαλλία και Ολλανδία το 2005 οδήγησε στη Συνθήκη στης Λισαβόνας, η οποία περιλαμβάνει αρκετά πιο συγκεκριμένες πολιτικές προς σύγκλιση, από ο,τι είχαν άλλες Συνθήκες τις ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σήμερα, η Ε.Ε. δείχνει να είναι εγκλωβισμένη στις πολλαπλές κρίσεις που, με τη σειρά τους, οδηγούν σε εσωστρέφεια και κάθε μορφής ευρωσκεπτικισμό (γόνιμο και άγονο). Η οικονομική κρίση και η αύξουσα τάση της αντίστοιχης προσφυγικής είναι το ένα σκέλος του προβλήματος. Το άλλο σκέλος είναι πως αυτές οι κρίσεις λαμβάνουν χώρα σε μια μεταβατική περίοδο για τη διεθνή πολιτική. Μια περίοδος στην οποία λαμβάνει χώρα η ανακατανομή της ισχύος σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Ευρώπη, πέραν από την κατάσταση εσωστρέφειας, βρίσκεται και σε μια περίοδο διλημμάτων που καλείται να αντιμετωπίσει.
Το ολοκληρωτικό τέλος του «Παλαιού Κόσμου» και η νέα διεθνής συγκυρία
Είτε ανήκει κανείς στην κατηγορία των ευρωσκεπτικιστών ή ανήκει σε αυτούς που θεωρούν πως ακόμη και σήμερα είναι εφικτή η πορεία ολοκλήρωσης της Ε.Ε. στο 5ο και τελευταίο στάδιο ολοκλήρωσης (πολιτική ένωση) θα παραδεχτεί πως η Ήπειρος δε συνιστά πλέον τους «Δελφούς» της διεθνούς πολιτικής. O καιρός που οι πολιτικές ισχύος των ευρωπαϊκών κρατών καθόριζαν την πολιτική ζωή του πλανήτη έχει παρέλθει. Κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, η Γηραιά Ήπειρος πέρασε για 45 περίπου έτη το προοίμιο του μέλλοντός της. Διαιρεμένη σε δύο υποπεριφέρειες, (δυτική και ανατολική) οι χώρες στις οποίες εγκαταστάθηκε το ΝΑΤΟ, εκμεταλλευόμενες την παρουσία του, προχώρησαν στη δημιουργία μιας περιφερειακής συνεργασίας με στόχο την αποτροπή ενός πολέμου στο μέλλον. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έδωσε σε αρκετούς την ελπίδα ότι η Ε.Ε. θα μπορούσε να γίνει ένας χώρος ευημερίας για όλα τα κράτη (και τα μετακομμουνιστικά καθεστώτα) που συμμετείχαν στις πολιτικές διεύρυνσης και συσσωμάτωσης της Ε.Ε.
Τρεις ήταν όμως οι βασικοί παράγοντες που οδήγησαν σε αυτήν τη λάθος εκτίμηση που ο John Mearsheimer είχε προβλέψει από τα πρώτα χρόνια μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου:
- Πρώτον, αρκετοί αξιωματούχοι της Ε.Ε. πίστεψαν ότι η αειφόρος ανάπτυξη η οποία ευαγγελίζεται το Κοινοτικό Δίκαιο θα μπορεί να να διασφαλιστεί στο διηνεκές.
- Δεύτερον, η διεύρυνση με γεωγραφικά κριτήρια (με κράτη της Ανατολικής Ευρώπης), σε συνδυασμό με την «καμμένη γη» που κληρονόμησε η Ρωσική Ομοσπονδία από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ (Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών/Σοβιετική Ένωση), θα καταστήσει τη Ρωσία «ανενεργό ηφαίστειο».
- Τρίτον, στην Ε.Ε. θεώρησαν ότι οι ΗΠΑ θα συνέχιζαν να βλέπουν τον κόσμο με ευρωατλαντικά κριτήρια. Κι όμως, τόσο οι ροές επενδύσεων, όσο και το δίπολο των προβλημάτων και των προκλήσεων οδεύουν στην Ασία.
