Του Νίκου Μελέτη
Με μια δραματική προειδοποίηση, την πρώτη αυτού του είδους από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την αποκατάσταση μιας βαθιάς στρατηγικής σχέσης μεταξύ των δυο πλευρών του Ατλαντικού η Ά. Merkel έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για αυτό που αποτέλεσε τη βάση της μετα-Ψυχροπολεμικής ισορροπίας δυνάμεων και αρχιτεκτονικής ασφάλειας.
Η Γερμανίδα καγκελάριος Angela Merkel μετά από δυο εικοσιτετράωρα επαφών στο ΝΑΤΟ και στους G7 με τον νέο Αμερικανό ηγέτη Donald Trump, προειδοποίησε ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να υπολογίζει πλέον στις ΗΠΑ ως αξιόπιστο σύμμαχο. «Η εποχή που θα μπορούσαμε να υπολογίζουμε σε άλλους έχει τελειώσει, όπως διαπίστωσα μετά την εμπειρία των τελευταίων ημερών» δήλωσε η κ. Merkel σε πολιτική συγκέντρωση στο Μόναχο.
«Οι Ευρωπαίοι οφείλουμε να πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας» είπε η Γερμανίδα καγκελάριος προσθέτοντας ότι η Ε.Ε. πρέπει να προετοιμασθεί για ένα μέλλον χωρίς τη Βρετανία, συμπληρώνοντας ότι «έχουμε ανάγκη από φιλικές σχέσεις με τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τους άλλους γείτονες μας περιλαμβανομένης και της Ρωσίας, αλλά πρέπει να αγωνισθούμε για το μέλλον μας μόνοι μας..»..
Οι δηλώσεις αυτές ήρθαν μετά τη σοβαρή διάσταση που σημειώθηκε στην Σύνοδο των G7 στην Σικελία, όταν ο Donald Trump απέφυγε να δεσμευθεί στη Συνθήκη των Παρισίων για το Κλίμα, εναντίον της οποίας είχε στραφεί επανειλημμένα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής καμπάνιας του.
Ο γνωστός πολιτικός αναλυτής Ian Brener σχολίασε την παρουσία του D. Trump σε Βρυξέλλες και Σικελία:
«Τελειώνοντας την ΤΤΡ: κερδίζει η Κίνα
Εξασθενίζοντας την σχέση ΗΠΑ-ΝΑΤΟ: κερδίζει η Ρωσία
Αποχωρώντας από την Σύμβαση για το Κλίμα: δεν κερδίζει κανείς...».
Στη Συνάντηση Κορυφής του ΝΑΤΟ ο D. Trump έστειλε μηνύματα που μάλλον μεγάλωσαν την ανησυχία των Συμμάχων για τη δέσμευση των ΗΠΑ να συμβάλουν στην συλλογική ασφάλεια.
Οι υπαινιγμοί του κ. Trump και η άκομψη πρώτη δημόσια τοποθέτηση του για τα «χρέη» των συμμάχων και τους Αμερικανούς φορολογουμένους οι οποίοι πληρώνουν το κόστος της συλλογικής άμυνας που αναλογεί σε Ευρωπαίους εταίρους, ήταν ένα πρώτο μήνυμα για τον τρόπο που αντιμετωπίζει την Συμμαχία. Παραβλέποντας φυσικά ότι ο ηγετικός ρόλος που διεκδίκησαν και διατήρησαν για έξι δεκαετίες οι ΗΠΑ, συνεπαγόταν και ένα σημαντικό κόστος σε αμυντικές δαπάνες, οι οποίες όμως τροφοδότησαν τους ρυθμούς ανάπτυξης και δημιούργησαν εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας στην χώρα του.
Ο κ. Trump ο οποίος προκάλεσε μεγάλη καχυποψία στους Συμμάχους όλο το προηγούμενο διάστημα λόγω των σχέσεων του με τη Ρωσία, αρκέστηκε μόνο σε μια γενική αναφορά ότι και η Ρωσία περιλαμβάνεται στις απειλές που θα αντιμετωπίζει μελλοντικά το ΝΑΤΟ, θέτοντας πρώτες στην λίστα των απειλών, την τρομοκρατία και το μεταναστευτικό.
Κυρίως όμως η ανησυχία των Συμμάχων εντάθηκε καθώς ο D. Trump απέφυγε να επαναλάβει την δέσμευση στο Άρθρο 5 της Συμμαχίας, το άρθρο της αμοιβαίας συνδρομής σε περίπτωση απειλής, σύμφωνα με το οποίο ισχύει η Αρχή του «ένας για όλους και όλοι για έναν» και αποτέλεσε τον πυρήνα της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Η αβεβαιότητα αυτή απλώς υπονομεύει την συνοχή αλλά και την αποτελεσματικότητα της Συμμαχίας.
Ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Χέρμπερτ Ρέιμοντ Μακ Μάστερ, προσπάθησε να δώσει διαβεβαιώσεις ότι δεν χρειάζονταν να δοθεί από τον πρόεδρο Trump ειδική επαναβεβαίωση του Άρθρου 5 καθώς υπάρχει δέσμευση των ΗΠΑ ως ιδρυτικού μέλους του ΝΑΤΟ και συμβαλλομένου μέρους της ιδρυτικής Συνθήκης του 1949.
«Όλες οι κινήσεις του Προέδρου είναι για την ενίσχυση της Συμμαχίας..», υπογράμμισε ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας.
Η διαφαινόμενη αυτή σύγκρουση με την Γερμανία έχει και οικονομική διάσταση καθώς υπήρξε αντιπαράθεση μεταξύ της A. Merkel και του D. Trump για τα υπερβολικά πλεονάσματα της Γερμανίας. Για το συγκεκριμένο ζήτημα η καγκελάριος επεσήμανε το πως επωφελείται η αμερικανική οικονομία από τις επενδύσεις των γερμανικών επιχειρήσεων, κυρίως αυτοκινητοβιομηχανιών, οι οποίες δημιουργούν χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, η αβεβαιότητα που προκαλεί η αλλοπρόσαλλη πολιτική Trump όσον αφορά το ΝΑΤΟ αλλά και τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δυο πλευρών του Ατλαντικού, αφήνει το πεδίο ανοικτό στην προσπάθεια της Γερμανίας να ηγηθεί της ανάδειξης της Ευρώπης σε εναλλακτικό ισχυρό παράγοντα στο νέο σκηνικό της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, αλλά και ως αυτονόμου παράγοντα «παραγωγής» Ασφάλειας και Σταθερότητας σε μια εκτεταμένη περιοχή από τον Ατλαντικό μέχρι την Ασία και την Κεντρική Αφρική.
Μένει να αποδειχθεί ότι αυτή η ρευστότητα και αβεβαιότητα που τροφοδοτείται από τις ΗΠΑ του Trump, δεν θα πυροδοτήσει μια εντελώς αντιπαραγωγική και επικίνδυνη αυτονόμηση της Γερμανίας, σαν αυτές που πλήρωσε ακριβά η Ευρώπη δύο φορές κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα.