Photo by Getty Images/ Donald Miralle / Staff
Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ουάσιγκτον θα πληγούν αν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν εκδώσουν τον ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο η Άγκυρα και ο Ταγίπ Ερντογάν κατηγορούν ως εγκέφαλο του αποτυχημένου στρατιωτικού πραξικοπήματος, ανέφερε πρόσφατα σε δηλώσεις του ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, Μελβούτ Τσαβούσογλου.
Την ίδια στιγμή, στη συνεδρίαση των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, που συμμετείχε ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών, διαβεβαίωσε τους ευρωπαίους ομολόγους του, ότι εάν η Τουρκία και ο Ερντογάν δεν συνετιστούν και θέσουν σε κίνδυνο τη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας για το μεταναστευτικό, την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή ή δημιουργήσουν το παραμικρό πρόβλημα στην ΕΕ, τότε οι ΗΠΑ θα επέμβουν υπέρ της ΕΕ.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το καθεστώς Ερντογάν στην Τουρκία, βρίσκονται στα μαχαίρια, με την Τουρκία να απαιτεί και να απειλεί την Ουάσιγκτον και την κυβέρνηση Ομπάμα. [Άλλωστε, μετά το «φροντιστήριο» απειλών της Άγκυρας σε βάρος της Ελλάδας, γνωρίζει πλέον καλά το μάθημα!]. Το ίδιο συμβαίνει και απέναντι στις Βρυξέλλες, αφού η απειλή της ηγεσίας των Βρυξελλών για διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την ΕΕ σε περίπτωση επαναφοράς της θανατικής ποινής από το απολυταρχικό καθεστώς Ερντογάν, λοιδορούνται ανοικτά από την Άγκυρα.
Η τουρκική ρητορεία...
Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δηλώσεις του Αρχηγού της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κυβερνώντος Κόμματος της Τουρκίας AKP, τις οποίες ανάρτησε στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter. Ο κ. Μουσταφά Ελιτάς, αντιδρώντας στις δηλώσεις του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζάν Κλοντ Γιούνκερ, αναφορικά με αυτό το θέμα ανέφερε:
«Κατά πώς φαίνεται, ανακοινώθηκε ότι στην περίπτωση που η Τουρκία επαναφέρει τη θανατική ποινή, θα διακοπεί η διαδικασία ένταξής της στην ΕΕ. Εδώ και χρόνια, εναρμονίζουμε με μεγάλη αποφασιστικότητα το δίκαιό μας με το κοινοτικό, αλλά κάθε φορά αυτό δεν αρκεί, και η ΕΕ λέει απρόθυμα “ναι” και πάντα βρίσκει δικαιολογίες. Η Ευρώπη που κηρύσσει κατάσταση έκτακτης ανάγκης με την παραμικρή τρομοκρατική πράξη, τι θα έκανε εάν είχε εκτεθεί σε ένα τόσο μεγάλο τρομοκρατικό χτύπημα; [εννοεί το πραξικόπημα]. Μόλις χθες η Γερμανία έλαβε απόφαση για κατάσταση έκτακτης ανάγκης μετά την τρομοκρατική ενέργεια στο Μόναχο. Ομοίως η Γαλλία, παράτεινε την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για ένα εξάμηνο. Ένας νεαρός Γάλλος έγραψε στο twitter: “Αν γίνει ακόμα μια άλλη τρομοκρατική επίθεση στη Γαλλία, δε θα καλέσω την Αστυνομία, αλλά τους Τούρκους”. Είναι σημαντικό αυτό που λέει ο λαός. Εξάλλου, η ΕΕ φαίνεται ότι τελείωσε. H Τουρκία θα είναι το σωσίβιο της ΕΕ, το τέλος της οποίας επιβεβαιώνεται με την αποχώρηση της Μ. Βρετανίας. Η ΕΕ οφείλει να το γνωρίζει καλά αυτό: δεν είναι η Τουρκία που έχει ανάγκη την ΕΕ, είναι η ΕΕ που έχει ανάγκη την Τουρκία. Εδώ και χρόνια, η ΕΕ επαίρεται ότι είναι η κοιτίδα της Δημοκρατίας, για να δει τι είναι άραγε η Δημοκρατία, ας κοιτάξει, χωρίς να εθελοτυφλεί, την Τουρκία, η οποία λαχτάρησε αντιμέτωπη με τα τανκς. Η δική μας απάντηση στην ΕΕ που δηλώνει ότι θα διακόψει τη διαδικασία ένταξης της Τουρκίας, στην περίπτωση επαναφοράς της θανατικής ποινής, έχει ως εξής: Θα μείνουμε με την πίκρα».