Τα προβλήματα της Ε.Ε. και το απαισιόδοξο μέλλον
Η ανάδυση του πολυπολικού κόσμου συνοδεύεται από την ανακατανομή της ισχύος. Αυτή η ανακατανομή λαμβάνει χώρα με την επιρροή των ίδιων των συντελεστών της ισχύος. Ο πληθυσμός, η οικονομική ανάπτυξη και η αιτιώδης σχέση που έχουν μαζί με τη στρατιωτική ισχύ αποτελούν τις θεμελιώδεις δυνάμεις που επηρεάζουν την ανακατανομή της ισχύος και, τελικά, τη θέση της κάθε χώρας στην ιεραρχία της διεθνούς πολιτικής. Η Ε.Ε. εμφανίζει δημογραφική κρίση, καθώς ο πληθυσμός της έχει υψηλό μέσο όρο γήρατος. Η νομισματική κρίση έχει καταστήσει την ευρωπαϊκή οικονομία εύθραυστη και σε συνδυασμό με τις διεθνείς συνέπειες της κρίσης του 2008, που δεν έχουν ακόμη εκλείψει, ο φαύλος κύκλος της αστάθειας συντηρείται. Ταυτόχρονα, η Ε.Ε., έχει πλέον να αντιμετωπίσει και την τρομοκρατία, η οποία έχει ήδη προκαλέσει αιματοχυσία στη Γαλλία. Η προσφυγική κρίση που ακολουθεί τις εξελίξεις στη Συρία έρχεται να δημιουργήσει ένα εκρηκτικό κλίμα, καθώς, πέραν της εσωστρέφειας που δημιουργείται εντός της Ε.Ε., τα κράτη - μέλη έχουν εισέλθει σε ένα blame game, μια επικοινωνιακή πρακτική που οδηγεί την Ήπειρο σε περιόδους που το ευρωπαϊκό όραμα πάλεψε ώστε να αποφύγει. Ταυτόχρονα, άλλες εξελίξεις που αφορούν το εξωτερικό γίγνεσθαι της Ε.Ε. είναι το ίδιο ανησυχητικές.
Οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα
Οι ισχυρές οικονομίες της Ε.Ε. (κυρίως η Γερμανία) στήριξαν πολλά από τα μακροπρόθεσμα αναπτυξιακά τους σχέδια στις εξαγωγές. Η εντυπωσιακή ανάπτυξη της Κίνας σε συνδυασμό με την ανάδυση άλλων, αχανών, αγορών και εξίσου δυναμικών, όπως είναι αυτή της Ινδίας (με την αύξηση του βιοτικού επιπέδου εκατοντάδων εκατομμυρίων πολιτών), δημιούργησαν προσδοκίες για μια βαθμιαία αύξηση της ζήτησης των –καλύτερης ποιότητας– ευρωπαϊκών προϊόντων από τις ανερχόμενες μεσαίες και ανώτερες τάξεις χωρών, όπως είναι η Κίνα και η Ινδία. Η σημερινή εικόνα, μετά από τους συνεχείς μετασεισμούς που σημειώνονται από το κινεζικό μίνι - κραχ του Ιουλίου, φέρνει την Κίνα να έχει υποστεί απώλεια των συναλλαγματικών της αποθεμάτων σε δολάρια κατά 99,5 δισ. $, μόνο κατά τον μήνα Ιανουάριο. Η Ρωσία επανήλθε από το σοκ της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ και κατάφερε με τις ψηλές τιμές των υδρογονανθράκων κατά την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα να ανακάμψει οικονομικά και, κυρίως, να χρησιμοποιήσει πολιτικά τις τεράστιες εξαγωγικές της δυνατότητες σε υδρογονάνθρακες. Σήμερα, η Ρωσία βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση, λόγω της πτώσης των τιμών των υδρογονανθράκων, αλλά θα παραμείνει για τουλάχιστον μια 20ετία ο κύριος ενεργειακός πάροχος της Ε.Ε. Ταυτόχρονα, τα σχέδια ενεργειακής διαφοροποίησης της Ε.Ε., που θα την καταστήσουν λιγότερο εξαρτημένη από τη Ρωσία, εξαρτώνται από το μέλλον της περιοχής της Μέσης Ανατολής.
