Η ετήσια Έκθεση του Κογκρέσου για την Τουρκία είχε λίγες διαφορές από την αντίστοιχη περυσινή. Αφήνοντας τελείως εκτός τον ελληνικό παράγοντα των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, οι δύο χώρες από το καλοκαίρι του 2016 και μετά, διανύουν τη χειρότερη δεκαετία των διμερών τους σχέσεων. Το «κάθε πέρυσι και καλύτερα» μπορεί να έχει ένα σημαντικό μερίδιο στην αλήθεια, σε κάθε απόπειρα προσέγγισης που γίνεται για τις σχέσεις Ουάσινγκτον και Άγκυρας. Οι λόγοι για την αποξένωση των δύο χωρών είναι αρκετοί και εν πολλοίς έχουν να κάνουν με αυτό που η ίδια η Έκθεση του Κογκρέσου αναφέρει. Ανάδυση του πολυπολικού κόσμου.
Τα τέσσερα σενάρια του RAND για την Τουρκία.
Oι Stephen Flanagan και Stephen Larrabee συνεπιμελήθηκαν έναν τόμο στο RAND Corporation για την Τουρκία με τίτλο Τurkey’s Nationalistic Course: Implications for the U.S.-Turkish Strategic Partnership and the U.S. Army. Σε αυτήν την έκθεση η οποία εστάλη στο αμερικανικό υπουργείο άμυνας, το κεντρικό επιχείρημα όσων τη συνεκπόνησαν, συνίσταται στα εξής δύο σημαντικά στοιχεία: 1. Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν θα μεταμορφωθούν εντυπωσιακά προς το καλύτερο στο προβλεπτό μέλλον, όμως μπορούν να αποφύγουν μια ολική ρήξη. 2. Τα σενάρια για το μέλλον του τουρκικού στρατηγικού προσανατολισμού, είναι τέσσερα: α. Η Τουρκία να παραμείνει ένας δύσκολος εταίρος για τις ΗΠΑ, β. Η Τουρκία να γίνει δημοκρατική και να ενωθεί με τη Δύση, γ. Η Τουρκία να είναι ανάμεσα από την Ανατολή και τη Δύση έχοντας όμως καλύτερες σχέσεις με δυνάμεις όπως είναι η Κίνα, το Ιράν και η Ρωσία, απ’ ό,τι με τις ΗΠΑ και την Ε.Ε, δ. Η Τουρκία να εγκαταλείψει τελείως τη Δύση.
Σαφώς έχουν γίνει πολλές μελέτες και από άλλα αντικειμενικά αμερικανικά think tanks, όπως είναι το Carnegie, με τους Barkey και Abramowitz να έχουν προειδοποιήσει πολλά χρόνια πριν το 2016 και την αρχή της επιδείνωσης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, οτι ο Ερντογάν θεωρεί οτι οι ΗΠΑ τη χρειάζονται πολύ περισσότερο απ’ ό,τι η Τουρκία τις ΗΠΑ. Ο λόγος που πρέπει να μας κάνει να ενσκύψουμε στην έκθεση του RAND, είναι γιατί σχηματοποιεί το μέλλον των αμερικανοτουρκικών σχέσεων με σενάρια και γιατί έχει όλον τον κατάλογο των στρατηγικών διαφορών μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας και οι οποίες αναλύθηκαν και στην πρόσφατη έκθεση του Κογκρέσου.
Οι σημαντικές αμερικανοτουρκικές διαφορές και το αμερικανικό λάθος.
Το πρώτο στάδιο ρήξης της Τουρκίας με τις ΗΠΑ λόγω του επαναπροσδιορισμού της εξωτερικής πολιτικής της πρώτης μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, έγινε το 2003. Τότε η Τουρκία αρνήθηκε τη διέλευση αμερικανικών στρατευμάτων προς το Ιράκ. Με αυτόν τον τρόπο η Τουρκία έγινε μια από τις αιτίες που δημιούργησαν προβλήματα στις ΗΠΑ. Εκείνη την περίοδο, η Τουρκία είχε ανοίξει την πόρτα στην περίφημη ευρωπαϊκή της προοπτική και Γερμανία και Γαλλία, έτσι κι αλλιώς, ήταν αντίθετες προς τον «Πόλεμο εναντίον της Τρομοκρατίας».