Η τουρκική στρατηγική
Η αντιμετώπιση αυτή έναντι της Ουάσιγκτον και των συμμάχων της στις Βρυξέλλες, από τον Ερντογάν και τις μαριονέτες του στο απολυταρχικό καθεστώς που κυβερνά σήμερα την Τουρκία, μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι η τουρκική ηγεσία έχει αναλύσει καλά το κενό εξουσίας που υπάρχει στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και την τεράστια φθορά και απώλεια αξιοπιστίας του συστήματος των Βρυξελλών, με αποτέλεσμα να εφαρμόζει χωρίς καμία αναστολή μια πολιτική με κατεύθυνση η οποία τον φέρνει σε απόλυτη σύγκρουση με τη Δύση.
Οι διπλωματικές κινήσεις Ερντογάν οι οποίες προηγήθηκαν του αποτυχημένου πραξικοπήματος ήταν μελετημένες και δείχνουν μια δραστική αλλαγή στην πολιτική της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν πέρα από τις μαζικές εκκαθαρίσεις των αντιπάλων του, σε όλα τα επίπεδα των θεσμών της Τουρκίας, τοποθετεί την Τουρκία πολιτικά σε μια νέα θέση στην ευρύτερη περιοχή. Επιδιώκει μια εθνικιστικά κοντόφθαλμη και σοβινιστική εσωτερική και εξωτερική πολιτική. Οι απολυταρχικές εκκαθαρίσεις στο εσωτερικό είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις υπό διαμόρφωση πρωτοβουλίες του στην περιφερειακή εξωτερική του πολιτική. Οι δράσεις του στο εσωτερικό έρχονται μετά από την κατατρόπωση ορισμένων συμμάχων του στην περιοχή, όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο και το Κόμμα Ennahda στην Τυνησία. Οι σημερινές εκκαθαρίσεις του Ερντογάν είναι κινήσεις πρόληψης για να αποφύγει μια παρόμοια κατάσταση με αυτή της Αιγύπτου και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας από το στρατό. Μέχρι στιγμής δείχνει να επιτυγχάνει το στόχο του.
Η τουρκική διπλωματία
Στο πεδίο των εξωτερικών σχέσεων, η σύγκρουση με τις ΗΠΑ για την πολιτική στη Συρία έχει περάσει στο καυτό θέμα των Κούρδων. Ο Ερντογάν εφαρμόζει σκληρές διώξεις στο εσωτερικό με στόχο την εξάλειψη οποιασδήποτε αντιπολίτευσης στην περιφερειακή εξωτερική πολιτική του, της οποίας ένας από τους βασικούς στόχους είναι η αποτροπή ενός ανεξάρτητου κράτους των Κούρδων στη Συρία. Με γνώμονα αυτό το στόχο, επαναπροσδιορίζει την περιφερειακή πολιτική του μακριά από το ΝΑΤΟ και την Ευρώπη. Η μετατόπιση αυτή εξηγεί και τα ανοίγματα σύσφιξης των σχέσεων με περιφερειακές δυνάμεις όπως το Ιράν, τη Ρωσία και το Ισραήλ.
Η απομάκρυνση από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ είναι εμφανής, το κρίσιμο ερώτημα είναι ποιο είναι το μέγεθος αυτής της απομάκρυνσης. Τι θα γίνει για παράδειγμα με την κρίσιμη στρατιωτική βάση του Ιντσιρλίκ. Πολλοί ξεχνούν ότι οι ΗΠΑ διατηρούν εκεί πυρηνικά όπλα. Δεν θα πρέπει επίσης να διαφεύγει της προσοχής ότι η κυβέρνηση Ομπάμα τα τελευταία χρόνια απέτυχε παταγωδώς να καταφέρει τους περιφερειακούς της συμμάχους να ευθυγραμμιστούν με την πολιτική της.
