Του Ιπποκράτη Δασκαλάκη*
Το ΓΕΣ, για άλλη μια φορά τιμητής των παραδόσεων και των θεσμών, ανακήρυξε το έτος 2017 ως «έτος των Εφέδρων και των Εθνοφυλάκων». Εκτιμώντας ότι η ενέργεια αυτή, πλέον της ανάδειξης της σημασίας των δύο αλληλένδετων θεσμών, αποσκοπεί και στη δρομολόγηση μέτρων και ενεργειών βελτίωσης της αποτελεσματικότητας τους θα προχωρήσω στην προβολή κάποιων σκέψεων αναφορικά με την εφεδρεία.
Είναι γεγονός ότι και στην Ελλάδα, ο θεσμός της θητείας, συνεπακόλουθα και της εφεδρείας, δέχθηκαν επικρίσεις ως επιχειρησιακά αναποτελεσματικοί, κοινωνικά ξεπερασμένοι και οικονομικά προβληματικοί. Ορισμένες από τις παρατηρήσεις ήταν ορθές. Η πληθώρα όμως των μορφών των νέων απειλών, η ορατή αδυναμία διατήρησης επαγγελματικού στρατού και η αδήριτος ανάγκη μείωσης του λειτουργικού κόστους των ενόπλων δυνάμεων μας αναγκάζουν σήμερα να αναθεωρήσουμε τους αλληλένδετους θεσμούς της θητείας, εφεδρείας και εθνοφυλακής.
Ιστορικά, με τελευταίες αποδείξεις στις, όχι μακρινές, κρίσεις του 1987 και 1996, ο στρατός ξηράς βασίστηκε στην κινητοποίηση της εφεδρείας (μερικής ή γενικής). Από πουθενά δεν προκύπτουν ασφαλή συμπεράσματα ότι δεν θα υπάρξει ανάλογη ανάγκη στο μέλλον. Απεναντίας, οι νέου τύπου απειλές που κατευθύνονται και στο εσωτερικό της χώρας θα απαιτήσουν μια πολυάριθμη κινητοποίηση -με συμμετοχή και της εφεδρείας- για την αντιμετώπιση τους. Ως εκ τούτου, ο βασικός μας στόχος εστιάζει στο πως θα δημιουργήσουμε μια περισσότερο εκπαιδευμένη και αξιόπιστη εφεδρεία.
Η εφεδρεία είναι όμως άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δομή, οργάνωση και συγκρότηση των ενόπλων δυνάμεων, καθίσταται αξιόμαχη μέσα από την εκπαίδευση στη διάρκεια της θητείας, συντηρείται με διαρκείς μετεκπαιδεύσεις και υλοποιείται μέσα από ένα γραφειοκρατικό σύστημα που περιέχει τα στρατολογικές αρχές, τις μονάδες επιστράτευσης και τις μονάδες εκστρατείας.
Αναμφισβήτητα η δημιουργία αξιόμαχου έφεδρου προϋποθέτει την ύπαρξη εκπαιδευμένου κληρωτού. Προσωπική μου άποψη είναι ότι υπάρχει μια υστέρηση στην εκπαίδευση των κληρωτών για ένα πλήθος λόγων που βαρύνουν εξίσου πολιτική και στρατιωτική ηγεσία αλλά και τον καθένα από εμάς ατομικά. Αντικειμενικές δυσκολίες υπάρχουν πολλές: μειωμένη διάρκεια θητείας, ελλιπείς πιστώσεις για εκπαίδευση, πλήθος από πάρεργα. Το μείζον όμως πρόβλημα ίσως να είναι η ίδια η δομή της θητείας και κυρίως η μη μετά επιτάσεως εξασφάλιση της απόκτησης των απλών ελάχιστων γνώσεων και δεξιοτήτων που θα πρέπει να διαθέτει ο κάθε κληρωτός. Ανασταλτικός παράγοντας και η ομόφωνη επιλογή και εφαρμογή μιας εκπαίδευσης «χαμηλής έντασης» σε αντίθεση με τις απαιτητικές ανάγκες της «ρεαλιστικής εκπαίδευσης» (με όλους τους κινδύνους).
