Γιατί το Αφρίν δεν έγινε το Βιετνάμ της Τουρκίας

Γιατί το Αφρίν δεν έγινε το Βιετνάμ της Τουρκίας

Των Ζήνωνα Τζιάρρα* και Νικόλαου Παούνη**

Η επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας» (Zeytin Dal? Harekat? ή Αφρίν Operasyonu), άρχισε να υλοποιείται στις 20 Ιανουαρίου με τη συμμετοχή των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (Turk Silahl? Kuvvetleri) και του Ozgur Suriye Ordusu (OSO). Τις απογευματινές ώρες της 17ης Μαρτίου η επιχείρηση έφτασε στο κομβικότερο σημείο της, καθώς οι συμμαχικές δυνάμεις εισήλθαν στο αστικό συγκρότημα της πόλεως Αφρίν και την κατέλαβαν μέχρι τα ξημερώματα της 18ης Μαρτίου. Στην Τουρκία η είδηση της πτώση της Αφρίν έλαβε πανηγυρικό και συνάμα συμβολικό χαρακτήρα, καθώς συνέπεσε με την 103η επέτειο της μάχης του Τσανάκαλε.

Συν τοις άλλοις, η εν λόγω εξέλιξη ήρθε να διαψεύσει όσους έκαναν λόγο για τουρκικό «Βατερλώ» και «Βιετνάμ» στο Αφρίν. Εδώ εξετάζουμε με στρατιωτικούς και γεωπολιτικούς όρους τους λόγους για τους οποίους έχουν διαψευστεί αυτές οι καταστροφολογικές (και όπως φαίνεται ευσεβοποθιστικές) αναλύσεις. Παράλληλα, εξετάζουμε εν συντομία και κάποια σενάρια για το τι μέλλει γενέσθαι με την επίγνωση ότι η κατάληψη του Αφρίν δεν σηματοδοτεί κάποιο τέλος αλλά μάλλον την αρχή μιας νέας φάσης στο θέατρο της βόρειας και βορειο-δυτικής Συρίας.

Το Τακτικό Επίπεδο

Η συμμετοχή των Τ.Ε.Δ. αφορά την εμπλοκή τακτικών συγκροτημάτων επιπέδου Τάγματος (ή Επιλαρχίας) και κάτω (Λόχων, Ιλών κτλ), και όχι το δυναμικό της εκάστοτε Ταξιαρχίας συλλήβδην. Καθ' αυτόν τον τρόπο διαπιστώσαμε ότι προς το Gaziantep και το Hatay πέραν των δυνάμεων της 2ης Στρατιάς (Ikinci Ordusu), ενεπλάκησαν πολεμικά μέσα από την 1η Στρατιά (4η, 55η, 65η & 66η Μ/Κ Ταξ. ΠΖ), από την 3η Στρατιά (4η, 51η Ταξ. και 4η, 10η, 49η ΤΑΞ. Κ/Δ), και επιπλέον ειδικές δυνάμεις από τη Στρατιά Αιγαίου. Το Πολεμικό Ναυτικό της Τουρκίας απέστειλε δυνάμεις Πεζοναυτών και SAS από τη Foca.

Η Πολεμική Αεροπορία συμμετείχε εκ περιτροπής με 72 αεροσκάφη (64 F-16 & 6-8 Terminator) επιχειρώντας από το Diyarbak?r και το Erhac. Τα αεροσκάφη πραγματοποίησαν προσβολές από μεγάλα ύψη για να αποφύγουν τα εχθρικά φορητά αντιαεροπορικά συστήματα, αλλά οι κρούσεις ήταν εξαιρετικά επιτυχείς καθώς χρησιμοποιήθηκαν νέας γενιάς ατρακτίδια σκόπευσης Sniper και πυρομαχικά υψηλής ακρίβειας όπως τα GBU-31 JDAM και οι αντίστοιχες εγχώριες HGK-1. Παράλληλα καθ' όλη τη διάρκεια του 24ωρου, λαμβάνονταν πληροφορίες από αέρος μέσω συστημάτων SIHA, τα οποία μπορούσαν να προσβάλουν απευθείας στόχους με πυρομαχικά MAM-L.

