Οι ρυθμιστικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρούν πως τα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων θα πρέπει να χάσουν τις άδειές τους σε περίπτωση ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Η εξέλιξη αυτή έρχεται καθώς οι νομοθέτες φτάνουν στα τελευταία στάδια για τη νομοθεσία ψηφιακών νομισμάτων γνωστό ως MiCA.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Chainanalysis, υπολογίζεται ότι κρυπτονομίσματα αξίας 8,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων «ξεπλύθηκαν» κατά το 2021. Αυτό αντιπροσωπεύει αύξηση 30% στη δραστηριότητα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες το 2020. Φυσικά, αυτό είναι μια σταγόνα στον ωκεανό, εάν συγκριθεί με το ξέπλυμα χρημάτων από εγκληματικές δραστηριότητες που γίνεται με μετρητά και υπολογίζεται σε 800 δισ. δολάρια έως 2 τρισ. δολάρια, δηλαδή μέχρι και το 5% του Παγκόσμιου ΑΕΠ. Το ξέπλυμα χρήματος αντιπροσώπευε μόλις το 0,05% του συνολικού όγκου συναλλαγών με κρυπτονομίσματα το 2021.
Τα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων θα χάνουν τις άδειές τους, εάν διαπιστωθεί ότι έχουν παραβιάσει τους κανόνες κατά του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, δήλωσαν οι χρηματοπιστωτικοί επόπτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η σύσταση έρχεται καθώς οι νομοθέτες φτάνουν στα τελευταία στάδια της νομοθεσίας ορόσημο για τα κρυπτονομίσματα γνωστή, ως Markets in Crypto Assets Regulation ή MiCA, εισάγοντας ένα καθεστώς αδειοδότησης για εταιρείες ψηφιακών νομισμάτων εντός των 27 κρατών μελών.
Οι κρατικές ρυθμιστικές αρχές που είναι αρμόδιες για την εξουσιοδότηση ή την εγγραφή ανταλλακτηρίων κρυπτονομισμάτων και ψηφιακών πορτοφολιών θα πρέπει «να είναι υπεύθυνοι να αποσύρουν την αδειοδότηση για σοβαρές παραβιάσεις των κανόνων AML/CFT [κατά του ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας]», ανέφερε μια έκθεση που δημοσιεύθηκε από τις τρεις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές που είναι αρμόδιες για την επίβλεψη των τραπεζών, των ασφαλιστικών οργανισμών και των αγορών τίτλων.
Η MiCA θα πρέπει «να ενσωματώσει κατάλληλα τα θέματα AML/CFT στην προληπτική εποπτεία των οντοτήτων», ανέφερε η έκθεση, η οποία εξετάζει εάν οι εξουσίες καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που περιέχονται στους κανόνες για διαφορετικούς χρηματοπιστωτικούς τομείς είναι αρκετές. Η MiCA εισάγει απαιτήσεις για τους εκδότες stablecoin ώστε να διατηρούν επαρκή αποθεματικά κεφαλαίου και να παρακολουθούνται από ρυθμιστικές αρχές όπως η BaFin της Γερμανίας.
Ένα από τα εναπομείναντα προβλήματα στη νομοθεσία αφορά το αν θα πρέπει να περιλαμβάνει ισχυρότερους ελέγχους AML ή να αφήσει το ζήτημα για μια ξεχωριστή, ευρύτερη αναθεώρηση των κανόνων για το ξέπλυμα του μαύρου χρήματος.