Το ύψος του δανεισμού μιας επιχείρησης αποτελούσε πάντα σημείο τριβής σε μια συζήτηση για το χρηματοοικονομικό ρίσκο που αναλαμβάνει μια εταιρεία. Τα δανειακά κεφάλαια έπαψαν να είναι ταμπού ειδικά από τη στιγμή που η Ελλάδα μπήκε στο ευρώ και το κόστος δανεισμό έγινε πιο προσιτό. Παρά τις υπερβολές που σημειώθηκαν από τότε, οι ελληνικές επιχειρήσεις βελτίωσαν τη σχέση που έχουν με τη μόχλευση μειώνοντας έτσι το ρίσκο τους. Αυτό φαίνεται από τη σταδιακή μετατόπιση της διάρκειας του χρέους: Στο τέλος του φετινού α’ 6μήνου το 75% του τραπεζικού δανεισμού (συμπεριλαμβανομένων και των μισθώσεων) ήταν μακράς διάρκειας, υπερέβαινε δηλαδή το ένα έτος.
Στο όχι και τόσο μακρινό 2009 ο μακροπρόθεσμος δανεισμός των εισηγμένων εταιριών ήταν μόλις το 37% της συνολικής μόχλευσης. Έκτοτε μεσολάβησαν τα εξής: α) οι εταιρίες αποφάσισαν να απευθυνθούν στις αγορές με πολυετείς ομολογιακές εκδόσεις β) Οι επενδύσεις έγιναν πιο τεχνοκρατικές λαμβάνοντας υπόψη το περιθώριο μεταξύ εσωτερικής αξίας και κόστους δανεισμού και γ) η ρευστότητα την δύσκολη δεκαετία που μεσολάβησε από το 2010 και μετά διακρατήθηκε στους ισολογισμούς για να υποστηρίξει το κεφάλαιο κίνησης. Το γεγονός των λιγοστών μερισμάτων από την περίοδο του 2015 και μετά έχει να κάνει με τη συντηρητική στάση των εταιριών και της χρηματοδότησης πολλών εγχειρημάτων επέκτασης εκ των έσω. Σταδιακά και καθώς οι τράπεζες άρχισαν να ξανανοίγουν τις κάνουλες χρηματοδότησης τα μερίσματα αυξήθηκαν και οι επενδύσεις απέκτησαν τη σωστή αναλογία μίγματος κεφαλαίων.
Παρόλα αυτά υπάρχουν 32 εισηγμένες εταιρίες που όχι μόνο παρουσιάζουν χαμηλό δείκτη μόχλευσης αλλά παραμένουν με καθαρό ταμείο. Το σύνολο της καθαρής ρευστότητας είναι 1,6 δις ευρώ από μια συνολική ταμειακή θέση 2,3 δις ευρώ. Οι περισσότερες εξ αυτών των εταιριών εκτός από την παραδοσιακά θετική εικόνα κερδοφόρων αποτελεσμάτων δεν φαίνεται να συμμερίζονται τη στρατηγική ανάπτυξης με δανεικό χρήμα. Σε πολλές δε από αυτές η καθαρή ταμειακή θέση αν υπήρχε σημαντική ελεύθερη διασπορά θα ενεργοποιούσε αντανακλαστικά επιθετικής εξαγοράς.
Οι εταιρείες που έχουν αρνητικό καθαρό δανεισμό στο εξάμηνο στο ΧΑ
Ωστόσο, η μόχλευση των επιχειρήσεων δεν παύει να αποτελεί έναν εν δυνάμει κίνδυνο. Στο εξάμηνο πολλές εταιρίες έσπευσαν να δικαιολογήσουν τη –σχετική ή απόλυτη- απότομη αύξηση του δανεισμού τους με την υλοποίηση επενδυτικών πλάνων ή με την αύξηση των αναγκών σε κεφάλαια κίνησης. Για παράδειγμα, οι εταιρίες εμπορίας ενέργειας είδαν τον ισολογισμό τους να μεγαλώνει ακόμα και 10 φορές σε σχέση με πέρυσι λόγω της αύξησης των τιμών εμπορίας ρεύματος. Ένα μικρό ποσοστό καθυστέρησης πληρωμής των λογαριασμών αρκεί για να στεγνώσει η εταιρία από ρευστότητα. Κάτι τέτοιο είναι σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπιστεί με αυξήσεις κεφαλαίου ή τη δημιουργία κεφαλαίου από την κερδοφορία της περιόδου. Κάτι περίπου παρόμοιο συνέβη και στις εταιρίες διύλισης (κυρίως στο α’ τρίμηνο) οι οποίες παράλληλα εκπονούν και το πρόγραμμα επέκτασης τους στις ΑΠΕ.
Επομένως, η προσφυγή σε τραπεζικό ή ενδοεταιρικό δανεισμό ήταν αναπόφευκτη. Σε τηλεδιασκέψεις που ακολούθησαν τα αποτελέσματα αναφέρθηκε εκτενώς το φαινόμενο της αύξησης των αναγκών σε κεφάλαια κίνησης καθώς και η προοδευτική μείωση τους στο χρόνο που έχει μεσολαβήσει από τότε (Διυλιστήρια, Cenergy, Elvalhalcor, κλπ).
Γεγονός είναι πάντως ότι από τα ως τώρα μεγέθη προκύπτει ότι ο δανεισμός βρίσκεται σε επίπεδα που δεν δημιουργούν την αίσθηση υπερβολής. Το καθαρό χρέος αυξήθηκε 11% στα 20,7 δις ευρώ και αντιστοιχεί στο 69% του συνόλου της καθαρής θέσης. Την ίδια στιγμή η αύξηση των οργανικών επιδόσεων έχει μειώσει κατά 900 μονάδες βάσης τον λόγο χρέους με τη λειτουργική κερδοφορία. Ακόμα και αν αφαιρεθεί ο κλάδος των διυλιστηρίων η εικόνα παραμένει το ίδιο θετική με τη μείωση να υπερβαίνει τις 1000 μονάδες βάσης.
Συμπερασματικά, ο βαθμός διαχείρισης της μόχλευσης έχει βελτιωθεί εντυπωσιακά μετά από μια περίοδο μεγάλων αναταράξεων που κόστισαν τη βιωσιμότητα πολλών εισηγμένων. Αυτό είναι και θα παραμείνει ένα βασικό ζητούμενο καθώς οι «αναταράξεις» αυτές είχαν χρηματιστηριακή αντανάκλαση ακόμα και σε εταιρίες που ουδέποτε είχαν πρόβλημα διαχείρισης του χρέους τους ή αντιμετώπιζαν άλλα προβλήματα ρευστότητας.
Οι 20 πιο μοχλευμένες εταιρείες του ΧΑ με βάση τη σχέση Ξένων/Ίδια Κεφάλαια