Του Νίκου Μελέτη
Έτοιμος να προχωρήσει, με τη στήριξη μόνο των αλβανικών κομμάτων, στην απόφαση για τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος για την έγκριση της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ, Ζόραν Ζάεφ, ο οποίος συνεχίζει να προβάλει ως «επίτευγμά» του την αναγνώριση της «Μακεδονικής» γλώσσας και ταυτότητας.
Ο κ. Ζάεφ μιλώντας στη Βουλή της χώρας του την Πέμπτη, προειδοποίησε ότι εάν δεν εγκριθεί η Συμφωνία των Πρεσπών δεν θα πρέπει να περιμένει κανείς ότι η «Μακεδονία» θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ επανέλαβε το βασικό επιχείρημα που θα επιστρατεύσει όπως φαίνεται και στην καμπάνια υπέρ του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, δηλώνοντας ότι η Συμφωνία των Πρεσπών «αναγνωρίζει τη Μακεδονική γλώσσα και ταυτότητα και κανένας πια δεν μπορεί να τα αρνηθεί. Αυτό είναι ένα σπουδαίο και ιστορικό επίτευγμα» είπε ο κ. Ζαεφ και απέρριψε τις επικρίσεις ότι η «χώρα δεν έχει όνομα τώρα». Ο κ. Ζαεφ τόνισε ότι εάν η Συμφωνία εγκριθεί τότε θα προχωρήσουν οι διαδικασίες για τις αλλαγές στο Σύνταγμα και το όνομα της χώρας θα είναι «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας».
Μετά τις αποτυχημένες προσπάθειες συνεννόησης με το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης VMRO-DPMNE, αναμένεται ίσως και εντός του Σαββατοκύριακου ο κ. Ζαεφ να προχωρήσει στον καθορισμό του Δημοψηφίσματος και του ερωτήματος που θα τεθεί, με απόφαση της βουλής που θα εγκριθεί από το δικό του κόμμα και τα αλβανικά κόμματα.
Ο ίδιος μάλιστα τόνισε ότι πρέπει η απόφαση να ληφθεί έως τις 30 Ιουλίου ώστε να μπορεί να διοργανωθεί το δημοψήφισμα στις 30 Σεπτεμβρίου, και να ακολουθήσει το χρονοδιάγραμμα των σχεδόν 120 ημερών για την έγκριση των συνταγματικών αλλαγών, οπότε το συνολικό χρονοδιάγραμμα έγκρισης και υλοποίησης της Συμφωνίας εκ μέρους της πΓΔΜ τοποθετείται για το τέλος Ιανουαρίου.
Σχετικά με την στάση της αντιπολίτευσης, ο κ. Ζάεφ είπε ότι ανεξαρτήτως αν θα συμμετάσχει στο δημοψήφισμα ή θα κηρύξει μποϊκοτάζ φανερό η σιωπηρό στο δημοψήφισμα, θα πρέπει να δώσει την ευκαιρία στους πολίτες να ψηφίσουν και να τοποθετηθούν.
Όμως αυτό που φαίνεται διαδικαστική διαφωνία μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης είναι κατ'' εξοχήν ζήτημα ουσίας, καθώς το ερώτημα που θα τεθεί σε μεγάλο βαθμό θα κρίνει και το δημοψήφισμα.
Ο κ. Ζάεφ προτείνει το ερώτημα να διατυπωθεί ως εξής:
«Υποστηρίζετε την ένταξη στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ αποδεχόμενοι την Συμφωνία Μακεδονίας-Ελλαδας (για το ονομα)»; Ερώτημα που θέλει να ταυτίσει την υποστήριξη στην ευρωατλαντική πορεία της χώρας με την έγκριση της συγκεκριμένης Συμφωνίας.
Αντιθέτως η αντιπολίτευση φέρεται να έχει προτείνει, όπως το παρουσίασε ο κ. Ζαεφ, ερώτημα που προκαλεί αρνητική ψήφο:
«Δέχεστε τη Συμφωνία Μακεδονίας-Ελλάδας, που υπέγραψαν οι υπουργοί εξωτερικών Ν. Κοτζιάς και Ν. Ντιμιτρόφ στους Ψαράδες, η οποία καταστρέφει πλήρως τη μακεδονική γλώσσα και τη μακεδονική ταυτότητα και πολιτισμό;»
Η μάχη που δίνει τώρα ο κ. Ζαεφ είναι κυρίως για να αντιμετωπίσει ένα ενδεχόμενο μποϊκοτάζ από την αντιπολίτευση, καθώς εάν η συμμετοχή στο Δημοψήφισμα πέσει κάτω από το 50% τότε θα είναι άκυρο, προκαλώντας σοβαρές επιπλοκές σε όλη τη διαδικασία.
Από την έκβαση του δημοψηφίσματος θα κριθούν και τα επόμενα βήματα του κ. Ζάεφ και εάν μετά από μια θετική έκβαση του δημοψηφίσματος θα επιλέξει να προχωρήσει αμέσως σε εκλογές, ελπίζοντας ότι θα κεφαλαιοποιήσει αυτή τη δυναμική ώστε να αποτυπωθεί σε ενισχυμένη πλειοψηφία του κυβερνητικού συνασπισμού στο Κοινοβούλιο και κατόπιν χωρίς εμπόδια να δρομολογήσει τις Συνταγματικές αλλαγές.
Βεβαίως τα πράγματα θα είναι εντελώς διαφορετικά είτε σε περίπτωση μη έγκρισης της Συμφωνίας στο δημοψήφισμα είτε σε περίπτωση προσφυγής σε εκλογές, καθώς θα υπάρξει προφανώς νέα καθυστέρηση στο χρονοδιάγραμμα, ενώ πάντοτε υπάρχει και ο κίνδυνος δυσάρεστων εκπλήξεων για το κυβερνών κόμμα, που θα εκτροχίαζαν οριστικά την Συμφωνία.