Όσον αφορά την εμπλοκή των δυνάμεων της συριακής αντιπολίτευσης, οι οποίες εκπαιδεύτηκαν με εντατικούς ρυθμούς από τις ΗΠΑ αρχικά, και τις ΤΕΔ κατόπιν της επιχείρησης F?rat Kalkan?, ουσιαστικά συγκρότησαν την Ταξιαρχία “Hamza” η οποία προωθήθηκε στην περιοχή επιχειρήσεων και ανέλαβε ενεργό δράση.

H επιχείρηση υλοποιήθηκε ως εξής: Πρώτιστος στόχος η εκκαθάριση της οροσειράς Kurd-Dagh και στη συνέχεια κατάληψη του πεδινού τμήματος του καντονιού. Από τις 20 Ιανουαρίου, άρχισε η διείσδυση στο καντόνι από τα βόρεια και τα δυτικά (6 μικρά προγεφυρώματα τα οποία εν συνεχεία συνενώθηκαν σε 3 μεγαλύτερα), ενώ σημειώθηκε έναρξη επέκτασης του προγεφυρώματος της προηγούμενης επιχείρησης από τα ανατολικά στις 26 Ιανουαρίου. Στις 28 Ιανουαρίου καταλήφθηκε το στρατηγικής σημασίας όρος Bursaya ενώ μέχρι τις 22 Φεβρουαρίου εκκαθαρίσθηκαν τα υψώματα στις περιοχές Rajo και Bulbul, για να κατέλθουν τελικά τα τουρκικά στρατεύματα στην κωμόπολη Jinderes φτάνοντας σε απόσταση 20 χλμ. από την πόλη του Αφρίν .

Καθυστερήσεις παρατηρήθηκαν την πρώτη εβδομάδα των επιχειρήσεων εξαιτίας σφοδρής βροχόπτωσης η οποία δυσχέρανε την κίνηση των τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητων εξαιτίας της ακαταλληλότητας του εδάφους, και στο διάστημα 4-9 Φεβρουαρίου καθώς η Ρωσία «έκλεισε» τον εναέριο χώρο της Αφρίν μετά την κατάρριψη ρωσικού Su-25 από τζιχαντιστές. To ζήτημα επιλύθηκε κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας μεταξύ των κυρίων Putin- Erdogan, ωστόσο οι χερσαίες δυνάμεις στερήθηκαν επί ένα πενθήμερο πολύτιμες πληροφορίες και φυσικά αεροπορική υποστήριξη.

Αξιοπρόσεκτη είναι και η ευπροσαρμοστικότητα την οποία επέδειξαν οι Τούρκοι επιτελείς στα νέα δεδομένα που προέκυψαν επί του πεδίου συγκρούσεων. Επί παραδείγματι, μετά τις πρώτες απώλειες αρμάτων στην Al Bab, εγκατέστησαν με το χαρακτήρα του κατεπείγοντος, συστήματα APS (Pulat αντίγραφα του Zaslon-L) σε 200 άρματα μάχης, και στις αρχές Φεβρουαρίου μετακίνησαν προς το Αφρίν εκσυγχρονισμένα άρματα F?rat, με αποτέλεσμα να εκμηδενιστούν οι απώλειες MBT.
Όσον αφορά τις απώλειες προσωπικού αυτές κυμάνθηκαν σε 0,79 θανάτους ανά ημέρα επιχειρήσεων, ποσοστό το οποίο προφανώς καταδεικνύει ότι οι αναλύσεις περί «τουρκικού Βιετνάμ στη Συρία» απέχουν παρασάγγας από την πραγματικότητα.

Τα συμπεράσματα από το στρατιωτικό πεδίο των επιχειρήσεων έχουν ως εξής:

1. Μαζική χρήση συντριπτικής στρατιωτικής ισχύος (ήτοι μεγάλος όγκος πυρός) έναντι ενός πολυπληθέστερου, πλην όμως ανεπαρκώς εξοπλισμένου αντιπάλου (ωστόσο το YPG διέθετε MPADS & ATGM'S).
2. Εφαρμογή νέων μορφών πολέμου, πέραν των 3 κλασσικών «χώρων» (domains).
3. Χρήση τεχνασμάτων παραπλάνησης.
4. Εμπλοκή οπλικών συστημάτων αμιγώς τουρκικής σχεδίασης και κατασκευής. Ακόμη και τα αεροσκάφη F-16 αποτελούν συμπαραγωγή και κατασκευάστηκαν στην Τουρκία.
5. Λήψη και ανανέωση πληροφοριών από αέρος, σε 24ωρη βάση.