Οι σχέσεις της κυβέρνησης Ομπάμα, με δυο παραδοσιακά στρατηγικούς συμμάχους της Ουάσιγκτον, το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία, έχουν οδηγηθεί στα άκρα, ειδικά μετά την συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα και την επαναπροσέγγιση με την Τεχεράνη. Οι προσωπικές σχέσεις του Μπαράκ Ομπάμα με τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου και τη Βασιλική Οικογένεια της Σαουδικής Αραβίας, δεν θα μπορούσαν να είναι χειρότερες. Παρ'' όλα αυτά το Κογκρέσο συνεχίζει να νομοθετεί τεράστια βοήθεια στις δυο αυτές χώρες. Οι στρατηγικές συμμαχίες παραμένουν, αλλά με επίπεδα έντασης ιστορικά υψηλά για τα δεδομένα. Το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία, ο καθένας για τους δικούς του λόγους και με το δικό του τρόπο, παίζουν την Τουρκία αυτή τη στιγμή. Παρ'' όλα αυτά τα αντικρουόμενα συμφέροντα μεταξύ των τριών αυτών χωρών στην περιοχή είναι μεγάλα και πολύ σύντομα πιθανόν να συγκρουστούν. Και οι τρεις έχουν διαπιστώσει ότι οι ΗΠΑ σήμερα, παρά το γεγονός ότι στρατιωτικά είναι ισχυρές, πολιτικά είναι πιο αδύναμες και δεν μπορούν να επιβάλλουν πολιτικές όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Επίσης, βλέπουν ότι η πολιτική Ομπάμα στη Συρία είναι στα χάλια της και πολύ σύντομα θα σκάσει στα δικά τους εδάφη, είτε με αύξηση της τρομοκρατίας, είτε με τεράστια προβλήματα στο προσφυγικό μέτωπο.
Ο Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά ότι η Τουρκία δεν πρόκειται ποτέ να ενταχθεί στην ΕΕ, οπότε έχει αρχίσει ήδη και πρόκειται να ενισχύσει τη στροφή της προς την Ανατολή.
Η Ουάσιγκτον είναι σφοδρά ενοχλημένη και αισθάνεται ότι προσβάλλεται από τις αιτιάσεις της Άγκυρας για αμερικανικό δάκτυλο πίσω από το αποτυχημένο πραξικόπημα. Το ότι οι κατηγορίες αυτές προέρχονται και από χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, γεγονός που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο, καθιστά την οργή μεγαλύτερη. Όταν μάλιστα μόλις πριν λίγους μήνες η Ουάσιγκτον ξεπέρασε τον εαυτό της για να στηρίξει την Τουρκία στην απίθανη ενέργεια κατάρριψης του ρωσικού μαχητικού. Δαιμόνιος και δεινός στρατηγικός παίκτης, ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, διαβάζοντας σωστά αυτή την κατάσταση άρχισε να παίζει την παρτίδα με τους δικούς του όρους. Σε αντίθεση με κάθε δυτικό ηγέτη, τηλεφώνησε στον Ταγίπ Ερντογάν για να του εκφράσει τη συμπάθειά του, και τις καλύτερες ευχές του για επιτυχία στις προσπάθειές του για επαναφορά της συνταγματικής τάξης το συντομότερο δυνατό, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα. Και για του λόγου το αληθές, ο Τούρκος Πρόεδρος, Ταγίπ Ερντογάν πρόκειται να συναντηθεί με τον Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν, στις 9 Αυγούστου στην Αγία Πετρούπολη. Την ανακοίνωση της επίσκεψης του Τούρκου Προέδρου στη Ρωσία και τη συνάντησή του με το Ρώσο ομόλογό του, έκανε ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Μεχμέτ Σιμσέκ. Στη Μόσχα επίσης πραγματοποιούν επίσκεψη, ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Νουρετίν Τσανικλί και ο Υπουργός Οικονομίας, Νιχάτ Ζεϊμπεκτσί.
Οι αποτυχημένες προσπάθειες της Τουρκίας να ενσωματωθεί οικονομικά στην ΕΕ, την οδηγούν να κινείται όλο και πιο πολύ προς τα ανατολικά προς την Ευρασία. Αρχίζει μάλιστα να βλέπει όλο και πιο θετικά το The Balkan Stream Project, ένα σχέδιο της Μόσχας που έχει ως στόχο την ένωση της Κεντρικής Ευρώπης με τη Δυτική Ευρασία, με ένα αγωγό ενέργειας από τη Βαλτική Θάλασσα στα βόρεια μέχρι τη Μεσόγειο στα νότια.
