Από τον ερχόμενο Οκτώβριο έως τουλάχιστον τον Μάρτιο του 2023, όσο δηλαδή διαρκεί η χειμερινή περίοδος, η Ευρωζώνη θα βιώσει μια νέα ύφεση, η οποία έχει ήδη αρχίσει να γίνεται εμφανής στη Γερμανία αλλά και γενικότερα στα στοιχεία για την καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη, καθώς και στους δείκτες που αφορούν τις επιδόσεις της βιομηχανίας. Αυτή είναι η επικρατούσα πρόβλεψη σήμερα, ανεξάρτητα με το αν θα διακοπούν και πόσο οι ροές ρωσικού φυσικού αερίου.
Παρ’ όλα αυτά, τα χθεσινά προκαταρκτικά στοιχεία για τον δείκτη PMI στην Ευρωζώνη, που θεωρείται ο πιο αξιόπιστος οιωνός για την οικονομία, έδειξαν ότι η οικονομική δραστηριότητα βρίσκεται ήδη σε συρρίκνωση. Ο PMI έπεσε κάτω από το όριο του 50, στο 49,4 που υποδεικνύει ύφεση και είναι το χαμηλότερο επίπεδο εδώ και 17 μήνες.
Η αμερικανική τράπεζα Citigroup και ο βρετανικός οίκος Capital Economics συμφωνούν ότι η συρρίκνωση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα λάβει χώρα στο δ’ τρίμηνο 2022 και στο α’ τρίμηνο 2023 καθώς οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου και οι χαμηλότεροι πραγματικοί μισθοί θα περιορίσουν σημαντικά την καταναλωτική δαπάνη. Αντιθέτως, η αμερικανική οικονομία συνεχίζει να εμφανίζει ισχυρό momentum, ιδιαίτερα στην αγορά εργασίας και στην κατανάλωση του τομέα των υπηρεσιών, επομένως δεν αναμένεται να σημειωθεί ύφεση έως το καλοκαίρι του 2023, όταν οι επιπτώσεις της πολιτικής της Fed θα σταματήσουν εντέλει την ανάπτυξη.
Συνολικά, η παγκόσμια οικονομία θα διανύσει μία περίοδο 18 μηνών που Ευρώπη και ΗΠΑ θα βρίσκονται σε οικονομική στασιμότητα αλλά όχι ταυτόχρονα. Στα περισσότερα σενάρια, οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι η ύφεση στις ΗΠΑ θα είναι ήπια και στην Ευρώπη το βάθος της θα εξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο. Το πολύτιμο αγαθό που έχει στα χέρια της η Ρωσία θα παίξει ρόλο και στην επίδοση της παγκόσμιας οικονομίας αλλά λιγότερο απ’ ότι θα επηρεάσει την Ευρώπη.
Η διαφορετική συνθήκη από προηγούμενες κρίσεις είναι ότι για πρώτη φορά στην ιστορία της Ευρωζώνης, στο επίκεντρο των ανησυχιών δεν βρίσκεται η Ελλάδα ή κάποια άλλη μικρή και αδύναμη σχετικά οικονομία. Η Γερμανία είναι η πιο κρίσιμη οικονομία για το σύνολο της Ευρωζώνης και αυτή που συγκεντρώνει τις περισσότερες ανησυχίες για παρατεταμένη ύφεση και ακολουθούν Γαλλία και Ιταλία.
Μετά από πολλά χρόνια απαξίωσης, η ελληνική οικονομία σήμερα θεωρείται από αυτές που εμφανίζουν τις χαμηλότερες πιθανότητες ύφεσης. Μπορεί για την εικόνα αυτή να ευθύνεται το εντυπωσιακό ριμπάουντ του τουρισμού, όμως δεν έχει τόση σημασία. Το σημαντικό είναι ότι η χώρα μας δεν συγκαταλέγεται στα κράτη-μέλη που κινδυνεύουν με βαθιά και παρατεταμένη ύφεση. Ουσιαστικά, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ελλάδα είναι η… κατάρρευση της γερμανικής οικονομίας, ήτοι μια οικονομική χιονοστιβάδα που θα παρασύρει τα πάντα στο διάβα της και έχει τη δυναμική να υποχρεώσει σε τεχνική ύφεση το παγκόσμιο ΑΕΠ.
Στο ήπιο σενάριο που η γερμανική οικονομία δεν θα αναγκαστεί να λειτουργήσει με εκτεταμένες διακοπές στην παραγωγή εξαιτίας της έλλειψης φυσικού αερίου, η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί φέτος κατά 2,9% και κατά 2,5% το 2023. Πρόκειται για μία διετία χαμηλότερης ανάπτυξης από την μακροπρόθεσμη τάση, με τα μέτρα στήριξης που αναμένεται να εφαρμόσει η Κίνα να προσθέτουν 0,5 ποσοστιαίες μονάδες ή περίπου 4 τρισ. δολάρια στο ΑΕΠ.
Στο δυσμενές σενάριο που η Γερμανία και συνολικά η Ευρώπη, βιώσουν έναν βαρύ και σκληρό χειμώνα χωρίς ρωσικό φυσικό αέριο, το πλήγμα είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ύφεση στην Ευρωζώνη θα είναι βαθιά και μεγάλης διάρκειας και καμία χώρα δεν θα μπορέσει να την αποφύγει.
Σε κάθε περίπτωση, η παγκόσμια οικονομία έχει ήδη αρχίσει να επιβραδύνει και θα συνεχίσει να το κάνει για την επόμενη διετία, ενώ οι προοπτικές της επιδεινώνονται εξαιτίας του εξαιρετικά αβέβαιου γεωπολιτικού περιβάλλοντος.