Η Γεωπολιτική και Διπλωματική Διάσταση

Εκτός από την μεγάλη ασυμμετρία ισχύος υπέρ των Τούρκων και των φιλο-τουρκικών δυνάμεων, από τα παραπάνω καθίσταται ξεκάθαρος ο σημαντικός ρόλος που έπαιξε η αεροπορία για την επιτυχία της επιχείρησης «Κλάδος Ελαίας». Και η συμμετοχή της τουρκικής αεροπορίας, αλλά και εν γένει η όλη επιχείρηση, δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την συναίνεση της Ρωσίας – την απόσυρση των ρωσικών δυνάμεων από τον θύλακα Αφρίν και την «διάνοιξη» του εναέριου χώρου προκειμένου να επιχειρήσουν τα τουρκικά αεροσκάφη.

Αυτό που πολλοί δεν κατάλαβαν, είναι ότι τους Κούρδους δεν τους ήθελε πλέον κανείς στο Αφρίν , απλώς τους εργαλειοποιούσαν όσο βρίσκονταν εκεί.

Για τους Αμερικάνους, η εκκαθάριση του θύλακα σημαίνει ότι τα εδάφη περνούν πλέον υπό ΝΑΤΟϊκό έλεγχο (ασχέτως των προβλημάτων που υπάρχουν με την Τουρκία), κάτι που περιορίζει την σφαίρα επιρροής της Ρωσίας δυτικά του Ευφράτη. Επιπλέον, η απώλεια του YPG από το Αφρίν σημαίνει ότι καθίσταται για την Ρωσία ακόμη πιο δύσκολο να φέρει τους Κούρδους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων της διαδικασίας της Αστάνα, κάτι που εξ ορισμού ενισχύει το ρόλο των Αμερικανών. Γι' αυτούς τους λόγους είναι πιθανόν να συναίνεσαν και οι Αμερικανοί για την επιχείρηση στο Αφρίν , ενδεχομένως όμως ζητώντας ανταλλάγματα σε ό,τι αφορά την παραμονή των Κούρδων ανατολικά του Ευφράτη. Η Manbij είναι μια άλλη υπόθεση που εξετάζουμε πιο κάτω.

Για την Ρωσία και τον Άσαντ το Αφρίν ήταν μια θυσία που έπρεπε να γίνει καθώς το αντάλλαγμα ήταν σημαντικό: η αποχώρηση των φιλο-τουρκικών αντικαθεστωτικών δυνάμεων από το Χαλέπι το 2016, και ο απαραίτητος αντιπερισπασμός για τις ρωσο-συριακές επιχειρήσεις στην ανατολική Gouta και στο Idlib όπου βρίσκονται διάφορες αντικαθεστωτικές δυνάμεις. Ταυτόχρονα, με την κίνηση αυτή η Ρωσία κρατά την Τουρκία κοντά της προκαλώντας νέα προβλήματα στις ΗΠΑ. Εξυπακούεται ότι και το καθεστώς Άσαντ δεν ήθελε την δημιουργία κουρδικού θύλακα-κρατιδίου. Ενδιαφέρον θα είναι να δούμε εάν η συμφωνία Ρωσίας-Τουρκίας εκτείνεται και σε άλλα θέματα όπως μια συνολική λύση στην επαρχία Idlib ή την επιστροφή εδαφών στο καθεστώς Άσαντ (κάτι που θα εξηγούσε ακόμα περισσότερο την στάση του τελευταίου).