Στο βιβλίο Η Μεγάλη Σκακιέρα, ο μακαρίτης Μπρεζίνσκι είχε εντάξει την Τουρκία στις πολύ σημαντικές περιφερειακές δυνάμεις για τα αμερικανικά συμφέροντα. Άρα αυτό το οποίο ισχυριζόταν ο Barkey κάπου στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα στο Carnegie, οτι η Τουρκία θεωρεί οτι είναι πολύ σημαντική για τις ΗΠΑ αλλά η Άγκυρα μπορεί να ζήσει χωρίς την Ουάσινγκτον, ξεκίνησε να γίνεται σημαία της Τουρκίας.
Κατά το 2010-2011, η Τουρκία επιδίωξε τη ρήξη με το Ισραήλ, προσπαθώντας να στείλει μήνυμα στον μουσουλμανικό και αραβικό κόσμο καθώς η Αραβική Άνοιξη ήταν το μεγάλο παράθυρο ευκαιρίας για την Τουρκία, στην προσπάθειά της να γίνει περιφερειακή δύναμη με μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας. Επιδεινώνοντας τις σχέσεις της με το Ισραήλ, η Άγκυρα έβαλε τέλος στην μεσανατολική της πολιτική η οποία στηριζόταν στο στρατηγική τρίγωνο ΗΠΑ-Ισραήλ-Τουρκία.
Η διαφοροποίηση από τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή, έγινε ακόμη πιο καθαρή. Η εμπλοκή της στη Συρία έφτασε να είναι εκτός πλαισίου αμερικανικών συμφερόντων, κάτι που έχει παραδεχτεί δημοσίως και ο σημερινός Αμερικανός πρόεδρος. Κατά το θέρος του 2016 όπου και επιχειρήθηκε πραξικόπημα εναντίον του Ερντογάν, η Τουρκία ολοκλήρωσε την απομάκρυνσή της από τις ΗΠΑ που ξεκίνησε το 2003.
Ο Ερντογάν δαιμονοποίησε τις ΗΠΑ και θεώρησε οτι ο «Γκιουλενισμός» στηρίζεται από τις ΗΠΑ και το κυνήγι φαντασμάτων του ΑΚΡ συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, καθώς τόσο η στήριξη των ΗΠΑ στους Κούρδους που νίκησαν το ΙΚ, όσο και οι καταδίκες που έρχονται συχνά-πυκνά από την Ουάσινγκτον για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία, ερμηνεύονται από το ΑΚΡ ως «σχέδια διαμελισμού της Τουρκίας».
Στις ΗΠΑ πολλοί παραδέχονται ανοικτά πλέον, οτι οι διαφορές στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις είναι περισσότερες από τις συγκλίσεις. Το 2017 η Τουρκία πραγματοποίησε σύμφωνα με το νόμο CAATSA (παράγραφος CRIEEA) «σημαντική συναλλαγή με τη Ρωσία». Ο νόμος CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act) έχει δημιουργηθεί για να αποφεύγονται από συμμάχους των ΗΠΑ όσα έκανε η Τουρκία.
Έτσι, ο Ερντογάν παρήγγειλε από τη Ρωσία το αντιαεροπορικό σύστημα S-400 έναντι 2,5 δις $. Η Τουρκία ήταν ήδη από τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα στο πρόγραμμα συμπαραγωγής των αμερικανικών αεροσκαφών 5ης γενιάς F-35. Μετά από αρκετές αποτυχημένες προτροπές των ΗΠΑ προς την Τουρκία να άρει την παραγγελία από τη Ρωσία, οι ΗΠΑ κατέστησαν την Τουρκία υπόλογη σε κάποιες μόνο διατάξεις του CAATSA, επιβάλλοντας κυρώσεις στην τουρκική αμυντική βιομηχανία και εκπαραθύρωσαν την Τουρκία από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των F-35.
