Οι πρόσφατες δηλώσεις της Αγκελα Μέρκελ και του Εμανουέλ Μακρόν υπέρ της συγκρότησης ενός ισχυρού ευρωπαϊκού στρατού, που θα έχει τη δυνατότητα να στέκεται και να αναλαμβάνει αποστολές αυτόνομα χωρίς να εξαρτάται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν θα μπορούσαν παρά να έχουν αντανάκλαση και στον κλάδο των πολεμικών βιομηχανιών, δρομολογώντας εξελίξεις.
Άλλωστε, είναι γνωστό ότι κάθε στρατός, για να είναι πραγματικά ισχυρός και αυτόνομος, πρέπει να διαθέτει μεγάλο βαθμό αυτάρκειας και σε επίπεδο εξοπλισμών. Όμως, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, οι χώρες της Ευρώπης όχι απλώς λειτουργούσαν ανταγωνιστικά, αλλά προμηθεύονταν μεγάλο μέρος των οπλικών συστημάτων για τις ένοπλες δυνάμεις τους από τις αμερικανικές βιομηχανίες. Για παράδειγμα, σε επίπεδο μαχητικών αεροσκαφών τέταρτης γενιάς, οι Γερμανοί προωθούσαν το Eurofighter-Typhoon, οι Γάλλοι το Rafale, ενώ υπήρχαν και οι Σουηδοί με το Grippen.
Η πρακτική αυτή μοιάζει να φτάνει στο τέλος της, έστω κι αν αυτό δεν μπορεί να συμβεί από τη μία μέρα στην άλλη. Όπως συμφώνησαν την Δευτέρα οι υπουργοί Άμυνας Γερμανίας και Γαλλίας, οι δύο ευρωπαϊκές «υπερδυνάμεις» αποφάσισαν να δώσουν τα χέρια για την κατασκευή ενός ανταγωνιστικού ευρωπαϊκού μαχητικού της επόμενης γενιάς, που θα μπορεί να «κοιτάζει στα μάτια» τα αντίστοιχα αμερικανικά, ρωσικά, αλλά και κινεζικά.
«Είναι ένα αποφασιστικό βήμα για την ευρωπαϊκή άμυνα, το οποίο αποδεικνύει πως η Γαλλία και η Γερμανία είναι σε θέση να ενωθούν για μελλοντικά σχέδια«, ανέφεραν οι κυβερνήσεις των δύο χωρών σε κοινή τους ανακοίνωση. Σύμφωνα με αυτήν, ο γαλλογερμανικός όμιλος της Airbus και η γαλλική Dassault θα αναλάβουν την εκπόνηση μιας μελέτης για την παραγωγή ενός ολοκληρωμένου Αεροπορικού Μαχητικού Συστήματος του μέλλοντος (FCAS), το οποίο θα περιλαμβάνει τόσο ένα υπερσύγχρονο αεροσκάφος όσο και τα οπλικά συστήματα που θα το συνοδεύουν, συμπεριλαμβανομένων των μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones).
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι στη διαδικασία -η οποία αναμένεται να επιταχυνθεί από το 2019- θα εμπλακούν και άλλες εταιρίες από τις δύο χώρες, ενώ για την απρόσκοπτη χρηματοδότηση θα φροντίσουν οι κυβερνήσεις τους. Επίσης, η συνεργασία θα επεκταθεί και σε άλλα επίπεδα, όπως στην κατασκευή νέας γενιάς τεθωρακισμένων.
Μένει να φανεί εάν και κατά πόσο άλλες χώρες της Ευρώπης και μέλη του ΝΑΤΟ, που έχουν ήδη παραγγείλει αμερικανικά αεροπλάνα F-35 (όπως το Βέλγιο και η Ιταλία), είναι πρόθυμες να στραφούν στους Ευρωπαίους εταίρους τους για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Εάν αυτό συμβεί, τότε η ευρωπαϊκή πολεμική βιομηχανία έχει λαμπρό μέλλον, ενώ μπορεί να ενισχύσει και το μερίδιό της στις διεθνείς αγορές, όπου η ζήτηση για όπλα (δυστυχώς) ολοένα και αυξάνεται. Παράλληλα, ωστόσο, είναι φανερό ότι έτσι το ρήγμα ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού θα μεγαλώσει και άλλο.
Γιώργος Παυλόπουλος
Christophe Simon, Pool via AP