Αξίζει να σημειωθεί ότι η στρατιωτική επιτυχία των τουρκικών δυνάμεων στο Αφρίν λειτουργεί θετικά για την Τουρκία και σε επικοινωνιακό-διπλωματικό επίπεδο. Της προσθέτει διαπραγματευτικά χαρτιά στις συνομιλίες της με όλες της πλευρές ενώ παράλληλα αποδεικνύει (στον βαθμό που το κάνει) το αξιόμαχο και την αποτελεσματικότητα των (φιλο)τουρκικών δυνάμεων. Αυτό μπορεί να χρησιμεύσει ως επιχείρημα για την Άγκυρα ανταγωνιστικό της αμερικανικής υποστήριξης και επιλογής των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), που αποτελούνται κατά κύριο λόγο από Κούρδους, ως τοπικού αντιπροσώπου των ΗΠΑ.


Η Επόμενη Μέρα

Ο βασικός στόχος της επιχείρησης «Κλάδος Ελαίας» έχει, όπως όλα δείχνουν, επιτευχθεί. Εντούτοις, όπως σημειώθηκε και στην αρχή, αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν όλα τελειώσει. Οι εξελίξεις στο θέατρο της βόρειας και βορειοδυτικής Συρίας μπαίνουν σε μια νέα φάση η οποία μπορεί να έχει διάφορες εκβάσεις. Κάποια από τα σενάρια που πρέπει να έχουμε υπόψιν μας είναι τα εξής:

Τα εδάφη του Αφρίν . Λαμβάνοντας υπόψη το έγινε στα εδάφη που καταλήφθηκαν από την τουρκική επιχείρησης «Ασπίδα του Ευφράτη» (Αυγ. 2016 – Μάρτιος 2017) στη βόρεια Συρία, φαίνεται ότι η Τουρκία θα επιδιώξει τον έλεγχο του Αφρίν δια αντιπροσώπων. Εξ άλλου μεγάλος αριθμός των δυνάμεων που έλαβαν μέρος στις επιχειρήσεις είναι συριακές. Στα πρότυπα του τι συμβαίνει στην Al Bab, για παράδειγμα, η Άγκυρα ενδεχομένως να επιδιώξει τη δημιουργία στρατιωτικών βάσεων και άλλων υποδομών (βλ. βιομηχανικές πόλεις, νοσοκομεία, σχολεία κτλ.), την εγκατάσταση πληθυσμών (ίσως και από Σύριους πρόσφυγες) και τον έλεγχο της τοπικής αυτοδιοίκησης δια αντιπροσώπων. Με αυτό τον τρόπο δεν θα έχει πρόβλημα να «επιστρέψει» αυτά τα εδάφη πίσω στην Συρία εφόσον θα εξασκεί εκεί έλεγχο και επιρροή.

Το σενάριο του ανταρτοπόλεμου. To YPG έχει ήδη εκδώσει ανακοίνωση που κάνει λόγο για έναρξη ανταρτοπόλεμου με στόχο την φθορά και την εκδίωξη των (φιλο)τουρκικών δυνάμεων. Μέχρι στιγμής δεν έχουν φανεί οι οποιεσδήποτε ενδείξεις για κάτι τέτοιο (χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι αποκλείεται ως ενδεχόμενο). Παρόλα αυτά είναι πιθανό το YPG να επιλέξει να αποχωρήσει προς την Manbij (όπως έχουν ήδη πράξει αρκετοί από τους μαχητές του) με στόχο την ενίσχυση των εκεί κουρδικών δυνάμεων, αφού πιθανολογείται ότι η Τουρκία θα κινηθεί προς εκείνη την κατεύθυνση. Υπό αυτό το πρίσμα, και με δεδομένο ότι οι κουρδικές δυνάμεις στο Αφρίν έχουν χάσει τα διεθνή τους ερείσματα, δεν υπάρχει νόημα για τους Κούρδους να σπαταλήσουν πόρους και δυνάμεις σε ένα αντάρτικο στο Αφρίν ενώ προτεραιότητα είναι η διατήρηση της Manbij και της ανατολικής Συρίας. Εξ άλλου, η φθορά που μπορεί να καταφέρουν στο Αφρίν δεν θα είναι τόσο αυτή των τουρκικών δυνάμεων αλλά περισσότερο του Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA).