Η σημερινή ατζέντα των αμερικανοτουρκικών σχέσεων είναι ακόμη πιο «βαριά».
Πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν τρομακτικά νούμερα για χώρα που είναι στο ΝΑΤΟ. Η τουρκική κοινή γνώμη κατά ένα ιλιγγιώδες ποσοστό που αγγίζει το 90%, θεωρεί τις ΗΠΑ εχθρική χώρα για την Τουρκία. Περίπου το 63% των Τούρκων, θεωρούν τη Ρωσία ως φιλική χώρα και περίπου το 73% των ερωτηθέντων, επιθυμεί περαιτέρω ενδυνάμωση των ρωσοτουρκικών σχέσεων. Στη Συρία, η Τουρκία συνεργάζεται με τη Ρωσία και το Ιράν και θέλει να πραγματοποιήσει από καιρό και άλλη εισβολή για να επιτεθεί στους Κούρδους που είναι σύμμαχοι των ΗΠΑ. Ακόμη και η «ανακωχή» που ψάχνει με τον Άσαντ, έχει ως «πάτρωνα» τη Ρωσία. Στη Λιβύη, η Τουρκία είναι παρασκηνιακά εναντίον των αμερικανικών προθέσεων, παρόλο που υποστήριξαν την προσωρινή κυβέρνηση της Λιβύης στην αρχή και οι δύο χώρες.
Οι ΗΠΑ έχουν διαμηνύσει οτι επιθυμούν εκτός Λιβύης όλες τις ξένες δυνάμεις. Η Τουρκία προσπαθεί την πλέον απονομιμοποιημένη κυβέρνηση της Τρίπολης, να τη μετατρέψει σε μια puppet administration. Οι ΗΠΑ θεωρούν πως δεν μπορεί μια τέτοια κυβέρνηση όπως της Τρίπολης να δεσμεύεται, υπογράφοντας συμβάσεις που έχουν στρατηγικό χαρακτήρα. Στον ρωσοουκρανικό πόλεμο, η Τουρκία επιχειρεί ξανά τη στρατηγική της ομηρίας του ΝΑΤΟ (και επομένως και των ΗΠΑ) πλειστηριάζοντας την πολύ σημαντική της γεωγραφική θέση.
Παρόλα αυτά, οι περισσότερες υποβοηθητικές προσπάθειες της Δύσης προς όφελος της Ουκρανίας, δεν περνούν από από την Τουρκία καθώς όλοι στο ΝΑΤΟ γνωρίζουν το ρόλο της Τουρκίας, που ο Steve Cook στο CFR έχει εδώ και καιρό χαρακτηρίσει ως «frenemy». Απόνερα αυτού του ρόλου της Τουρκίας που όσο σημαντικός και αν είναι, φέρνει μεγάλο εκνευρισμό στις ΗΠΑ, (η Τουρκία είναι το μόνο μέλος του ΝΑΤΟ που δεν είχε υιοθετήσει τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, και που υιοθέτησε κάποιες επειδή το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, απείλησε με κυρώσεις την Τουρκία λίγους μήνες πριν) είναι και η ομηρία των υποψηφιοτήτων της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
Πουλώντας καλές υπηρεσίες στη Ρωσία, η Τουρκία ζητά ουσιαστικά από τις δύο σκανδιναβικές χώρες, να αλλάξουν το ίδιο τους το σύνταγμα και να εναρμονιστούν με το τι θεωρεί ο Ερντογάν ως «τρομοκράτη». Την άνοιξη του 2022 οι ΗΠΑ δεν ήταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μεταξύ Τουρκίας-Σουηδίας-Φινλανδίας, για να μην εμπλέξει η Τουρκία και αιτήματα που έχει από τις ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας τα ως λύτρα για να δώσει τέλος στην ομηρία της υποψηφιότητας των δύο χωρών. Ένα από αυτά, είναι και τα F-16, τα οποία η Τουρκία παρήγγειλε από τις ΗΠΑ κατά το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου του 2021.