Ακόμη πιο προβληματική όμως η μετεκπαίδευση της εφεδρείας. Μπορούμε όμως να βελτιώσουμε το θεσμό με απλές ενέργειες χαμηλού κόστους. Αρχικά ας ορίσουμε, βελτιώσουμε και αξιολογήσουμε τις ελάχιστες γνώσεις και πρακτικές δεξιότητες που πρέπει να διαθέτει ο κάθε έφεδρος. Με γνώμονας αυτά τα σημεία ας ανασχεδιάσουμε την μετεκπαίδευση. Τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνιών είναι σύμμαχοι μας. Μπορούμε να δώσουμε ευελιξία στον κάθε έφεδρο για το που και πότε θα συντηρήσει τις γνώσεις και δεξιότητες του. Ειδικά τα βασικά προαπαιτούμενα της ατομικής εκπαιδεύσεως μπορεί να επαναδιδαχθούν και αξιολογηθούν σε διάστημα μικρότερο των 8 ωρών σε οποιαδήποτε σχεδόν στρατιωτική μονάδα που διαθέτει πεδίο βολής. Αποτελέσματα: Επιτυχών (πιστοποίηση για 3-5 χρόνια) ή αποτυχών (νέα παρουσία και αξιολόγηση το επόμενο εξάμηνο). Αντίστοιχα απλή και μετεκπαίδευση-πιστοποίηση και σε ορισμένες ειδικότητες που δεν επιβάλλουν ύπαρξη ειδικού εξοπλισμού. Ο διαμένων στην Αθήνα οδηγός αυτοκινήτου δεν χρειάζεται να μεταβεί στην επιστρατευτική του μονάδα για την –ανά τριετία-μετεκπαίδευση του στο χειρισμό στρατιωτικών οχημάτων. Αναμφίβολα αρκετές ειδικότητες θα συνεχίσουν να απαιτούν τη μετάβαση στις αντίστοιχες μονάδες εκστρατείας ή ειδικά κέντρα εκπαιδεύσεως. Μπορούμε όμως να δώσουμε την αναγκαία ευελιξία στους εφέδρους επιλογής τόπου και χρόνου με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων και ειδικών κωδικών πρόσβασης (πχ taxis). Ειδικά στις παραμεθόριες περιοχές, γιατί ορισμένες εκπαιδευτικές δραστηριότητες των Μονάδων (πχ βολές) να μην είναι «ανοικτές», μέσω μιας διαδικασίας και στους εφέδρους; Η συμμετοχή του εφέδρου σε κύριες εκπαιδευτικές δραστηριότητες της Μονάδος είναι αναμφίβολα το επιστέγασμα της εκπαίδευσης του αλλά και της ίδιας της επιχειρησιακής ετοιμότητας της Μονάδος και κρίνεται αναγκαία. Στον τομέα αυτό, η ορθή επιλογή και τοποθέτηση της εφεδρείας διευκολύνει κατά πολύ το έργο μας. Ακόμη και η αρχική απονομή ειδικοτήτων διευκολύνει τη μετεκπαίδευση της εφεδρείας. Ειδικά όμως στο στάδιο προ της απολύσεως απαιτείται συνεργασία μεταξύ της μονάδος εκστρατείας που υπηρεί ο έφεδρος και των επιστρατευτικών αρχών για τη βέλτιστη επιλογή. Η γνώμη της μονάδος και του ιδίου του κληρωτού-εφέδρου πρέπει να έχουν βαρύνουσα σημασία για την επιστρατευτική του τοποθέτηση. Επιδίωξη να δημιουργήσουμε δεσμούς μεταξύ των μονάδων και των εφέδρων. Ευχής έργο, η μονάδα εκστρατείας υπηρέτησης -ως κληρωτού- να παραμένει και η επιστρατευτική μονάδα κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην εφεδρεία. Πρωτοβουλίες πρέπει να δοθούν και στις μονάδες για την απευθείας επικοινωνία τους με τους εφέδρους τους και την ενημέρωση-κλήση τους σε διάφορες δραστηριότητες. Απαραίτητα όμως το σύστημα πρέπει να παρέχει νομική κάλυψη σε αμφότερους και να είναι αδιάβλητο.
Ο κάθε έφεδρος, ανεξαρτήτως ειδικού φύλλου πορείας, θα πρέπει να γνωρίζει επακριβώς τις διαδικασίες και στάδια μετεκπαίδευσης του καθώς και τους χρονικούς περιορισμούς εντός των οποίων αυτές θα πραγματοποιούνται καθώς και τις δυνατότητες του για υποβολή των επιλογών του.
Ένα επιπλέον αποφασιστικό βήμα, ίσως να ήταν η αξιοποίηση όλων αυτών των εφέδρων που εθελοντικά επιθυμούν (δυνατότητα αλλαγής επιθυμίας) να είναι ενεργά μέλη της εφεδρείας τοποθετημένα σε μονάδες εκστρατείας. Ίσως δηλαδή να δημιουργήσουμε εφεδρείες «δύο ταχυτήτων». Πριν από κάθε βήμα θα πρέπει προσεκτικά να έχει εξασφαλιστεί η συμβατότητα του με το Ελληνικό Σύνταγμα και τη νομοθεσία. Σε κάθε περίπτωση, η παροχή κινήτρων σίγουρα δρα υποβοηθητικά αλλά πρέπει να είναι σύννομη, οικονομικά ανεκτή και κοινωνικά αποδεκτή.
Η επιτυχία των νέων ρυθμίσεων θα εξασφαλιστεί κυρίως από την αποδοχή που αυτές θα έχουν από την ελληνική κοινωνία. Η αίσθηση της προσωπικής συμμετοχής εκάστου και της δυνατότητας επιλογών του, εάν συνδυαστεί και με την αντίληψη ενός αποδοτικού και κυρίως αξιοκρατικού και αδιάβλητου συστήματος, θα οδηγήσει στην αναβάθμιση του θεσμού της εφεδρείας.
Συνοψίζοντας, ας εξετάσουμε σοβαρά και με επαγγελματισμό το θέμα της εφεδρείας ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής άμυνας, χωρίς να προτείνουμε ανεδαφικές λύσεις, ξεχνώντας αρνητικά στερεότυπα για την επιστράτευση, μακριά από πρόχειρα κομματικά πυροτεχνήματα, αποφεύγοντας πρόχειρες αποφάσεις που δημιουργούν νομικά προβλήματα, κοιτάζοντας τις λύσεις που έδωσαν άλλα αντίστοιχα κράτη, δίδοντας πρωτοβουλίες στις στρατιωτικές μονάδες και ευελιξία επιλογών στους εφέδρους και ξεφεύγοντας από τις τετριμμένες συνταγές του παρελθόντος.
* Ο κ. Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Υποστράτηγος (εα). Πτυχιούχος τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Παντείου Πανεπιστημίου. Μεταπτυχιακό στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.Διευθυντής Μελετών του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ).Συνεργάτης του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ).Διαλέκτης στη Σχολή Εθνικής Αμύνης (ΣΕΘΑ).