Το Idlib και η ενίσχυση του ISIS. Η επαρχία Idlib και οι ρωσο-συριακές επιχειρήσεις εκεί θα καταστούν πλέον ακόμα πιο σημαντικές. Θα επιδιώξει μήπως να έχει κάποιο ρόλο εκεί η Τουρκία; Επιπλέον, με τις επιχειρήσεις εναντίον του YPG και την απόσυρσή του από την Αφρίν , έχει αποθρασυνθεί το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ). Θα προσπαθήσει μήπως η Τουρκία να παίξει ρόλο στην καταπολέμηση του ΙΚ και άλλων αντικαθεστωτικών ομάδων νομιμοποιώντας την παρουσία της στη Συρία ενόσω σχεδιάζει και διαπραγματεύεται νέα χτυπήματα κατά των Κούρδων; Θα δούμε.

H Manbij και η βορειοανατολική Συρία. Τουλάχιστον σύμφωνα με την τουρκική κυβέρνηση, Άγκυρα και Ουάσιγκτον έχουν συμφωνήσει την από κοινού διαχείριση της ασφάλειας της Manbij. Την απόσυρση των κουρδικών και των αμερικανικών δυνάμεων προς τα ανατολικά του Ευφράτη. Από αυτή την άποψη, είναι πιθανόν το Αφρίν και η Manbij να έχουν λειτουργήσει ως ανταλλάγματα που δόθηκαν στην Τουρκία για να συμβιβαστεί με την ύπαρξη κουρδικού κρατιδίου ανατολικά του Ευφράτη. Βέβαια, η αλλαγή φρουράς στο αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών, αλλά και οι ύποπτες προθέσεις της Άγκυρας μπορούν ανά πάσα στιγμή να ανατρέψουν την όποια συμφωνία.

Το σενάριο του τραγικού λάθους. Πάντως, τραγικό θα είναι το λάθος της Άγκυρας, εάν σε περίπτωση μη συμφωνίας με τους Αμερικανούς κινηθεί στρατιωτικά προς την Manbij ή ακόμα και ανατολικά του Ευφράτη (από το ανατολικό τουρκο-συριακό σύνορο) με σκοπό να περιορίσει τα κουρδικά εδάφη και να ασκήσει διπλωματικές πιέσεις. Κάτι τέτοιο θα την έφερνε σε ευθεία σύγκρουση με τους Αμερικανούς. Θετική έκβαση σε μια τέτοια τουρκική προσπάθεια μπορεί να υπάρξει μόνο εάν γίνει μετά από συνεννόηση και συμφωνία με ΗΠΑ, Ρωσία, Συρία και Ιράν. Αν όχι, τότε θα μιλάμε για μια κλασσική περίπτωση όχι απλά αναθεωρητισμού και επεκτατισμού αλλά και «αυτοκρατορικής» υπερεξάπλωσης, η οποία ακολουθείται πάντα από ήττες και απώλειες.

Επίλογος

Τέλος, πρέπει να αναφέρουμε ότι η τελευταία περίοδος με τα όσα συμβαίνουν στη βόρεια Συρία, έχει αποδείξει για ακόμα μια φορά ότι η ελληνόφωνη ενημέρωση και κοινότητα ειδικών αναλυτών, δημοσιογράφων, ακαδημαϊκών κτλ., πάσχει. Υπάρχει μεγάλη δυσκολία διαχωρισμού του τι στην πραγματικότητα συμβαίνει από τι  θα θέλαμε να συμβαίνει. Γι' αυτό τον λόγο πολλές από τις αναλύσεις και τις ειδήσεις είναι ανακριβής, αποπροσανατολιστικές, και δημιουργούν λάθος εντυπώσεις στην κοινή γνώμη αλλά ενδεχομένως και στην κυβέρνηση. Αυτό με τη σειρά του επηρεάζει αρνητικά την πολιτική κουλτούρα, την δημιουργία πολιτικής και τη λήψη αποφάσεων. Υπάρχει άμεση ανάγκη για αποσύνδεση των αναλύσεων και των αποφάσεων από τους όποιους συναισθηματισμούς και ευσεβοποθισμούς, όπως ανάγκη υπάρχει και για ψυχραιμία, νηφαλιότητα και σχεδιασμό.

*Ο κ. Ζήνωνας Τζιάρρας είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Τμήματος Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου.


**Ο κ. Νικόλαος Παούνης είναι Bαλκανιολόγος, Διεθνολόγος (ΕΚΕΟ).