Το συγκεκριμένο αίτημα, παρόλο που ο Αμερικανός πρόεδρος το έχει προφορικά υποστηρίξει, δεν έχει έως τώρα σημαντική πρόοδο χάρη και στην εξαιρετική δράση του ελληνοαμερικανικού lobby και στην στάση του Γερουσιαστή Μενέντεζ ο οποίος έχει αποφασίσει να υποβάλλει veto σε περίπτωση που το αίτημα της αμερικανικής κυβέρνησης έλθει στη Γερουσία.
Τα ελληνοτουρκικά και τι τελικά θα κάνουν οι Αμερικανοί με την Τουρκία.
Μια από τις αμερικανοτουρκικές διαφορές είναι και τα όσα κάνει η Τουρκία στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ακόμη και η πρόσφατη έκθεση του Κογκρέσου για την Τουρκία, αναφέρει την αναβάθμιση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων. Οι ΗΠΑ έχουν γενικώς αντιδράσει σε όλες τις τουρκικές πολιτικές που έχουν διαταράξει την πάλαι ποτέ ειδική σχέση Ουάσινγκτον-Άγκυρας.
Οι επενδύσεις στη Σούδα και στην Αλεξανδρούπολη αποτελούν μια μόνο αντίδραση, η οποία δεν είναι μόνο «ελληνοτουρκικού» χαρακτήρα αλλά δείχνει στην Τουρκία οτι δεν μπορεί να εκβιάζει σημαντικά περιφερειακά συμφέροντα των ΗΠΑ. Σε αυτήν τη φάση επιδείνωσης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων (2016 έως και σήμερα) ήρθει το εμπάργκο όπλων των ΗΠΑ εναντίον της Κύπρου, ενώ όσες επίσημες επισκέψεις Αμερικανών έγιναν στην Ελλάδα από το 2016 και μετά, δε συνοδεύτηκαν από μετάβαση των υψηλόβαθμων αξιωματούχων και στην Τουρκία.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, επισκέφτηκε την Τουρκία για να πάει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο χωρίς να συναντήσει κανέναν Τούρκο επίσημο. Οι ΗΠΑ άλλοτε πιο έντονα και άλλοτε λιγότερο έντονα, έχουν αποδοκιμάσει την τουρκική επιθετικότητα εναντίον της Ελλάδας, αναγνωρίζοντας πως όλα τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα. Η αλήθεια όμως είναι οτι όσο η Ελλάδα συνυπάρχει στο ΝΑΤΟ με τις ΗΠΑ και την Τουρκία, η προτεραιότητα των ΗΠΑ είναι η διασφάλιση της συνοχής του ΝΑΤΟ και η πρώτη τους μέριμνα είναι να δρουν πυροσβεστικά. Το για πόσο ακόμη θα έχουν οι ΗΠΑ αυτόν τον ρόλο, εξαρτάται από το κατά πόσο ώριμη θα είναι τον επόμενο καιρό (και μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία) η συζήτηση που έχει ξεκινήσει στις ΗΠΑ και δεν είναι άλλη από το τι μέλλον έχει η Τουρκία στο ΝΑΤΟ.