Στο μέτωπο του Ισραήλ, με πίεση της Ουάσιγκτον, υπήρξε επαναπροσέγγιση Τελ Αβίβ και Άγκυρας. Στην ουσία αυτό προήλθε από την αγωνία του Ισραήλ να απεγκλωβιστεί από την απομόνωσή του στην περιοχή.
Από την ημέρα που επιτεύχθηκε η συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα, ο Ερντογάν έχει αρχίσει τη στρατηγική γοητείας έναντι της Τεχεράνης βλέποντας την ως ελκυστική αγορά εμπορίου και επενδύσεων. Και αυτό παρά το γεγονός ότι βρίσκονται σε αντίθετα στρατόπεδα στη Συρία. Η Τεχεράνη επιδιώκει τη διατήρηση καλών σχέσεων με την Άγκυρα, γι'' αυτό και στήριξε τον Ερντογάν στην κατατρόπωση του πραξικοπήματος.
Η ανοχή, πληρώνεται...
Το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο. Οι πολιτικές και οι στρατηγικές, ο Θεός να τις κάνει στρατηγικές, επιλογές της κυβέρνησης Ομπάμα, στην περιοχή, ανέθρεψαν τον Ερντογάν και δημιούργησαν τις συνθήκες για την απολυταρχική και σαφώς εναντίον της Δύσης πολιτική που εφαρμόζει σήμερα.
Για χρόνια ολόκληρα, ήταν εμφανές που το πήγαινε ο Ερντογάν, αλλά η ατολμία και η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού του Ομπάμα και της κυβέρνησής του, συνέχισαν να αγνοούν τα σημάδια και να χαϊδεύουν τον Σουλτάνο, ο οποίος τώρα γυρνά και τους δαγκώνει.
Και το χειρότερο είναι, ότι γνωρίζει πολύ καλά ότι η Ουάσιγκτον, σε αυτή τη δεδομένη στιγμή, είναι παντελώς αδύναμη, παρά τις κραυγές του Τζόν Κέρι, να κάνει οτιδήποτε για να τον επαναφέρει στην τάξη.
Δυστυχώς, θα πρέπει να περιμένουμε έως την άνοιξη του 2017 για να δούμε μια πιο ολοκληρωμένη αντίδραση της Ουάσιγκτον, όταν θα έχει αρχίσει να ξεδιπλώνεται η εξωτερική πολιτική του νέου Προέδρου των ΗΠΑ, που θα προκύψει από τις εκλογές του Νοεμβρίου.
Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση όμως, μια προεδρία Χίλαρι Κλίντον, λόγω των έντονα φιλοτουρκικών θέσεών της, δεν αναμένεται να παράξει τίποτα θετικό. Αντιθέτως, είναι πολύ πιθανόν να κάνει τα πράγματα χειρότερα. Όσον αφορά την περίπτωση μια προεδρίας Τράμπ, εκεί υπάρχει ο αστάθμητος παράγοντας του νέου και απρόβλεπτου. Αυτό από μόνο του, ίσως να έχει και θετικό πρόσημο, διότι θα είναι απαλλαγμένο από τα βαρίδια του κατεστημένου και των παραδοσιακών απόψεών του. Ταυτόχρονα, οι στενές σχέσεις Ερντογάν με το ΙSIS, θα γείρουν σαφώς αρνητικά την πλάστιγγα εναντίον του Σουλτάνου, στα μάτια του Ντόναλντ Τράμπ.
Συμπερασματικά, μια ψυχρή ανάλυση των δεδομένων δείχνει ότι αυτή τη στιγμή η Ουάσιγκτον, όσον αφορά τον Ερντογάν και την Τουρκία, εκτός του ότι πληρώνει τα τραγικά λάθη πολιτικής της οκταετίας Ομπάμα, είναι εντελώς αδύναμη να εμποδίσει το Σουλτάνο στις επιδιώξεις του. Το θέμα που καίει είναι πόσο μεγάλη θα είναι η ζημιά, πόσο ακριβός θα είναι ο λογαριασμός για τη Δύση, μέχρι την άνοιξη του 2017.
*Ο Δημήτρης Απόκης είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος.