Του Κώστα Υφαντή*
Η Γερμανία και η Τουρκία έχουν πολύ στενούς δεσμούς. Πάνω από 3.000.000 Τούρκοι ζουν στην Γερμανία, εκ των οποίων το 1,3 μπορεί να ψηφίζει στις Γερμανικές εκλογές. Σχεδόν 7.000 Γερμανικές εταιρίες έχουν επενδύσει, εξάγουν στην και εισάγουν από την Τουρκία. Το διμερές εμπόριο ξεπερνά τα 35 δις δολάρια το χρόνο. Όλα αυτά σημαίνουν ότι η κατάρρευση των σχέσεων δεν συμφέρει κανένα από τους δύο. Η Γερμανία χρειάζεται την Τουρκία, κυρίως για να ελέγχει τα προσφυγικά και μεταναστευτικά ρεύματα προς την Ευρώπη (και την Γερμανία) και η Τουρκία δεν μπορεί να απομονώσει τον σημαντικότερο οικονομικό της εταίρο και μια από τις ισχυρότερες χώρες του κόσμου.
Και όμως η όξυνση των Γερμανο-τουρκικών σχέσεων δεν έχουν προηγούμενο στην μεταπολεμική εποχή. Ο πρόεδρος Erdogan δεν χάνει ευκαιρία να επιτεθεί στο Βερολίνο με όρους που υπερβαίνουν κάθε όριο διπλωματικής και πολιτικής πρόκλησης. Μαζί με την Γερμανία, τα πυρά της Τουρκικής Προεδρίας κατευθύνονται και εναντίον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για ένα πρωτοφανές αντι-ευρωπαϊκό αφήγημα το οποίο αν και έχει την αφετηρία του στις αρχές της δεκαετίας όταν ξέσπασε η Συριακή κρίση, η κλιμάκωση του εντοπίζεται την περίοδο μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του καλοκαιριού του 2016.
Ο εγκλωβισμός της σε εξελίξεις που δύσκολα μπορεί να ελέγξει, η εγγενής καχυποψία ενός καθεστώτος που βλέπει παντού εχθρούς και οι αυταπάτες μεγάλης δύναμης που χαρακτηρίζουν μία συντηρητική εθνολαϊκιστική πολιτική πλειοψηφία στην Άγκυρα έχουν οδηγήσει την Τουρκία στην αγκαλιά περιστασιακών, ευκαιριακών συμμαχιών όπως η Ρωσία. Σε μια τέτοια κατάσταση, η Γερμανία (και η Ευρώπη) είναι ένας χρήσιμος στόχος για τον Πρόεδρο Erdogan. Η πολιτική επιθετικότητα της Άγκυρας έναντι του Βερολίνου είναι ένα σημαντικό κομμάτι ενός μεγαλύτερου γεωπολιτικού παζλ και σύμπτωμα των στρατηγικών αδιεξόδων που αντιμετωπίζει η Τουρκία.
Το πρώτο αδιέξοδο είναι η χωρίς μέλλον ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις εξακολουθούν να υφίστανται μόνον και μόνο γιατί τεχνικά είναι πολύ δύσκολο να διακοπούν επίσημα. Απαιτείται ομοφωνία και παρά τις κατά καιρούς δηλώσεις σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες όλοι και όλες ξέρουν ότι το ρήγμα που θα προκληθεί από μία τέτοια απόφαση θα είναι μεγάλο. Από την άλλη, ο πρόεδρος Erdogan δεν πρόκειται να ζητήσει ο ίδιος τον τερματισμό της ενταξιακής διαδικασίας αν και κάνει ότι μπορεί για να την προκαλέσει και είναι έτοιμος να την εκμεταλλευτεί πολιτικά στο εσωτερικό καταγγέλλοντας τους ευρωπαίους και παγιώνοντας την αντιδυτική στροφή της Άγκυρας.
Το δεύτερο αδιέξοδο εντοπίζεται στην κατάσταση στη Μέση Ανατολή και την εφιαλτική προοπτική διαμελισμού ή ομοσπονδιοποίησης της μετεμφυλιακής Συρίας και ανεξαρτητοποίησης του βόρειου Ιράκ. Η πρόσφατη συμφωνία με την Ρωσία και το Ιράν στην Αστάνα για την δημιουργία των ζωνών αποκλιμάκωσης στο Ιντλίμπ, στην ανατολική Γούτα, στην Χομς και στην Λατάκια που θα επιτηρείται από ένα κοινό Ρωσο-ιρανο-τουρκικό Συντονιστικό Κέντρο είναι σημαντική για τον τερματισμό του εξάχρονου πολέμου, αλλά ενώ δίνει στην Άγκυρα μία θέση στο διπλωματικό και πολιτικό τραπέζι έρχεται ενώ η νίκη των δυνάμεων του Άσαντ με την βοήθεια της Ρωσικής αεροπορίας είναι σχεδόν βέβαιη καθώς ελέγχουν πλέον το 85 τοις εκατό της Συριακής επικράτειας. Τα δεδομένα για την επόμενη μέρα έχουν διαμορφωθεί χωρίς την συμμετοχή της Τουρκίας και παρά τις επιδιώξεις της.
Το τρίτο αδιέξοδο έχει να κάνει με το ΝΑΤΟ και την αυξανόμενη αίσθηση στην Άγκυρα ότι η Συμμαχία όχι μόνο δεν προσφέρει κάτι στην Τουρκία αλλά αποδεικνύεται και αρνητική για τα τουρκικά εθνικά συμφέροντα.Η αγορά των ρωσικών S-400 είναι αποκαλυπτική. Η Τουρκία αναζητά περιφερειακούς συμμάχους απεγνωσμένα και η Ρωσία έχει την ευκαιρία να επηρεάσει την τουρκική εξωτερική πολιτική υποστηρίζοντας την τουρκική αμυντική ικανότητα και να διευρύνει το χάσμα μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ (που υποστηρίζουν τις κουρδικές δυνάμεις στη Συρία και το Ιράκ) και μεταξύ Τουρκίας και Γερμανίας.
Οι επιλογές της Άγκυρας είναι ελάχιστες και σχεδόν όλες επιλογές ανάγκης. Στην δεδομένη συγκυρία και με το ενδιαφέρον της Ουάσιγκτον στραμμένο στην Βορειοανατολική Ασία η Τουρκία γίνεται όχημα των γεωστρατηγικών συμφερόντων της Μόσχας.
*Ο Κώστας Υφαντής είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης ενώ το 2016 ήταν και επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Σεούλ.