Αυτό εξαρτάται μάλλον από τα τέσσερα σενάρια που αναφέρθηκαν παραπάνω. Προς το παρόν, οι ΗΠΑ δεν έχουν μια στρατηγική έναντι της Τουρκίας καθώς από το 2016 φαίνεται να έχουν συμβιβαστεί με την αναμονή μιας επόμενης -μη ερντογανικής- μέρας στη χώρα. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε οτι στο μεγάλο παζάρι μεταξύ Μπλίνκεν-Τσαβούσογλου που θα λάβει χώρα στις 18 Ιανουαρίου 2023, οι ΗΠΑ έχουν το πάνω χέρι και μένει να δούμε πόσο θα το εκμεταλλευτούν. Στις τουρκικές εκλογές οι ΗΠΑ δε θέλουν να έχουν καμία εμπρηστική ρητορική για τα όσες απόπειρες νοθείας γίνονται ήδη (πχ καταδίκη του Ιμάμογλου σε φυλάκιση) καθώς οι Αμερικανοί γνωρίζουν οτι ο Ερντογάν έχει επιλέξει μια στρατηγική έντασης αντίστοιχης με αυτή που έλαβε χώρα το θέρος του 2016.
Ο αντιαμερικανισμός είναι ένα χαρτί που θα παίξει ο Ερντογάν προκειμένου να φέρει όλα τα φανατικά κεμαλικά στοιχεία μαζί του. Η έκθεση του Κογκρέσου αναφέρει οτι μια άλλη κυβέρνηση στην Τουρκία θα ήταν σίγουρα προς όφελος των αμερικανοτουρκικών σχέσεων. Από την άλλη πλευρά, μην ξεχνούμε οτι η αμερικανική κυβέρνηση, μπορεί να εξετάζει το ενδεχόμενο μιας νίκης του Ερντογάν στις επερχόμενες τουρκικές εκλογές, τις οποίες το Bloomberg τις χαρακτήρισε «τις πιο σημαντικές εκλογές του 2023». Σε αυτήν την περίπτωση, οι ΗΠΑ είτε θα έχουν προδιαγράψει το ασιατικό μέλλον της Τουρκίας με διαβαθμίσεις, (τρία από τα τέσσερα σενάρια της έκθεσης RAND) ή θα χρησιμοποιήσουν την επόμενη μέρα της πιθανής εκλογής Ερντογάν και άλλα εργαλεία συμμόρφωσής του, που ίσως τα έχουν για «ώρα ανάγκης».
Να μην ξεχνάμε πως η υπόθεση HalkBank θα έχει τρομακτικό κόστος για την Τουρκία (αποβολή τραπεζών από τις αγορές και 22 δις $ πρόστιμο) και για την οικογένεια του Ερντογάν. Αυτό που μένει να δούμε είναι το τι θα πει ο Μπλίνκεν στον Τσαβούσογλου και το αν θα επισκεφτεί ο Τούρκος πρόεδρος το Λευκό Οίκο πριν τις τουρκικές εκλογές. Σε περίπτωση που πάρει ένα τέτοιο πράσινο φως ο Τούρκος πρόεδρος, μπορεί να απογοητεύσει την τουρκική αντιπολίτευση αλλά όλα τα γεγονότα έχουν και διπλές ερμηνείες.
Άρα οφείλουμε να κάνουμε και το άλλο ερώτημα: Μπορεί ένα αμερικανικό σήμα «στήριξης» στον Ερντογάν να γίνει η αφορμή για συσπειρωθεί η τουρκική αντιπολίτευση; Μια τέτοια αμερικανική κίνηση θα μπορούσε να εξασφαλίσει στις ΗΠΑ την αδράνεια του ερντογανικού αντιαμερικανισμού και παράλληλα, την ενίσχυση της ουσιαστικής τουρκικής αντιπολίτευσης. Το θέμα των αεροσκαφών F-16, μπορεί να είναι μέσα στις «ελεγχόμενες υποσχέσεις» που θα δοθούν από την αμερικανική πλευρά η οποία γνωρίζει βέβαια οτι υπάρχει στο Κογκρέσο το stop του Μενέντεζ.
* Ο Αλέξανδρος Δρίβας, Στρατηγικός Αναλυτής - Διεθνολόγος