ΤΤΙΡ και Δρόμος του Μεταξιού
Οι σημαντικότερες όμως εμπορικές προκλήσεις που έχουν αναμφίβολα και γεωπολιτικές προεκτάσεις αφορούν την Κίνα και τις ΗΠΑ: Το Πεκίνο, με τον νέο «Δρόμο του Μεταξιού», ο οποίος αποτελεί το μεγάλο δυτικό project του και η προσπάθεια των ΗΠΑ ώστε να επισπευθούν οι διαπραγματεύσεις και οι διαδικασίες για τη δημιουργία μιας διατλαντικής εμπορικής ένωσης με την Ε.Ε. (Τransatlantic Trade Investment Partnership) που θα κληθεί να αναζωογονήσει τις οικονομίες των δυτικών χωρών. Ο εμπορικός ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ, Κίνας και Ε.Ε. είναι ορατός σε πολλά επίπεδα. Παρόλα αυτά, η αλληλεξάρτηση των οικονομιών καθιστά υποχρεωτική τη συνεργασία μεταξύ των δυνάμεων, προκειμένου να αποφευχθούν εμπορικοί πόλεμοι. Το μεγάλο ενδιαφέρον μεταξύ του ΤΤΙΡ και του «Δρόμου του Μεταξιού» στρέφεται στην Ευρώπη. Από τη μια πλευρά, η Ε.Ε. έχει ανάγκη τις ΗΠΑ, καθώς, μέσα από την ηγετική θέση που κατέχουν στο ΝΑΤΟ, εξασφαλίζουν την άμυνά της, η οποία, σαν πολιτική της Ε.Ε, βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο. Από την άλλη πλευρά, τα κινεζικά σχέδια ελκύουν την Ε.Ε., καθώς η Κίνα είναι μια τεράστια αγορά που πρόκειται να προβεί σε μεταρρυθμίσεις που μπορούν να την καταστήσουν ακόμη ανταγωνιστικότερη μελλοντικά. Η συνύπαρξη των ΗΠΑ και της Κίνας στα πλαίσια των ΤΤΙΡ και του «Δρόμου του Μεταξιού» θα είναι δύσκολη, αλλά όχι απίθανη.
Επίλογος
Εν μέσω των πολλών κρίσεων που θέτουν ερωτηματικά για το ευρωπαϊκό μέλλον, η Ε.Ε. καλείται να πάρει αποφάσεις που θα δημιουργήσουν την πυξίδα του προσανατολισμού της για τον 21ο αιώνα. Οι αποφάσεις για ουσιαστικές λύσεις στα προβλήματα πρέπει να αντικαταστήσουν την εσωστρέφεια και την αδράνεια αλλά και τη ρίψη ευθυνών από το ένα κράτος - μέλος στο άλλο. Η οριοθέτηση των σχέσεων της Ε.Ε. με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα θα καθορίσουν το μέλλον της Ε.Ε. και της Γηραιάς Ηπείρου ευρύτερα. Η Ε.Ε. της εσωστρέφειας και των πολλών ταχυτήτων σε όλα τα επίπεδα δύσκολα θα έχει μια σοβαρή φωνή στον κόσμο που βρίσκεται υπό διαμόρφωση. Μια «Λευκή Βίβλος» για την Ε.Ε., την οποία θα συνυπογράφουν όλα τα μέλη και θα έχουν όφελος με τη μεγαλύτερη δυνατή σύγκλιση, είναι αναγκαία περισσότερο από ποτέ.
* Ο κ. Αλέξανδρος Δρίβας είναι υποψήφιος διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Παν/μιο Πελοποννήσου - συντονιστής στο Παρατηρητήριο Ανατολικής Μεσογείου στον Τομέα Ρωσίας Ευρασίας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΤΟ.ΡΕ.ΝΕ).